Του Χάρη Ιωάννου
Στην κυνική παραδοχή ότι το υπό συζήτηση νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση των κομμάτων δεν πρόκειται να σταματήσει το πολιτικό χρήμα «κάτω από το τραπέζι», προχώρησε χθες στη Βουλή ο υπουργός Εσωτερικών Αργύρης Ντινόπουλος.
«Είναι αυτονόητο. Οποιοδήποτε νομοθέτημα, οποιουδήποτε σοφού νομοθέτη από την εποχή του Κλεισθένη μέχρι τον Δράκοντα, δεν μπορεί να το αποτρέψει. Εναπόκειται σε εμάς τους ίδιους το πώς θα διασφαλίσουμε τη δική μας πολιτική τιμή», δήλωσε χαρακτηριστικά στη χθεσινή συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής.
Επιμένοντας στο να δικαιολογήσει γιατί στις προωθούμενες διατάξεις δεν υπάρχει καμία αναφορά κατά της διαπλοκής, ο υπουργός συμπλήρωσε πως «εάν δίνονται κάτω από το τραπέζι, αυτό είναι μια υπόθεση που αφορά εμάς τους ίδιους και όχι τον νομοθέτη», ενώ, απαντώντας στην κριτική, ειδικά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Ντινόπουλος ξεκαθάρισε ακόμη περισσότερο τη στόχευση της κυβέρνησης. «Εμείς λέμε ότι πρέπει ο ελληνικός λαός να σταματήσει να ταΐζει τα κόμματα. Είναι κακό;»
Παράλληλα, διακομματική σιγή ιχθύος επικράτησε χθες για τα όσα αναφέρει η έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για το εν λόγω νομοσχέδιο, η οποία, όπως ανέφερε από χθες η «Εφ.Συν.», από τη μία πλευρά κάνει λόγο για 46% μείωση της κρατικής χρηματοδότησης, αλλά από την άλλη προειδοποιεί ότι με τον νέο τρόπο υπολογισμού, υπάρχει ο κίνδυνος τα κόμματα να λαμβάνουν ακόμη περισσότερα χρήματα απ’ ό,τι σήμερα. Οι βουλευτές Γ. Δημαράς (ΑΝ.ΕΛΛ.), Γ. Κυρίτσης (ΔΗΜΑΡ) και ο ανεξάρτητος Β. Καπερνάρος έθεσαν μετ’ επιτάσεως το ερώτημα για το πού διοχετεύτηκαν τα περίπου 250 εκατ. ευρώ που έχουν λάβει η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ ως τραπεζικά δάνεια με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση των επόμενων ετών. Τόσο όμως η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εσωτερικών όσο και οι παριστάμενοι βουλευτές των δύο κυβερνητικών κομμάτων απέφυγαν να πουν το παραμικρό.
Επί της αρχής το νομοσχέδιο έγινε δεκτό μόνο με τις ψήφους Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Το ΚΚΕ, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και οι ανεξάρτητοι βουλευτές καταψήφισαν, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ επιφυλάχθηκαν για την Ολομέλεια. Η Χρυσή Αυγή δήλωσε «παρών».
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Ολγα Γεροβασίλη επεσήμανε ότι με το νομοσχέδιο αυτό η κυβέρνηση «νομιμοποιεί την επιχειρηματική μιντιακή διαπλοκή» και «φακελώνει» όσους βοηθούν το κόμμα που εκφράζει τις απόψεις τους. «Αν η Siemens και ο Χριστοφοράκος, αντί για βαλίτσες στο δεξί χέρι πρώην πρωθυπουργού, τα έβαζαν στην τράπεζα με απόδειξη, θα ήταν όλα εντάξει;» αναρωτήθηκε με νόημα. Ο Θ. Δρίτσας πρόσθεσε πως «ανοίγει ο δρόμος για κόμματα με χορηγούς και λόμπι, για κόμματα όπου η κρατική χρηματοδότηση θα θεωρείται όνειδος και θα αναδεικνύεται ως θεμιτή η ενίσχυση από χορηγούς».
Ο Θανάσης Παφίλης
Σε ακόμη υψηλότερους τόνους, ο Θανάσης Παφίλης (ΚΚΕ) αναρωτήθηκε αν θα φακελωθεί όλη η Ελλάδα με το να δηλώνονται το όνομα και ο ΑΦΜ ακόμη και σε κάποιον που παίρνει ένα κουπόνι των 5 ευρώ.
«Οταν ο άλλος υποχρεώνεται να δίνει όνομα, δεν θα το παίρνει τελικά. Αυτός είναι ο πραγματικός στόχος του νομοσχεδίου, όχι να σταματήσει τη διαπλοκή, αλλά να εμποδίσει ή ακόμη και να καταργήσει κόμματα που παλεύουν να ανατρέψουν το σύστημα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Για τον λόγο αυτό ζήτησε να αποσυρθεί το νομοσχέδιο, υπογραμμίζοντας ότι «εμείς το καταψηφίζουμε και δηλώνουμε ότι, εάν ψηφιστεί, δεν θα το εφαρμόσουμε. Δεν πρόκειται να παραδώσουμε ονόματα ενισχυτών».
Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Γιάννης Κουτσούκος τάχθηκε υπέρ του νομοσχεδίου, ζητώντας ωστόσο αλλαγές στο θέμα των κουπονιών. «Πάμε από το ένα άκρο στο άλλο. Είναι υπερβολικό να δίνεις ΑΦΜ για 10 ευρώ».
Κατηγόρησε, παράλληλα, την αντιπολίτευση για «εξωπραγματική» κριτική, θέτοντας το ερώτημα αν οι τραπεζικές επιταγές και οι ονομαστικοί λογαριασμοί συνιστούν διαπλοκή.
Ο Γιάννης Δημαράς (ΑΝ.ΕΛΛ.) υπογράμμισε ότι «το μαύρο χρήμα δεν είμαστε σε θέση να το ελέγξουμε σήμερα», ενώ ο Γιώργος Κυρίτσης (ΔΗΜΑΡ) έκανε λόγο για «ελλιπές και αναποτελεσματικό» νομοσχέδιο που «είναι απαράδεκτο να θεωρείται μάλιστα και προαπαιτούμενο της τρόικας».