26/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ροτόντα

Ο κύκλος της Ιστορίας

Ρωμαϊκοί χρόνοι, χριστιανισμός, Βυζάντιο και Τουρκοκρατία «συναντώνται» στο κατεξοχήν πολυπολιτισμικό μνημείο της Θεσσαλονίκης, το οποίο περιλαμβάνεται στο δίκτυο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Αντεξε επιδρομές, σεισμούς και ανίερες επεμβάσεις, ενώ τα τελευταία χρόνια αποκαταστάθηκε και λειτουργεί ως μουσείο, το.
      Pin It

Της Χαράς Τζαναβάρα – Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

 

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Ο «γενετικός» κώδικας της Θεσσαλονίκης αποτυπώνεται με τον πιο ακριβή τρόπο στα μνημεία της. Καταγράφουν τη μακραίωνη πορεία της που ξεκινά από το 3000 π.Χ., αποτυπώνοντας αυτό τον ιδιαίτερο διάλογο Ανατολής και Δύσης που χαρακτηρίζει τη «νύμφη του Θερμαϊκού». Καθένα έχει το δικό του στίγμα, όμως η Ροτόντα κατά γενική ομολογία αποτελεί το παλίμψηστο της ιστορίας της πόλης. Κατά καιρούς απέκτησε πολλές ονομασίες, κυρίως αγίων, αλλά κατοχυρώθηκε ως Ροτόντα λόγω της κυκλικής του κάτοψης.

 

Η κατασκευή του μνημείου ξεκίνησε το 306 μ.Χ. από τον Γαλέριο, τον 53ο Καίσαρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο οποίος επέλεξε τη Θεσσαλονίκη ως έδρα της επαρχίας της Μακεδονίας, λόγω της στρατηγικής της θέσης. Αποτελούσε το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του περίφημου Γαλεριανού συγκροτήματος που κατασκευάστηκε στο ανατολικό τμήμα της παλιάς πόλης, σε μικρή απόσταση από την Κασσανδριώτικη πύλη, ίχνη της οποίας διασώζονται στη σημερινή πλατεία Συντριβανιού. Στον άξονά της οδηγούσε η πομπική οδός που συνέδεε το συγκρότημα με τη θριαμβευτική αψίδα του Γαλέριου, τη γνωστή Καμάρα.

 

Δεν είναι γνωστός ο αρχιτέκτονας της Ροτόντας, αλλά από το στρογγυλό σχήμα της είναι ολοφάνερες οι επιρροές από το Πάνθεον του Αγρίππα στην αρχαία Ρώμη. Αγνωστη είναι και η ακριβής χρήση του, καθώς ο Γαλέριος πέθανε το 311 και δεν πρόλαβε την ολοκλήρωση των έργων. Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι το προόριζε για να γίνει το μαυσωλείο του. Αλλοι όμως θεωρούν ότι ήταν ναός του Δία ή χώρος τέλεσης των Καβείριων μυστηρίων, των τελετών που συνδέονται με τη γέννηση.

 

Το μνημείο έχει διάμετρο 24,50 μέτρα και ύψος που φτάνει τα 29,80 μέτρα μαζί με τον εντυπωσιακό θόλο. Ο κυκλικός εξωτερικός τοίχος, που έχει πάχος 6,30 μέτρα και είναι πέτρινος, διασπάται από οκτώ ορθογώνιες κόγχες κατασκευασμένες από τούβλα, από τις οποίες η νότια λειτουργούσε ως κύρια είσοδος. Από την εξωτερική πλευρά η στέγη δείχνει «βαριά», παρόλο που χωρίζεται σε τρεις ζώνες και διαθέτει πολλά ανοίγματα, από τα οποία πολλά καλύπτονται από ημικυκλικά τόξα. Στο εσωτερικό όμως υπάρχει μια δεύτερη κυκλική κατασκευή με ιδιαίτερα ανάλαφρη όψη.

 

Οι «μετοχές» της Θεσσαλονίκης είχαν ανεβεί κατά την περίοδο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο οποίος στο λιμάνι της συγκέντρωσε τις δυνάμεις του και εξόρμησε για τη νικηφόρα μάχη κατά του αντιπάλου του Λικίνιου στη Χρυσούπολη. Ηταν μία από τις υποψήφιες πόλεις για την έδρα της Νέας Ρώμης και μπορεί να επιλέχθηκε η Κωνσταντινούπολη, αλλά σε όλη τη βυζαντινή περίοδο διατήρησε τον τιμητικό τίτλο της «συμβασιλεύουσας». Μάλιστα ο Θεοδόσιος ο μέγας (397-395) επέλεξε τη Θεσσαλονίκη για να ανακηρύξει το 380 τον χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του κράτους. Εκτιμάται ότι επί των ημερών του η Ροτόντα μεταμορφώθηκε σε χριστιανικό ναό και μνημονεύεται ως ναός των Ασωμάτων και των Αρχαγγέλων.

 

Σε αυτή την περίοδο γίνονται σημαντικές μετατροπές. Προστέθηκε εξωτερικός κυκλικός διάδρομος, προφανώς για να αυξηθούν οι διαστάσεις του ναού, ο οποίος όμως καταστράφηκε στον μεγάλο σεισμό του 7ου αιώνα. Η ανατολική κόγχη μεγάλωσε για να διαμορφωθεί σε ιερό βήμα και απέκτησε αψίδα με ψηφιδωτή διακόσμηση, ψηφιδωτά, με παραστάσεις δανεισμένες από τη φύση και έντονα χρώματα, κοσμούσαν το εσωτερικό του ναού, τις κόγχες και κυρίως τον εσωτερικό θόλο. Είναι μοναδικής τέχνης και θεωρούνται τα παλαιότερα που διασώζονται σε όλη τη χριστιανική Ανατολή. Στη δυτική πλευρά κατασκευάστηκε νέα είσοδος με νάρθηκα, ενώ στον Νότο προστέθηκε προθάλαμος και δύο μικρά παρεκκλήσια.

 

Το 1387, έπειτα από τετράχρονη πολιορκία, η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε στα στρατεύματα του σουλτάνου Βαγιαζίτ. Με εντολή του Τούρκου διοικητή της πόλης, περί το 1590 ο ναός μετατρέπεται σε τέμενος και φέρει την ονομασία Χορτάτζ Εφέντη τζαμί. Οι εργασίες μετατροπής είχαν ανατεθεί στον Μιμάρ Σινάν (1489-1588), τον ελληνικής καταγωγής κορυφαίο δημιουργό της εποχής που επέφερε σημαντικές καινοτομίες στην κοσμική αλλά και τη θρησκευτική αρχιτεκτονική. Ανακηρύχθηκε σε αρχιτέκτονα του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή και άλλων σουλτάνων, ενώ του αποδίδονται 334 κτίρια μεγάλης κλίμακας, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές είναι ο αρχιτέκτονας του Λευκού Πύργου, ενώ είναι βέβαιο ότι μελέτησε τον μιναρέ, την κρήνη στην αυλή και τους προθαλάμους που βρίσκονται στη νότια πλευρά της Ροτόντας.

 

Ξένοι περιηγητές που είχαν επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη τον 17ο και τον 18ο αιώνα καταγράφουν τη Ροτόντα ως ναό των Αγίων Ασωμάτων. Την αναφέρουν και ως ναό του Αγίου Γεωργίου, στον οποίο είναι αφιερωμένο το παρεκκλήσι που κατασκευάστηκε στη δυτική πλευρά της Ροτόντας και ανήκει στη μονή Γρηγορίου του Αγίου Ορους. Λέγεται πως σε αυτό το μικρό χώρο στεγάστηκε η μητρόπολη της Θεσσαλονίκης όταν οι Τούρκοι είχαν επιτάξει τους επιβλητικούς ναούς του Αγίου Δημητρίου και της Αγίας Σοφίας. Εκείνη την εποχή καταγράφεται ως «Γενί Μετροπόλ» (Παλιά Μητρόπολη), αλλά η αναφορά ανήκει στο παρεκκλήσι και όχι στη Ροτόντα όπως εκ παραδρομής αναφέρουν ορισμένοι μελετητές.

 

Η Ροτόντα λειτουργεί και πάλι ως χριστιανικός ναός από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 έως και το 1917, οπότε ο τότε πρωθυπουργός της χώρας Ελευθέριος Βενιζέλος την επέλεξε για να στεγάσει το Μακεδονικό Μουσείο. Με αυτή τη χρήση λειτούργησε ώς το 1978, οπότε και έκλεισε λόγω των ζημιών που προκάλεσε ο μεγάλος σεισμός στη Θεσσαλονίκη. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια για να εκπονηθούν οι μελέτες και να ξεκινήσουν οι εργασίες αναστήλωσης της Ροτόντας, που λειτουργεί πλέον ως μουσείο.

 

1. Παγκόσμιο μνημείο

Η Ροτόντα αποτελεί ένα από τα τρία σημαντικότερα μνημεία της ρωμαϊκής περιόδου σε παγκόσμια κλίμακα και περιλαμβάνεται στον κατάλογο της UNESCO με τα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

 

2. Μέρος συγκροτήματος

Το Γαλεριανό συγκρότημα αποτελείται από τέσσερα μνημεία. Εκτός από τη Ροτόντα, υπάρχει η αψίδα του Γαλέριου που χτίστηκε λίγο πριν από το 305 και στα ανάγλυφα που την κοσμούν απεικονίζεται η νίκη των Ρωμαίων επί των Περσών. Το Οκτάγωνο, που ήταν το ανάκτορο όπου διατηρούνται τα ψηφιδωτά δάπεδα, ενώ από τον Ιππόδρομο έχουν απομείνει ελάχιστα ίχνη στα υπόγεια πολυκατοικιών της σημερινής ομώνυμης πλατείας.

 

3. Οι αγιογραφίες

Οι θαυμάσιες αγιογραφίες του θόλου χωρίζονται σε τρεις ζώνες. Στη χαμηλότερη απεικονίζονται δεόμενοι μάρτυρες και η αποκατάσταση των ζημιών σε ψηφιδωτά έγινε το 1889 από τον Ιταλό ζωγράφο Σ. Ρόσι. Η μεσαία ζώνη έχει καταστραφεί και έχουν απομείνει μόνον ανδρικά πόδια, πιθανότατα αγγέλων. Στην τρίτη ζώνη διασώζονται τα κεφάλια τριών από τους συνολικά τέσσερις αγγέλους και το μυθικό πτηνό φοίνικας.

 

[email protected]

 

Scroll to top