05/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΧΟΡΧΕ ΣΕΜΠΡΟΥΝ

«Ασκήσεις επιβίωσης»

      Pin It

H γκρίζα σοσιαλιστική πραγματικότητα

 

Ετσι, λοιπόν, από τα είκοσι μέχρι τα σαράντα μου χρόνια, θα βρισκόμουν συνεχώς αντιμέτωπος με την πιθανότητα της σύλληψης. Δύο δεκαετίες: χρόνια διαμόρφωσης, ωρίμανσης (Bildungsjahre, σύμφωνα με την εύστοχη γερμανική έκφραση), μπροστά στο ενδεχόμενο, λιγότερο ή περισσότερο μακρινό, μερικές φορές άμεσο, της σύλληψης – και, κατά συνέπεια, των βασανιστηρίων. Δύο δεκαετίες ζωής εκτός νόμου, στο περιθώριο, έστω, του νόμου, με πλαστά χαρτιά.

 

Βεβαίως, κατά τη δεύτερη δεκαετία αυτής της παράνομης ζωής, αν με συνελάμβαναν σε κάποιο αεροδρόμιο του Παρισιού, κατά την επιστροφή μου από κάποια χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ (επιστροφή από την Πράγα, κανονικά, αφού εκεί βρισκόταν όλα εκείνα τα χρόνια η βάση του μηχανισμού του ΚΚΙ πέρα από το σιδηρούν παραπέτασμα, κάτι που ήταν καλό για μένα, από δύο απόψεις: πρώτον, επειδή η Πράγα ήταν μια πανέμορφη πόλη, και ποτέ δεν βαρέθηκα να περιφέρομαι στα πιο μυστικά βάθη της· και, δεύτερον, επειδή τα ταξίδια μου στην Πράγα, συνήθως σύντομα αλλά και πολλά, μετά το 1954, με βοήθησαν να αποκτήσω μια ευρύτερη οπτική για τον κόσμο, με περισσότερες αποχρώσεις, και αντίθετη προς την αφελή, στενόμυαλη αισιοδοξία του κομμουνιστικού δόγματος· φτάνοντας από τη Μαδρίτη ή το Παρίσι, η Πράγα μού πρόσφερε, πέρα από τη νοσταλγική και συγκλονιστική ομορφιά της, το θέαμα της γκρίζας σοσιαλιστικής πραγματικότητας: γκρίζας στα ρούχα, στις βιτρίνες, στα πρόσωπα, στη διάθεση, στον επίσημο πολιτικό λόγο. Αυτό αρκούσε και με το παραπάνω για να θέσεις στον εαυτό σου διάφορα ερωτήματα.

 

Φτάνοντας όμως από τη Μόσχα, η Πράγα μού πρόσφερε, αντιθέτως, την ποικιλομορφία, έστω και σε παρακμή, τη λάμψη, έστω και σβησμένη, της ευρωπαϊκής Δύσης· φτάνοντας στην Πράγα από τη Μόσχα, είχα την αίσθηση ότι επέστρεφα στον τόπο μου, πράγμα που ήταν, χωρίς αμφιβολία, πολύ σημαντικό), αν λοιπόν με συνελάμβαναν σε κάποιο αεροδρόμιο του Παρισιού, επιστρέφοντας από την Πράγα, και ένας αστυνομικός ανακάλυπτε κάποια ανωμαλία στο πλαστό μου διαβατήριο –υπόθεση μάλλον απίθανη, αλλά που δεν μπορούσε να αποκλειστεί εντελώς–, οι συνέπειες θα ήταν δυσάρεστες, ασφαλώς, αλλά όχι δραματικές.

 

Το ίδιο και αν με συνελάμβαναν στο Μπεομπί, για παράδειγμα, από τη γαλλική πλευρά, διασχίζοντας τα ισπανικά σύνορα προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Οπως και να ’χει, στις αρχές εκείνων των εκτός νόμου δεκαετιών, εκείνων των χρόνων μαθητείας, έτεινα, μέσα στην ευφορία της νιότης, να βλέπω την παράνομη ζωή ως προνόμιο, ως σημάδι ότι ανήκα σ’ ένα είδος ιπποσύνης, ως μια ευτυχή και αναζωογονητική ιδιαιτερότητα που με διέκρινε από τους κοινούς θνητούς.

 

Δεν αισθανόμουν την ανάγκη να διατυμπανίζω αυτή την ιδιαιτερότητα, να επωφελούμαι από αυτήν ή να την εκμεταλλεύομαι με οποιονδήποτε τρόπο, στις σχέσεις μου με τους άλλους. Την απολάμβανα μέσα στη σιωπή των ιδιωτικών μου στιγμών, ήταν αυτάρκης. Ηταν ένας προφανής αλλά ανομολόγητος πλούτος, ένα μη ειπωμένο που έτρεφε τις αυταπάτες μου, τις πεποιθήσεις μου, τα όνειρά μου.

 

Στη συνέχεια, όσο περνούσε ο καιρός, όσο συνήθιζα αυτή την κατάσταση, αυτόν τον τρόπο ζωής όπου το ρίσκο, το απρόοπτο, ο κίνδυνος γίνονταν όχι μόνο καθημερινότητα αλλά και ρουτίνα, επαγγελματισμός, κατά κάποιον τρόπο· όσο επίσης αδύνατον να μην το λάβω υπόψη μου, η λυρική αυταπάτη έσβηνε και η μόνη βεβαιότητα που παρέμενε ζωντανή, γόνιμη, ήταν η βεβαιότητα πως ο αγώνας κατά της φρανκικής δικτατορίας ήταν αναγκαίος, δίκαιος και ορθός, έστω κι αν δεν κατέληγε σε μια επαναστατική Δευτέρα Παρουσία· όσο η ωραία φράση του Ερνέστ Ρενάν, η αλήθεια μπορεί να είναι θλιβερή, πρόβαλλε ανάγλυφη στο μυαλό μου, κυρίως μετά το 1956 και το 20ό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ· όσο γερνούσα, ίσως, πολύ απλά, έπαψα να βλέπω την ιδιαιτερότητα της ζωής μου ως προνόμιο, ως χρίσμα και φωτοστέφανο.

 

…………………………………………………………………………………………………………….

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΡΕΖΙΣ ΝΤΕΜΠΡE

Ο Σεμπρούν σε σπειροειδή κατάδυση

 

Αγαπάμε τον Χόρχε Σεμπρούν γι’ αυτό που ήταν ή για το τι έκανε αυτό που ήταν; Ισως φαίνεται παράλογο, γι’ αυτόν περισσότερο απ’ όσο για άλλους, να θέλει κανείς να ξεχωρίσει το έργο από τη ζωή, αλλά, μπροστά στη χιονοστιβάδα των μεταθανάτιων αφιερωμάτων στο πρόσωπό του, αρχίζει να σκέφτεται ότι, στο τέλος, ο άνθρωπος που καταθέτει μαρτυρίες επισκίασε τον ποιητή. Είχαμε κάθε λόγο να θαμπωθούμε: αυτή η προσωπική σκιά μοιάζει με την εκτυφλωτική φορεσιά ενός τορέρο. Ο άνθρωπος έφερε τις ουλές του τρόμου του 20ού αιώνα. Ενιωσε στο πετσί του τα μαγέματα και τα απομαγέματά του. Ελάχιστοι από τους μεγαλυτέρους μας θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι έζησαν ένα τόσο πυκνό πεπρωμένο.

 

Ενδεχομένως, ο ίδιος δεν θα είχε παραλείψει να συμπεριλάβει στους εκλεκτούς της Ιστορίας, στην αριστοκρατία της δυστυχίας, τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Μαλρώ, τον οποίο θαύμαζε, και του οποίου το έμβλημα, «να μετατρέπουμε την εμπειρία σε συνείδηση», θα μπορούσε να είναι δικό του. Πιο οικουμενικός ίσως, αλλά λιγότερο Ευρωπαίος, ο μονόγλωσσος Γάλλος πέρασε από τη Σανγκάη, όχι όμως και από το Μπούχενβαλντ. Ο δικός μας πολύγλωσσος άνθρωπος-σύνορο, Ισπανο-γερμανο-γάλλος, συγκεντρώνει τις εκλεκτότερες κληρονομιές της Ευρώπης. Εκανε να σμίξουν το θάρρος και η παλικαριά του Καστιλιάνου, η μεταφυσική ανησυχία του Γερμανού και η στεγνή διαύγεια του Γάλλου.

 

Αντιστασιακός στο Παρίσι, κρατούμενος σε στρατόπεδο κοντά στη Βαϊμάρη, παράνομος στη Μαδρίτη –και αργότερα υπουργός στην ίδια πόλη–, ο θρύλος είχε άφθονο υλικό. Το αποτέλεσμα ήταν μια συντριπτική αίγλη. Ο,τι ο Ούγγρος Ιμρε Κέρτες, επίσης πρώην κρατούμενος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και κάτοχος Νόμπελ λογοτεχνίας, αποκάλεσε, με ελαφρό μειδίαμα, «ένα είδος επίσημου ήρωα» στην Ευρωπαϊκή Ενωση (η οποία βέβαια δεν διέθετε και πολλούς ήρωες τέτοιου διαμετρήματος).

 

Αλλά γιατί; Και άλλοι επέζησαν από τα στρατόπεδα, ακόμη και τα στρατόπεδα εξόντωσης – ο Αντέλμ, ο Ρουσσέ, ο Πρίμο Λέβι, ο Ζαν Καιρόλ. Και άλλοι ήταν αντιστασιακοί, και εξαιρετικά γενναίοι μάλιστα, από τον Ροζέ Βαγιάν μέχρι τον Ντανιέλ Κορντιέ. Και άλλοι, νεότεροι και σε άλλα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, υπήρξαν παράνομοι αγωνιστές που βρέθηκαν και αυτοί αντιμέτωποι με τα βασανιστήρια και τον θάνατο, και όλοι τους άφησαν επίσης αξιομνημόνευτο έργο. Ναι, αλλά κανείς δεν το έκανε όπως ο δικός μας πρίγκιπας της Ισπανίας. Ο τόνος του είναι αμίμητος. Το ηθικό κύρος είναι ένα πράγμα, η ποιότητα μιας χροιάς είναι άλλο.

 

Ας ξεχάσουμε για λίγο το πρώτο και ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τη δεύτερη.

 

………………………………………………………………

 

Ποιος είναι

 

O Χόρχε Σεμπρούν (1923-2011) γεννήθηκε στη Μαδρίτη. Το 1943 οργανώνεται στην Αντίσταση, συλλαμβάνεται από την Γκεστάπο και εκτοπίζεται στο Μπούχενβαλντ. Απελευθερώνεται από τους Αμερικανούς τον Απρίλιο του 1945. Για δέκα χρόνια δουλεύει στον παράνομο μηχανισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας. Εκλέγεται μέλος του Πολιτικού Γραφείου (1956). Ερχεται σε ρήξη με τον Σαντιάγο Καρίγιο και διαγράφεται το 1964. Από το 1988 μέχρι το 1991 μετέχει στην κυβέρνηση Γκονζάλεθ ως υπουργός Πολιτισμού. Μερικά από τα βιβλία του είναι: «Το μεγάλο ταξίδι» (Εξάντας), «Ο δεύτερος θάνατος του Ραμόν Μερκαντέρ» (Θεμέλιο), «Είκοσι χρόνια και μια μέρα» (Εξάντας). Το τελευταίο βιβλίο του «Ασκήσεις επιβίωσης» θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις «Πόλις».

 

Scroll to top