Της Εφης Μαρίνου
Ο Ματίας Λάνγκχοφ, όσες φορές ήρθε στην Ελλάδα σκηνοθετώντας στο Φεστιβάλ Αθηνών, τάραξε τα νερά. Πρώτα με τις τολμηρές «Βάκχες» του ΚΘΒΕ (1997) στην Επίδαυρο και τον Μηνά Χατζησάββα στον ρόλο ενός Διόνυσου όπως τον γέννησε η μάνα του. Και μετά με τον «Φιλοκτήτη» (2008) στη Μικρή Επίδαυρο, με ένα σκηνικό που του απέρριψε το ΚΑΣ και τον έκανε έξαλλο.
Αυτές τις μέρες βρέθηκε ξανά στην Επίδαυρο. Οχι ως σκηνοθέτης, αλλά για τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ γαλλοελβετικής παραγωγής με θέμα τον ίδιον. Και ποιος να φανταζόταν ότι ο διάσημος σκηνοθέτης θα ξημερωνόταν χθες στο κρατητήριο της Γενικής Ασφάλειας Ναυπλίου;..
Πώς ξεκίνησαν όλα αυτά; Το συνεργείο, που έφτασε στην Παλαιά Επίδαυρο την Τετάρτη το βράδυ, κατέλυσε στο ξενοδοχείο «Αριστοτέλης». Το πρόγραμμα εργασίας δύο ημερών ήταν σφιχτό. Γυρίσματα στο Μικρό και το Μεγάλο Θέατρο, κυρίως νυχτερινά, με άδεια από το ΚΑΣ. Το πρόβλημα ξεκίνησε από τη διαφορετική αντίληψη γύρω από το είδος της «άδειας» που του χορηγήθηκε.
Υποτίθεται ότι το συνεργείο θα έμπαινε στο θέατρο εφόσον δεν υπήρχαν πια επισκέπτες και το γύρισμα θα περιοριζόταν σε μια συνέντευξη του Λάνγκχοφ και κάποια πλάνα του με φόντο το μνημείο. Οπως πληροφορηθήκαμε, όμως, τα γυρίσματα δεν αφορούσαν μόνο το ντοκιμαντέρ για τον Λάνγκχοφ, αλλά και ολιγόλεπτη ταινία που γυρίζει παράλληλα άλλος οπερατέρ για λογαριασμό του σκηνοθέτη, την οποία θέλει να εντάξει σε παράσταση που πρόκειται να σκηνοθετήσει.
Η βάρδια των αρχειοφυλάκων προχθές το βράδυ είχε ενημερωθεί ότι πρέπει να μείνει μακριά από το θέατρο, γιατί ο απαιτητικός σκηνοθέτης δεν ήθελε καμιά ενόχληση στη δουλειά του. Γύρω στις 2 τα μεσάνυχτα, δύο φύλακες βλέπουν μια γυμνή γυναίκα να περπατάει στον διάδρομο μεταξύ των διαζωμάτων και να μισοξαπλώνει στα σκαλιά «αναστενάζοντας» και «ακκιζόμενη» (σύμφωνα με την περιγραφή τους, επρόκειτο για «αισθησιακή σκηνή»), ενώ την κινηματογραφούν τρεις κάμερες. Αμέσως ειδοποιείται ο υπεύθυνος των αρχαιοφυλάκων, ο οποίος προσπαθεί να πείσει το συνεργείο ότι τα συγκεκριμένα πλάνα δεν προβλέπονται από την άδεια που έχει χορηγηθεί. Μετά από έντονο διαπληκτισμό ενημερώνεται η προϊσταμένη της Δ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων και η αστυνομία. Τα όργανα της τάξης μπαίνουν στο θέατρο, κατάσχουν το υλικό που είχε βιντεοσκοπηθεί και οδηγούν όλους στη Γενική Ασφάλεια Ναυπλίου.
Ο Ματίας Λάνγκχοφ διανυκτέρευσε στο τμήμα μαζί με τους άλλους και το πρωί πέρασε αυτόφωρο. Σχηματίστηκε δικογραφία και ορίστηκε τακτική δικάσιμος. Αργά το μεσημέρι, απαιτώντας δικηγόρους και μεταφραστές (η γαλλική πρεσβεία κινητοποίησε τους δικηγόρους Αικατερίνη Τζανετουλάκου και Δήμητρα Οικονόμου) απολογήθηκε. Κι ενώ αρχικά ακούστηκε ότι θα γίνει μήνυση και από την πλευρά του σκηνοθέτη για παρεμπόδιση της δουλειάς του -για την οποία είχε πληρώσει τη χρήση του χώρου- και διαφυγόντα κέρδη, η Αικατερίνη Τζανετουλάκου μας είπε ότι προς το παρόν δεν έγινε κάτι τέτοιο.
«Πιστεύω ότι γρήγορα θα γίνει αντιληπτό ότι οι συγκεκριμένες εικόνες αποτελούν μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας», τονίζει. «Είναι γνωστό πόσο σημαντική είναι η δουλειά του στην Ευρώπη και όχι μόνο, πόσο καινοτόμες είναι οι παραστάσεις του. Το έχουμε δει και στην Επίδαυρο. Το γυμνό δεν είναι απαγορευμένο στην Επίδαυρο, ούτε προσβάλλει. Η δημιουργία του σκηνοθέτη είναι αφαιρετική. Θα επεξεργαζόταν το υλικό έτσι κι αλλιώς. Ζητήσαμε να μας παραδοθεί, αλλά δεν στάθηκε δυνατόν. Προφανώς οι αρχειοφύλακες σοκαρίστηκαν στη θέα της γυμνής ηθοποιού. Οι πελάτες μου αφέθηκαν ελεύθεροι, ο κ. Λάνγκχοφ νιώθει πολύ κουρασμένος από την ταλαιπωρία, δεν έχει κανένα παράπονο από την ελληνική αστυνομία -τον σεβάστηκαν πραγματικά- αν και η ταλαιπωρία του δεν ήταν λίγη».
Η κάρτα και των δύο φιλμ θα σταλεί στη ΓΑΔΑ, σε αρμόδιο τμήμα, όπου θα γίνει επεξεργασία και όποιες «προσβλητικές» για το μνημείο εικόνες αναγνωριστούν, θα καταστραφούν. Το επίμαχο δεύτερο φιλμ (αυτό που γυρίζει ο ίδιος ο Λάνγκχοφ) αφορά μια σκηνή από την «Οδύσσεια», με την Κίρκη και τον Οδυσσέα.
Η Αικ. Τζανετουλάκου τονίζει ότι το συνεργείο είχε άδεια και για το δεύτερο φιλμ. «Το ΚΑΣ είχε παραλάβει ένα ντοσιέ με πλήρη περιγραφή των γυρισμάτων που θα γίνουν στο θέατρο. Γι' αυτό και ο Ματίας Λάνγκχοφ αιφνιδιάστηκε όταν διακόπηκε το γύρισμα».
Ο υπεύθυνος των αρχειοφυλάκων, Γιώργος Καλούδης, όταν τον ρωτήσαμε τι ακριβώς συνέβη, μας είπε: «Τίποτα σπουδαίο. Κάναμε το καθήκον μας. Η παρέμβασή μας ήταν αναμενόμενη. Αυτό που είδαμε να συμβαίνει ήταν έξω από τους κανονισμούς. Αν δεν το αναφέραμε στην Υπηρεσία θα ήμασταν υπόλογοι».
Ο Ματίας Λάνγκχοφ επέστρεψε αργά το βράδυ στο ξενοδοχείο. Αν και ταλαιπωρημένος, χαμογελαστός και καλαμπουρίζοντας με τον Αριστοτέλη, ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου, παραγγέλνει καφέ. Καπουτσίνο ή εσπρέσο; «Τι μου λέτε; Ελληνικό, μόνο ελληνικό»…