ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Του Νίκου Φωτόπουλου
Το μέλλον στην αγροτική οικονομία είναι «χωρίς μεσάζοντες», τώρα με τη βούλα της επιστήμης! Αυτό προκύπτει από μεγάλη έρευνα του Τομέα Αγροτικής Οικονομίας (Τμήμα Γεωπονίας) του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Αντικείμενο της μελέτης ήταν τα επονομαζόμενα «τροφομίλια», δηλαδή τα αυξημένα χιλιόμετρα που διανύουν τα οπωροκηπευτικά για να καταναλωθούν από τους κατοίκους του αστικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο αυτό διερευνήθηκαν οι απόψεις μικρών γεωργών σχετικά με μελλοντικές μορφές συνεργασίας τους με τους αστούς.
Μια διαφορετική έρευνα
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στο σουπερμάρκετ μπορεί να βρει ο καταναλωτής ποικιλία προϊόντων και εκτός εποχής, από διάφορα σημεία του πλανήτη. Ορισμένα από τα προϊόντα που ταξιδεύουν από πολύ μακριά δεν είναι μόνο εξωτικά φρούτα και λαχανικά (τζίντζερ, μάνγκο, μπανάνες, φινόκιο), αλλά και κολοκυθάκια, αχλάδια, κρεμμύδια, πιπεριές, πατάτες, σκόρδα.
Οι χώρες από τις οποίες έρχονται είναι: Τουρκία, Ιταλία, Αυστρία, Ισραήλ, Πολωνία, Ολλανδία, Γαλλία, Ισπανία, Ακτή Ελεφαντοστού, Κίνα, Αμερική, Βραζιλία, Περού και Χιλή.
Οσο αλλάζουν η δομή και το μέγεθος του σημείου λιανικής πώλησης και διερευνώνται πιο μικρά καταστήματα, όπως μανάβικα και παντοπωλεία της γειτονιάς, τα τροφομίλια των οπωροκηπευτικών μειώνονται.
Ομως εντοπίζονται προϊόντα όπως κολοκυθάκια, κουκιά, πατάτες, φασολάκια, μανιτάρια, που ταξιδεύουν χιλιόμετρα μακριά, είτε από το εξωτερικό είτε από αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, σε απόσταση άνω των 50 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη, όπως π.χ. Αλεξάνδρεια Ημαθίας, Κατερίνη, Βέροια, Αριδαία, Φάρσαλα, Κρήτη. Περιοχές κοντά στη Θεσσαλονίκη που προμηθεύουν τα μικρά σημεία πώλησης εντοπίστηκαν να είναι η Αγ. Παρασκευή, τα Βασιλικά και η Επανομή. Στην υπαίθρια λαϊκή αγορά, τα «ταξιδεμένα» από το εξωτερικό κηπευτικά είναι μειονότητα. Πρόκειται για προϊόντα όπως πατάτες, κολοκυθάκια, καρότα και φασολάκια από χώρες όπως Λιθουανία, Τουρκία, Βέλγιο και Μαρόκο.
Η συντριπτική πλειονότητα των προϊόντων προέρχεται από την Ελλάδα, από περιοχές όπως οι Κρήτη, Λακωνία, Ναύπλιο, Αργος, Κόρινθος, Αχαΐα, Βοιωτία, Ορεστιάδα, Πρέβεζα, Αρτα, Ζαγορά, Ξάνθη, Νευροκόπι. Τα λιγότερο ταξιδεμένα λαχανικά έρχονται από τα Βασιλικά, τη Ν. Ραιδεστό (Ν. Θεσ/νίκης), την Τρίγλια, τη Ν. Γωνιά (Ν. Χαλκιδικής).
«Μια λύση στο μέλλον για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι να ενισχυθούν τα τοπικά συστήματα παραγωγής. Η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία είναι μια εναλλακτική μορφή γεωργικής παραγωγής, πώλησης και οργάνωσης, με βάση ένα τοπικό δίκτυο που στηρίζεται στην απλή λογική της συνεργασίας, με έμφαση στη δημιουργία μιας κοινότητας γύρω από τα τρόφιμα. Με αυτόν τον τρόπο, οι μικροί γεωργοί μπορούν να παρακάμψουν τις παραδοσιακές δομές της αγοράς και της χρηματοδότησης οι οποίες τους δημιουργούν μεγαλύτερο ρίσκο», υποστηρίζει η λέκτορας του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ, Μαρία Παρταλίδου, που πραγματοποίησε την έρευνα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, όσο ο γεωργικός πληθυσμός γερνάει, όσο η αστικοποίηση αυξάνεται, όσο η κρίση βαθαίνει και το ποσοστό της ανεργίας και της φτώχειας αυξάνεται τόσο εντονότερα γίνονται δύο βασικά προβλήματα: το πρόβλημα της διαδοχής και της επιβίωσης των μικρών γεωργών και το πρόβλημα της πρόσβασης στα τρόφιμα των αστών.
Η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία ως τοπικό σύστημα παραγωγής έχει πολλαπλά οφέλη: καλύτερη επικοινωνία μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών, σχέση εμπιστοσύνης, δυνατότητα άμεσου ελέγχου της προέλευσης των προϊόντων, αυτάρκεια σε τρόφιμα, αειφορική παραγωγή με χαμηλότερο ενεργειακό αποτύπωμα (λόγω χαμηλών τροφομιλίων), διαπραγματευτική δύναμη των γεωργών και κοινωνική συνοχή.
Επιστροφή στο μέλλον
Η έρευνα εστίασε στο να διερευνήσει το μέλλον των τοπικών συστημάτων τροφίμων και ειδικότερα της Κοινωνικά Υποστηριζόμενης Γεωργίας, όπως το φαντάζονται οι ίδιοι οι γεωργοί. Στην έρευνα συμμετείχαν, ως ειδικοί, μικροί γεωργοί που ασκούν τη γεωργία (καλλιέργεια κηπευτικών) σε αγροτικές περιοχές κάτω του ορίου των 50 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη.
Οι ποιοτικές συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν είτε στο σπίτι του/της γεωργού είτε στο καφενείο του χωριού.
Η επικρατούσα άποψη είναι ότι στο μέλλον θα ενισχυθούν τα κινήματα χωρίς μεσάζοντες, διατύπωση που επιτυγχάνει και τη μεγαλύτερη συμφωνία μεταξύ των αγροτών. Οι γεωργοί συμφωνούν ότι ο καλύτερος τρόπος για να πουλήσουν τα λαχανικά τους είναι, πλέον, να το κάνουν μόνοι τους, είτε στις λαϊκές-υπαίθριες αγορές είτε στα κινήματα πόλης.
Η λαχαναγορά και ο χονδρέμπορος έχουν πάψει να είναι γι' αυτούς ένα ασφαλές και δίκαιο μέρος συναλλαγής. Συμφωνούν όμως ότι η υπαίθρια αγορά τούς αποσπά από τον χρόνο που πρέπει να αφιερώσουν στο χωράφι. Ετσι, συμπράξεις μεταξύ γεωργών και καταναλωτών θα ήταν ιδανικό σενάριο για εκείνους.