Pin It

Ο Ραμίν Μπαχρανί είναι ένας απολύτως Αμερικανός σκηνοθέτης, από τη Βόρεια Καρολίνα, παιδί Ιρανών μεταναστών. Ισως χρειάζεται λίγες σταγόνες ξενιτιάς στο αίμα ένας δημιουργός για να συνθέσει ένα τόσο δυνατό, καθηλωτικό «κατηγορώ» στη σημερινή Αμερική και το οικονομικό της σύστημα, εκείνο που με τον νόμο στο πλευρό του, λέει η ταινία, αφαιρεί από τους όχι ζάπλουτους πολίτες της το δικαίωμα στη στέγη και την αξιοπρέπεια.

 

Ο Μπαχρανί έγινε διάσημος το 2006, όταν μετά το «Man Push Cart», ο σπουδαίος κριτικός κινηματογράφου Ρότζερ Ιμπερτ τον ανακήρυξε τον νέο μεγάλο Αμερικανό σκηνοθέτη – και μπορεί να υπερέβαλλε, αλλά άδικο δεν είχε. Η νέα του ταινία, το «99 Homes», έχει ως ήρωα τον οικοδόμο Ντένις Νας του Αντριου Γκάρφιλντ (ευέλικτος και σύνθετος χωρίς τη στολή του Σπάιντερμαν), ο οποίος χάνει τη δουλειά του, μένει πίσω στο δάνειό του και βλέπει τον μεγαλοκαρχαρία της μεσιτείας Ρικ Κάρβερ του εκπληκτικού Μάικλ Σάνον να του παίρνει σε λίγα δευτερόλεπτα το σπίτι και μαζί την όποια οικογενειακή ισορροπία και τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια. Για να μαζέψει χρήματα να το ξαναγοράσει από την τράπεζα, ο Νας αρχίζει να δουλεύει για τον Κάρβερ, κάνοντας με τη σειρά του έξωση σε άλλους άτυχους ιδιοκτήτες, τασσόμενος με την πλευρά του «διαβόλου» για τα πιο αγαθά κίνητρα.

 

Η επιτυχία της ταινίας βρίσκεται στο ότι, ακριβώς, τα πράγματα δεν τίθενται σε άσπρο και μαύρο, αλλά αναπτύσσονται με όλες τις ρεαλιστικές αποχρώσεις της πραγματικότητας. «Η Αμερική φτιάχτηκε από νικητές, με νικητές, για νικητές», λέει ο Ρικ Κάρβερ στο «99 Homes». Η ατάκα καρφώνεται στο μυαλό. Και ο Μπαχρανί τη σχολιάζει: «Ο ήρωας που παίζει ο Μάικλ Σάνον, ο μεσίτης, είναι μέρος του συστήματος, δεν είναι ένας κακός άνθρωπος. Πρέπει να επιβιώσει. Προέρχεται από την εργατική τάξη, έχει δει πώς το σύστημα κατέστρεψε την οικογένειά του, πώς από το ’79 στην Αμερική η νομοθεσία, επί Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών εξίσου, ευνοεί μόνο τους ακραία πλούσιους και κανείς δεν πήγε ποτέ φυλακή απ’ όσους μπλέχτηκαν στις απάτες, γιατί αποτελούν μέρος του συστήματος. Παγκόσμια ο κόσμος κουράστηκε απ’ αυτό. Κι αυτή είναι η γροθιά της ταινίας: ότι τα πράγματα θ’ αλλάξουν, αλλά όχι από έναν άνθρωπο μόνο.» Για να προσθέσει ο Μάικλ Σάνον: «Οταν μιλάμε για “νικητές” το θέμα είναι ν’ αναρωτιόμαστε: σε ποιο παιχνίδι; Αυτή είναι η ερώτηση που πρέπει να κάνουμε».

 

Και από τα σύγχρονα δυναμικά ταλέντα στους γερόλυκους του σινεμά. Στο Φεστιβάλ Βενετίας βρέθηκε ο Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, ο 75χρονος σκηνοθέτης, σεναριογράφος, δημοσιογράφος, θρύλος του κινηματογράφου, θαυμαστής και φίλος ανθρώπων σαν τον Φριτς Λανγκ, τον Τζον Φορντ, τον Κάρι Γκραντ. Η νέα του ταινία, «She’s Funny That Way», με πρωταγωνιστές τον Οουεν Γουίλσον, την Τζένιφερ Ανιστον και την Ιμοτζεν Πουτς, είναι μια γραφική, προβλέψιμη κωμωδία που προκάλεσε το γέλιο κυρίως στο ιταλικό κοινό.

 

Ωστόσο, ο Μπογκντάνοβιτς έδωσε πολύ καλύτερο ρεσιτάλ στη συνέντευξη Τύπου, παρά στην οθόνη. «Δεν μ’ αρέσει να δαγκώνω το χέρι που… δεν με ταΐζει, αλλά δυστυχώς το Χόλιγουντ έχει πάρει λάθος κατεύθυνση», είπε στους συγκεντρωμένους δημοσιογράφους. «Εχει γεμίσει σίκουελς, πρίκουελς, καρτούν, υπερηρωικά υπερθεάματα. Παλιά, όταν ο Κάμερον έκανε τον “Τιτανικό”, όλοι έλεγαν θ’ αποτύχει, αλλά όταν πέτυχε όλοι ήθελαν να κάνουν το ίδιο μ’ αυτόν. Εμένα μ’ αρέσουν οι μικρότερες ταινίες, όχι με πολλά λεφτά, ανεξάρτητες, ενδιαφέρουσες ταινίες. Υπάρχουν άνθρωποι στην Αμερική που θέλουν ακόμα να τις κάνουν. Πρέστον Στέρτζες, Ερνστ Λιούμπιτς, Χάουαρντ Χοκς αυτές τις μέρες δεν υπάρχουν πια, υπάρχει μόνο το πόσα εκατομμύρια δολάρια θα κάνεις το πρώτο Σαββατοκύριακο. Βλέπω τις ταινίες του Γουες Αντερσον, του Νόα Μπόμπακ, του Κουέντιν Ταραντίνο, που δεν γίνονται με καλούπι ή ειδικά εφέ και συνέρχομαι. Ο Μπάστερ Κίτον όταν έπεφτε και χτύπαγε το κεφάλι του στο δρόμο, ο Φρεντ Αστέρ όταν έκανε κύκλους την Τζίντζερ Ρότζερς χορεύοντας, τα έκαναν πραγματικά αυτά που έβλεπες. Τώρα με τα ειδικά εφέ δεν πιστεύεις τίποτα. Γι’ αυτό κι εγώ δεν ενδιαφέρομαι πια, αν ο Σπάιντερμαν μπορεί να πετά πάνω από τη Νέα Υόρκη. Τον έχω δει να το κάνει και δεν το πιστεύω».

 

Παρότι ο Τύπος αλάλαξε με τον σχολιασμό του, εμείς θα διατηρήσουμε αντίθετη γνώμη, πιστεύοντας ότι υπάρχουν καλές και κακές εμπορικές και καλλιτεχνικές ταινίες, αλλά η πίστη του Μπογκντάνοβιτς σ’ ένα αυθεντικό, χειροποίητο σινεμά είναι, φυσικά, συγκινητική.

 

Scroll to top