ΒΑΣΙΛΗΣ Διαμαντόπουλος: «…Ο νέος θέλει να σε δει να δουλεύεις, για να μάθει από σένα[…] Δυστυχώς, στο ελληνικό Θέατρο δεν υπάρχουν πολλά υψηλά παραδείγματα. Γι’ αυτό, η ευθύνη των νέων είναι πιο μεγάλη. Οφείλουν σχεδόν μόνοι τους να βρουν το δρόμο. Το Θέατρό μας, τελευταία, ορφάνεψε από πολλούς σπουδαίους ηθοποιούς και δασκάλους. Κι αυτοί που μένουν, μετριούνται στα δάχτυλα. Μα εγώ πιστεύω στους νέους[…], σ’ αυτούς ανήκει η αναγέννηση του Ελληνικού Θεάτρου»
Επιμέλεια: Λουκάς Θανασέκος
Θα είχε σήμερα κάποιο κοινωνικό και συνάμα επαγγελματικό ενδιαφέρον εάν κυκλοφορούσε ένα βιβλίο με αυτόν τον τίτλο και 176 όλες κι όλες σελίδες; Δεν είναι εύκολο το «ναι», γιατί εμείς οι ίδιοι είμαστε οι μάρτυρες και ταυτόχρονα οι αυτουργοί της πρόσφατης εξέλιξης που σώρευσε τόσους πολλούς ηθοποιούς και μαζί θέατρα αλλά και άφησε μετέωρη την απορία σχετικά με την ποιότητα της εν λόγω σώρευσης/κατανάλωσης.
Αν τα «Γράμματα σε νέο ηθοποιό», μισό αιώνα μετά την κυκλοφορία τους (1964) από τις άγνωστες επί των ημερών μας εκδόσεις «Κούστας»* καταφέρνουν να συγκινούν, τούτο οφείλεται στην εχθρική καινοτομία της λήθης που με όση σπουδή ακυρώνει τις τσαπατσουλιές και χοντράδες του κοντινού παρελθόντος για να μη φτιάξουν κρούστα, με άλλο τόσο πείσμα προστατεύει το κέλυφος του μακρινού.
Είναι, επίσης, που σήμερα έχουμε ηθοποιούς, πλην ορφανέψαμε από ονόματα, αλλά είναι και ο Τύπος που σε άλλους καιρούς διαδραμάτιζε και άρθρωνε σώφρονα επικουρικό ρόλο και Λόγο στα πολιτιστικά. Γιατί τα «Γράμματα σε νέο ηθοποιό» είναι απαντήσεις σε σχετική έρευνα της βραχύβιας εφημερίδας «Νίκη» του 1963 με επικεφαλής τους Μάριο Πλωρίτη, Κυριάκο Σιμόπουλο και Κώστα Κύρκο. Την έρευνα ανέλαβαν και έφεραν εις πέρας οι Νίκος Μακρίδης, που τον χάσαμε πρόσφατα, και Ν. Θ. Οικονόμου. Την εικονογράφηση υπέγραφε με τα σχέδιά της η Ελλη Σολομωνίδου.
Από τις φροντισμένες απαντήσεις όλων, ηθοποιών, σκηνοθετών και συγγραφέων, επιλέξαμε για λόγους χώρου, ενδεικτικά τις κάτωθι**:
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Νέζερ: «…Θεατρίνος τέλειος δεν θα γίνεις ποτέ. Ολο θα πλησιάζεις, κι όλο θα σου μένει δρόμος πολύς ακόμη. Αυτός που σου γράφει, 54 χρόνια δουλεύει στο Θέατρο […] Αγάπα περισσότερο απ’ όλους τους ρόλους τον μικρό, και μην ανησυχείς. Ο μικρός ρόλος είναι δρόμος ταχύτητος κι όλα πρέπει να γίνουν σε 2-3 λεπτά, τέλεια[…]. Ο γέρο-Νέζερ, που σου γράφει, πριν 2-3 χρόνια, έπαιξε στη “Στρίγγλα που έγινε αρνάκι”, το μικρό ρόλο του Χριστόφερ –πολλοί σκηνοθέτες τον παραλείπουν- στον πρόλογο του έργου…»
ΕΛΕΝΗ Χαλκούση: «…Αν σου είπαν ότι είσαι ηθοποιός απλώς και μόνον γιατί “βγάζεις γέλιο”, πάλι ψέματα σου είπαν[…] Σου είπαν πως δεν χρειάζεται να ξέρεις γράμματα, ότι εχθρός του θεάτρου είναι η “φιλολογία”. Ξέρεις πόσα γράμματα ξέρει ο Μινωτής και η Κατερίνα και ο Κωτσόπουλος και ο Μυράτ, και ο Λώρενς Ολίβιε κι ο Βιλάρ και ο Ζαν-Λουί-Μπαρώ; Το θέατρο δεν είναι επάγγελμα. Είναι μεράκι…»
Τ. Καρούσος: «…Θα κοιτάξω ν’ αποφύγω τη λέξη “πνευματικότητα” γιατί μ’ αυτήν καμουφλάρεται ό,τι άνυδρο[…] από την εθνικοσοσιαλιστική, νευρωτική Τέχνη, που εισήχθη το τρίτο δεκάχρονο του αιώνα μας στην Ελλάδα, μαζί με όλα τ’ άλλα “εθνοσωτήρια”, μέχρι τις κακόμορφες χυδαιότητες, που έγιναν θρησκεία των διεστραμμένων[…] Τα ολόχρυσα άμφια και οι φανταχτερές μίτρες δεν αποτελούν την πίστη. […] Το Θέατρο είναι η γλώσσα της μάνας σου και του πατέρα σου, με το χρώμα της, με τους κυματισμούς της και το τραγούδι της…»
ΜΑΝΟΣ Κατράκης: «…Θέατρο του ενός, θέατρο τσέπης, θέατρο έλα να με δεις τι όμορφος που είμαι[…] όλα τούτα συνιστούν την καπηλεία της Τέχνης. Θλιβερός κατήφορος. Πέρα είν’ ο ανήφορος, κι αν δεν μπορείς νάσαι πρώτος στον ανήφορο και σε τρομάζει η μοναξιά, τότε περιορίσου μ’ όσες δυνάμεις έχεις ν’ ακολουθείς αυτόν π’ ανηφορίζει και νάσαι βέβαιος πως πήρες τον σωστό δρόμο»
ΘΑΝΟΣ Κωτσόπουλος: «…Οταν δίνει κανείς συμβουλές στους νέους για το Θέατρο, πρέπει να τρέμει για την ευθύνη που αναλαμβάνει. Ποιος θάναι εκείνος που θα πει πως τις εξάντλησε όλες… Ωστόσο, μια τελευταία μας ανάμνηση, μας βάζει στον πειρασμό να την πούμε. Είναι οι οδηγίες που δίνει ο Αμλετ στους ηθοποιούς. Ξαναδιαβάστε τες. Είναι, νομίζω, το Ευαγγέλιο του ηθοποιού, για ό,τι αφορά την τέχνη του πάνω στον μάγο, στο θαυματουργό σανίδι της Σκηνής»
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ Καλλέργης: «…Δυστυχώς η επαγγελματική τακτοποίηση, με τις σημερινές συνθήκες του Θεάτρου και την πληθώρα των ηθοποιών, δεν είναι εύκολο πράγμα. Πρέπει να ξέρεις ότι, για να εξυπηρετηθούν οι σημερινές ανάγκες του Ελληνικού Θεάτρου, χρειάζονται συνολικά εξακόσιοι ηθοποιοί. Κι όμως, κυκλοφορούν κάπου χίλιοι τετρακόσιοι ικανοί ηθοποιοί με άδεια και σπουδές… Και τίποτα δεν γίνεται για ν’ απορροφηθούν οι υπόλοιποι εδώ ή στην επαρχία[…] Αλλοίμονο, βέβαια, στον ηθοποιό που θάχει σαν πρώτη φιλοδοξία το να καταφέρει να “αράξει” κάπου. Η ζωή του ηθοποιού, τουλάχιστον η εσωτερική του ζωή, είναι σαν του τσιγγάνου, του διαβατάρη, του ερευνητή…»
Φταίει ο Σέξπιρ…
Αφήσαμε για το τέλος την άποψη θεατράνθρωπου, λάτρη της αρχαίας τραγωδίας, δημιουργού του «Αρματος Θέσπιδος»:
ΛΙΝΟΣ Καρζής: «…Και ξαναγυρίζει[…] ο υψηλός και καθαρά θρησκευτικός τόνος της μεγάλης Τέχνης στη Λειτουργία έως την ώρα που ο Σαίξπηρ, πατέρας του νεώτερου Θεάτρου, θα περιορίσει οριστικά τα πλαίσιά του στον κοινωνικό άνθρωπο χωρίς επέκταση στους πλατύτερους ορίζοντες, και θα κόψει αποφασιστικά την επικοινωνία του ανθρώπου με τις θεϊκές δυνάμεις»
*Μ’ ένα γραφειάκι επί της Φειδίου 6 (3ος όροφος) κυκλοφόρησαν βιβλία που αγαπήθηκαν από το πλατύ κοινό, όπως «Η αποικιοκρατία στο εδώλιο» του Ζακ Αρνό, το «Σταυροί στο μέτωπο» του Χάμφρεϊ Κομπ, «Η επανάσταση της Κούβας» του Φιντέλ Κάστρο, η «Υπεύθυνη δήλωση» της Βούλας Δαμιανάκου, οι «Ορνιθες» σε μετάφραση Βασίλη Ρώτα κ.ά., αλλά και τα τελευταία αντίτυπα του βιβλίου του Δ. Μπάτση «Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα».
**Τηρούνται η στίξη και η ορθογραφία του πρωτοτύπου των απαντήσεων.
………………………………………………………………
Αυτό είναι κακοήθεια…
«Ούτε να πριονίζετε τον αέρα τόσο πολύ με το χέρι σας. Ακόμη και στο χείμαρο, στη θύελλα και, θα 'λεγα, στον ανεμοστρόβιλο του πάθους, πρέπει να μάθετε να κρατάτε κάποια μετριοπάθεια. Ω, με πειράζει κατάκαρδα ν’ ακούω έναν νταγλαρά με την περούκα στην κόκα να ξεσκίζει ένα πάθος, για να σπάζει τ’ αφτιά των θεατών της πλατείας[…] Και μην επιτρέπετε σ’ αυτούς που κάνουν τους κωμικούς να λένε περισσότερα από όσα είναι γραμμένα στο ρόλο τους. Γιατί είναι πολλοί απ’ αυτούς που γελάνε οι ίδιοι, για να κάνουν καμπόσους χαζούς θεατές να γελάσουν κι εκείνοι[…] Αυτό είναι κακοήθεια και δείχνει την ελεεινότατη φιλοδοξία του κωμικού που το κάνει»
(Οδηγίες Αμλετ σε δυο ή τρεις θεατρίνους, Σκηνή 2, κοντά στον Πύργο. Μετάφραση Βασίλη Ρώτα, 1938)