Pin It

Του Βασίλη Μαστρογιάννη*

 

Oι τόνοι της πολιτικής αντιπαράθεσης τελευταία έχουν ανεβεί από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση με στόχο την πόλωση και τη συσπείρωση των οπαδών- ψηφοφόρων. Αυτό που λείπει από τη στείρα αυτή αντιπαράθεση είναι ο διάλογος και η αναζήτηση λύσεων στα σοβαρά προβλήματα που περνά η κοινωνία και αντιμετωπίζει η Χώρα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον.

 

Μια γρήγορη ματιά στην ευρύτερη περιοχή και τα γεγονότα που εκεί διαδραματίζονται (Τουρκία, Συρία, Ιράκ, Βουλγαρία, Αλβανία, Σκόπια, Ουκρανία κ.λπ.) θα έπρεπε να μας κάνει να σκεφτούμε επιτέλους σοβαρά την εθνική συνεννόηση για την αντιμετώπιση μείζονος σημασίας θέματα που θα οδηγήσουν στην άσκηση ανεξάρτητης πολιτικής και την απεμπλοκή από κάθε είδους δυσμενείς επιπτώσεις και εξαρτήσεις.

 

Η εκπόνηση εθνικού σχεδίου εξωτερικής πολιτικής, στο οποίο πρέπει να συμφωνήσουν όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου, με βάση το συμφέρον της χώρας και αναζήτηση συμμάχων στην ευρύτερη περιοχή, αποτελεί πλέον μία αναγκαιότητα. Στο εσωτερικό μέτωπο η χάραξη ενός πλαισίου που θα περιλαμβάνει τον στρατηγικό σχεδιασμό για την έξοδο από την κρίση, τη θωράκιση της κοινωνίας για την αποφυγή της πλήρους κατάρρευσής της και την παραγωγική ανασυγκρότηση, αποτελεί πλέον μονόδρομο.

 

Για όλα αυτά απαιτείται πρωτίστως να πάψει η κυβέρνηση να θεωρεί ότι αυτή και μόνο αυτή αποτελεί τον παράγοντα πολιτικής σταθερότητας στη χώρα και οποιαδήποτε αλλαγή διακυβέρνησης θα είναι καταστροφική για την ελληνική κοινωνία.

 

Είναι πλέον περισσότερο από σαφές ότι το μόνο που ενδιαφέρει την παρούσα κυβέρνηση είναι να μην απολέσουν οι δυνάμεις, που την αποτελούν, την εξουσία και όχι να βοηθήσουν τον τόπο.

 

Στον βωμό της όποιας σταθερότητας είναι έτοιμοι να προτείνουν την κατάργηση γενικά των εκλογών, αφού έπειτα από αυτές πάντα μπορεί να προκύψει αστάθεια, ακυβερνησία και «λάθος» πολιτικές.

 

Σε μια δημοκρατική Πολιτεία, δεν μπορεί να θεωρείται ότι μόνο μια (μικρή) μερίδα της πολιτικής ζωής είναι ο μοναδικός υπερασπιστής της ομαλότητας και της σταθερότητας του πολιτικού συστήματος.

 

Η πολιτική σταθερότητα δεν διασφαλίζεται με μέτρα που τραυματίζουν την κοινωνική συνοχή, με μέτρα που παράγουν ανεργία, με μέτρα υπερφορολόγησης των συνεπών και συνηθισμένων υποζυγίων που περικόπτουν συντάξεις και μισθούς, αλλά επιτυγχάνεται με υπεύθυνες πολιτικές, κοινωνικά δίκαιες, και οικονομικά αποτελεσματικές. Με τα τωρινά δεδομένα, μόνο η αλλαγή πολιτικής σε προοδευτική κατεύθυνση προϋποθέτει τη ζητούμενη από όλους σταθερότητα.

 

Η άκρως νεοφιλελεύθερη πολιτική της σημερινής κυβέρνησης είναι η πολιτική που προκαλεί την κοινωνική αποσταθεροποίηση και είναι η ίδια πολιτική που οδηγεί στην αδήριτη ανάγκη για αλλαγή πολιτικής προς προοδευτική κατεύθυνση.

 

Η κορυφαία εκδήλωση της Δημοκρατίας μας, οι εκλογές, δεν αποτελούν παράγοντα αστάθειας για τη χώρα.

 

Αλλης τάξεως ζήτημα είναι αν γενικά πρέπει η κοινοβουλευτική θητεία να εξαντλεί σε κάθε περίπτωση την τετραετία, κάτι που απαιτεί κουλτούρα συνεργατικών κυβερνήσεων και πνεύμα συνεργασίας πολιτικών προσώπων και κομμάτων, που μπορεί να εναλλάσσονται στην κυβέρνηση εντός της κοινοβουλευτικής θητείας.

 

Για την εγκαθίδρυση και θεσμοποίηση αυτής της λογικής απαιτείται, εκτός της αλλαγής νοοτροπίας, εφαρμογή της απλής αναλογικής, συνταγματικός περιορισμός για την εξάντληση της τετραετίας και τακτή εφαρμογή του θεσμού των δημοψηφισμάτων για θέματα μείζονος εθνικής σημασίας.

 

Αυτό μπορεί και πρέπει το πολιτικό σύστημα να το συνομολογήσει στο άμεσο μέλλον και να σταματήσει αυτός ο τραγέλαφος της επίκλησης δήθεν εθνικού θέματος για πρόκληση εκλογών που χρησιμοποιεί η εκάστοτε κυβέρνηση, κατά το δοκούν και μόνο όταν τη συμφέρει εκλογικά.

 

Στην τρέχουσα σημαντική από κάθε άποψη πολιτική περίοδο, εκτός των άλλων, η διαχείριση του θέματος της διαπραγμάτευσης του χρέους αποτελεί μείζον ζήτημα εθνικής σημασίας.

 

Μπορεί η σημερινή κυβέρνηση να δεσμεύσει τη χώρα και τις επόμενες γενιές με μια συμφωνία που θα στηθεί στις εξαγγελίες πρωτοκλασάτων κυβερνητικών παραγόντων, ότι το χρέος είναι βιώσιμο; Είναι άραγε βιώσιμο το χρέος και από πού αυτό προκύπτει;

 

Πρέπει να γίνει σαφές ότι η αναδιάρθρωση του χρέους πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο προκειμένου η χώρα να μπορεί απερίσπαστα και χωρίς δεσμεύσεις να πορευτεί με σχέδιο στον δρόμο της ανάπτυξης και της κοινωνικής και οικονομικής ανάταξης.

 

Ο στόχος πρέπει να είναι η απομείωση του συνολικού ποσού του χρέους, κατ’ αρχήν με την αναδρομική εγγραφή του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών στο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και σε δεύτερο στάδιο απαιτείται να ανοίξει η συζήτηση Ε.Ε. συνολικά, για την αμοιβαιοποίηση του χρέους.

 

Φυσικά, σε όλη αυτή τη διαδικασία οι μονομερείς ενέργειες δεν χωρούν, ούτε βοηθούν οι θέσεις για μονομερή διαγραφή του χρέους.

 

Η χρονική μετακύληση των ομολόγων που κατέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η μείωση των επιτοκίων και η επιστροφή των κερδών που αποκόμισαν οι κρατικές τράπεζες των χωρών της Ε.Ε., είναι επίσης μέτρα που θα βοηθούσαν στην οριστική επίλυση του προβλήματος του χρέους και θα το έκαναν βιώσιμο.

 

Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω δεν μπορεί η σημερινή κυβέρνηση να τα εγγυηθεί, αφού στη δήθεν διαπραγμάτευση προσέρχεται με τη θέση ότι «το χρέος είναι βιώσιμο» και το μόνο που αναζητά είναι η εύνοια της Μέρκελ.

 

Κατά συνέπεια, ειδικά για το θέμα του χρέους, εκτός της αλλαγής πολιτικής, η οποία έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο την κοινωνία, απαιτείται νωπή εκλογική εντολή και ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις, όπως και στην περίπτωση του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι εξουσίες του οποίου θα πρέπει να ενισχυθούν συνταγματικά και να μην αποτελεί διεκπεραιωτικό πρόσωπο της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής, χωρίς λόγο και άποψη.

 

Στη δύσκολη εποχή που περνά η χώρα θα πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουν ότι απαιτείται σύνεση, σύνθεση, αποφασιστικότητα και αποκοπή από στερεότυπα και πρακτικές του παρελθόντος που μας οδήγησαν στα σημερινά αδιέξοδα.

 

…………………………………………………………………………..

 

* Μέλος Ε.Ε. ΔΗΜΑΡ

 

Scroll to top