07/09/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Λογοτεχνία και πολιτισμικές σπουδές

Δημήτρης Τζιόβας «Κουλτούρα και Λογοτεχνία. Πολιτισμικές διαθλάσεις και χρονότοποι ιδεών» Πόλις, 2014, σελ. .
      Pin It

Δημήτρης Τζιόβας
«Κουλτούρα και Λογοτεχνία. Πολιτισμικές διαθλάσεις και χρονότοποι ιδεών»
Πόλις, 2014, σελ. 241

 

Του Αριστοτέλη Σαΐνη

 

Θεωρητικά ανήσυχος και ερμηνευτικά πρωτότυπος, ο Δημήτρης Τζιόβας μάς έχει συνηθίσει σε βιβλία και μελέτες που πάντα κεντρίζουν, αν δεν προκαλούν, τις αναγνωστικές αναμονές. Αναζητώντας ανέκαθεν τρόπους αξιοποίησης της θεωρίας στη μελέτη της ελληνικής λογοτεχνίας, χρησιμοποιούσε επιλεκτικά ή συγκρητικά τις σύγχρονες θεωρητικές εξελίξεις στις ερμηνευτικές του αναγνώσεις. Ηδη στην πρώτη συναγωγή μελετών («Μετά την Αισθητική», 1987) αντλούσε από μια μεγάλη θεωρητική παλέτα η οποία από τότε διαρκώς εμπλουτίζεται: από τον δομισμό στην αποδόμηση, από την αφηγηματολογία στην ειδολογία και την ψυχανάλυση, από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό. Αν «Το παλίμψηστο της ελληνικής αφήγησης» (Οδυσσέας 1993) δήλωνε με τον υπότιτλό του το πέρασμα στην μπαχτιανή «διαλογικότητα», με τη μελέτη των ταυτοτήτων και της κοινωνίας στη νεοελληνική πεζογραφία («Ο άλλος εαυτός», Πόλις, 2007) ο καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ διαβαίνει ξεκάθαρα το κατώφλι της πολιτισμικής θεωρίας.

 

Η πολιτισμική σκέψη συνιστά σήμερα ένα ανοικτό επιστημονικό πεδίο με έντονα διεπιστημονικό χαρακτήρα. Ενα πεδίο που συνεχώς διευρύνεται καθώς δανείζεται στοιχεία από κλάδους των ευρύτερων κοινωνικών επιστημών. Στις κακές εκδοχές μπορεί να χωρέσει τα πάντα, ενώ στις καλές μάς έχει δώσει εξαίρετα συνεκτικά θεωρητικά εργαλεία (Πιερ Μπουρντιέ), αλλά και παραμετρικές αναγνώσεις «πολιτισμικών γεγονότων» (και τα κείμενα νοούνται ως τέτοια), από την πένα του Τοντόροφ, για παράδειγμα, ή του Ουμπέρτο Εκο. Και ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί.

 

Γνώστης του πεδίου ο Τζιόβας, σε αδιάκοπη επαφή με τον αγγλοσαξονικό χώρο, εκεί ακριβώς όπου αυτές οι σπουδές ακμάζουν σήμερα, εγγράφει σε αυτή την παράδοση τις μελέτες που συγκεντρώνει στον ανά χείρας τόμο. Αρθρα και επιφυλλίδες της τελευταίας δεκαπενταετίας, με αφορμή μια ιδέα, ένα βιβλίο ή την πολιτική επικαιρότητα, εισαγωγές και επίμετρα σε βιβλία, όλα τα κείμενα περιστρέφονται γύρω από το δίπολο κουλτούρα και λογοτεχνία: η λογοτεχνία στα παγκοσμιοποιημένα πολιτισμικά σταυροδρόμια, οι ιδέες στον χωροχρονικό τους μετασχηματισμό.

 

Μετά την εισαγωγή που αναδεικνύει τη μεταμοντέρνα μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τον χρόνο στον χώρο, ακολουθεί η πρώτη ενότητα: «Πολιτισμικά συγκριτικά». Με ποιους τρόπους ταυτίζεται κάποιος με μια ομάδα ή με μια εθνότητα; Μήπως στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες η έννοια της ταύτισης μπορεί να εκφράσει καλύτερα τη ρευστότητα και την πολλαπλότητα; Ποιες οι διαφορές ενός φιλελεύθερου ευέλικτου μοντέλου και του αντίπαλου ρυθμιστικού παρεμβατισμού; Υπάρχει η δυνατότητα συγκερασμού και ισορροπίας; Τι σημαίνει ακόμα και για την ψυχολογία των ατόμων η υιοθέτηση μιας άτεγκτης «ευέλικτης» πολιτικής σε περίοδο κρίσης; Αλλά και η ταξιδιωτική λογοτεχνία όχι ως πάρεργο, αλλά ως ιδεολογική και φαντασιακή ανάπλαση ενός τόπου και μιας εποχής, και οι εικόνες της Ελλάδας στο εξωτερικό. Ποια εικόνα προβάλλουμε εμείς; Επίκεντρο της ενότητας οι πρωτεϊκές μεταμορφώσεις της Κουλτούρας και το έργο του Ιγκλετον, ενώ η περιδιάβαση στις σύγχρονες εξελίξεις και στην κρίση της Συγκριτικής Γραμματολογίας δεν αποτελεί παρά την ομαλή μετάβαση στη δεύτερη ενότητα: «Γλωσσικά και λογοτεχνικά». Από τη μια πλευρά, εισαγωγή στο έργο του Ρώσου θεωρητικού, Μιχαήλ Μπαχτίν, με οδηγό τις βασικές έννοιες της διαλογικότητας, της ετερογλωσσίας και του χρονότοπου, και από την άλλη, μια εκτεταμένη εισαγωγή στο μυθιστορηματικό και δοκιμιακό έργο του Τζων Μπάρθ ως μια πορεία από τον μηδενιστικό υπαρξισμό στον μεταμοντερνισμό. Νεωτερικότητα και μεταμοντερνισμός, λοιπόν, η νεωτερικότητα στην ελληνική κριτική θεωρία αλλά και μια σειρά νέα ερωτήματα. Τι ονομάζουμε «πραγματικότητα» σήμερα; Γιατί το ωμά αυθεντικό φαίνεται να αποκτά μεγαλύτερη εμπορικότητα; Τι μας έλκει στη βιογραφία και πού οφείλεται η άνθησή της; Τι είναι δοκίμιο και γιατί δεν γράφονται σήμερα μανιφέστα; Η ανάδυση του Κανόνα σε μια εποχή κριτικών αναθεωρήσεων και η ταυτόχρονη έννοια της Παράδοσης που υποχωρεί. Τι μπορεί να σημαίνει πρωτοτυπία και αντιγραφή στην εποχή της διάδρασης και της υβριδικότητας;

 

Αναμενόμενη στην τριμερή δομή του βιβλίου η τελική ενότητα: «Κοινό, πρόσληψη και μετάφραση». Στη σύγχρονη κουλτούρα που «οιστρηλατείται» από τις ορέξεις του κοινού η πεζογραφία είναι αυτή που ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις των αναγνωστών και κυριαρχεί στην Ελλάδα, εκτοπίζοντας την -μέχρι πρότινος επίσημη αγαπημένη- ποίηση. Τέλος, η εξέλιξη των σημασιών της λέξης «πρόσληψη» και τα αντίστοιχα μοντέλα λογοτεχνικής ιστορίας που προϋποθέτει κάθε νέα νοηματοδότηση, αλλά και μια παρέμβαση στη συζήτηση που προκάλεσαν οι μεταφράσεις της ροΐδειας «Πάπισσας Ιωάννας» (2005) και της παπαδιαμαντικής «Φόνισσας» (2006). Ο Τζιόβας, ταυτίζοντας ουσιαστικά τις ενδογλωσσικές μεταφράσεις με τις θεατρικές ή κινηματογραφικές διασκευές, μας καλεί να τις θεωρήσουμε ως «τεκμήρια διαρκούς επικαιρότητας και ατέρμονης εγγραψιμότητας των κειμένων».

 

Πρόκειται για ένα συγκροτημένο, ερεθιστικό βιβλίο με το οποίο μπορεί κανείς να συζητήσει, ακόμα και αν διαφωνεί σε επιμέρους παρατηρήσεις. Μήπως η κατηγορία για «χαλαρή» χρήση της έννοιας της νεωτερικότητας αδικεί τη γηγενή ελληνική κριτική; Ποια η χρησιμότητα ουδέτερων, αταξικών διακρίσεων σε περιόδους ακραίας φιλελεύθερης επέλασης; Μπορούν οι αντιθέσεις που κυριαρχούν στον αγγλόφωνο πολιτικό σχολιασμό μεταξύ «επιλογής» και «ρύθμισης» ή «ευελιξίας» και «ακαμψίας» να εξηγήσουν πράγματι σήμερα την παραδοσιακή αντίθεση Αριστεράς-Δεξιάς;

 

Οπως και να έχουν τα πράγματα, θα έλεγα συνοψίζοντας ότι τον Τζιόβα τον ενδιαφέρει η ανάδειξη σύγχρονων προβλημάτων, τα οποία, όπως σημειώνει και ο ίδιος για τον Ιγκλετον, τα εμφανίζει συχνά με τη μορφή διλημμάτων χωρίς να δίνει οριστικές απαντήσεις που να αναιρούν τα διλήμματα αυτά.

 

Scroll to top