Με καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων του δημοσίου τομέα επιχειρεί το κυβερνητικό επιτελείο να συμπληρώσει τον αριθμό των 25.000 υπαλλήλων που πρέπει να απομακρυνθούν μέχρι το τέλος του 2013
Του Ιάσονα Παναγιωτόπουλοι
Με απευθείας απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων ή μέσω ιδιωτικοποίησης υπηρεσιών και καταργήσεων/συγχωνεύσεων φορέων και οργανισμών του δημόσιου τομέα αναμένεται η κυβέρνηση να προσπαθήσει να καλύψει τον αριθμό των 25.000 υπαλλήλων που πρέπει να «απομακρυνθούν» μέχρι το τέλος του 2013, καθώς το μέτρο της διαθεσιμότητας προσκρούει συνεχώς σε δικαστικά εμπόδια.
Αυτή τη στιγμή πολλοί από τους 2.000 εργαζόμενους που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα σιγά σιγά επιστρέφουν στις θέσεις τους μετά τις δικαστικές αποφάσεις που στην πλειονότητά τους δικαιώνουν τους εργαζόμενους που προσέφυγαν κατά του μέτρου.
«Το μέτρο της διαθεσιμότητας αναμένεται να βαλτώσει και να έχει την τύχη του μέτρου της εφεδρείας του κ. Ρέππα» εκτιμά ο δικηγόρος και εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, σχολιάζοντας τις θετικές για τους εργαζόμενους προσωρινές δικαστικές αποφάσεις. «Η Δικαιοσύνη βλέπει πως παραβιάζεται ευθέως το Σύνταγμα, καθώς ο πυρήνας του μέτρου είναι αποτέλεσμα οικονομοτεχνικών σκέψεων και εμπνεύσεων της κυβέρνησης και όχι πραγματικής ανάγκης εξυγίανσης της δημόσιας διοίκησης» λέει ο Γ. Καρούζος.
Η τρόικα εμφανίζεται να πιέζει την κυβέρνηση να δώσει οριστικούς καταλόγους με τα ονόματα των υπαλλήλων που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα μέχρι το τέλος του έτους, ενώ πλέον το αίτημα αρχίζει να συνδέεται άμεσα με την καταβολή της επόμενης δόσης του Μαρτίου ύψους 2,8 δισ. ευρώ.
«Δεν πρόκειται για μια καινούργια απαίτηση της τρόικας, η απόλυση δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί δέσμευση της κυβέρνησης από το πρώτο Μνημόνιο. Απλώς το παρουσιάζουν αυτή τη στιγμή για να πιέσουν την κοινή γνώμη κατά του Δημοσίου βάζοντας μπροστά το θέμα της δόσης» λέει στην «Εφ.Συν.» η Δέσποινα Σπανού, αντιπρόεδρος της Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ. «Η κυβέρνηση δίνει βάρος στις υποθέσεις των επίορκων υπαλλήλων από τις οποίες πιστεύει ότι θα απομακρύνει από τις θέσεις τους 4.000 εργαζόμενους μέσω της αυστηροποίησης του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, σύμφωνα με τον οποίο αρκεί μια απλή καταγγελία για να τεθεί σε αργία ένας εργαζόμενος» λέει η Δ. Σπανού. Αυτή τη στιγμή έχουν εντοπιστεί 890 περιπτώσεις υπαλλήλων με πειθαρχικά παραπτώματα, τους οποίους το υπουργείο θα εντάξει στο σακούλι με τις απολύσεις.
Η κυβέρνηση εξετάζει πλέον όλες τις διαθέσιμες επιλογές μέχρι να βρει με ποιον τρόπο θα συμπληρώσει τον αριθμό των 13.000 υπαλλήλων που θα πρέπει να απολυθούν μέχρι τον Ιούνιο. Η απάντηση φαίνεται να βρίσκεται στα συνεχή κύματα καταργήσεων και συγχωνεύσεων φορέων του Δημοσίου και δομών των υπουργείων το αμέσως επόμενο διάστημα. Μέσω των νέων οργανογραμμάτων των υπουργείων, στα οποία εργάζονται σήμερα τουλάχιστον 50.000 υπάλληλοι, θα γίνει ακόμη μία απόπειρα για να απομακρυνθούν εργαζόμενοι. Από τη μείωση των δομών στα υπουργεία αναμένεται να προκύψει πλεονάζον προσωπικό και να τεθούν σε διαθεσιμότητα 2.000 υπάλληλοι μέχρι τον Ιούνιο. Κάτι παρόμοιο αναμένεται να γίνει και με την προωθούμενη κατάργηση 73 οργανισμών και τη συγχώνευση περίπου 630 φορέων που απασχολούν σήμερα 13.000 εργαζόμενους.
Αν και πάλι δεν συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός, τότε η κυβέρνηση θα οδηγηθεί στον μονόδρομο της απευθείας απόλυσης, εκτιμά η ΑΔΕΔΥ. «Κάθε φορά η κυβέρνηση προχωρά σε ακόμη πιο σκληρά μέτρα. Πρώτα ήταν το μέτρο της εφεδρείας, μετά ακολούθησε το σκληρότερο μέτρο της διαθεσιμότητας, ακολουθεί η απευθείας απόλυση» μας λέει η Δ. Σπανού.
Η ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών του Δημοσίου βρίσκεται πάντα στην ατζέντα της κυβέρνησης όπως είχε εκφραστεί και από τον υπουργό Α. Μανιτάκη, που τον περασμένο Ιανουάριο προανήγγειλε πως στο Δημόσιο θα παραμείνουν μόνο οι υπηρεσίες «που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να επιτελέσουν ιδιωτικοί φορείς». Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η προτροπή του υπουργείου Εργασίας προς τους 3.500 εργαζόμενους στο πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι» να συστήσουν οι ίδιοι Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις και να αναλάβουν μόνοι τους το έργο της φροντίδας των ηλικιωμένων, με το Δημόσιο να αποσύρεται σταδιακά από τις κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτή η λύση θα «ξαλάφρωνε» το Δημόσιο από το κόστος των υπηρεσιών και του προσωπικού και θα επιβάρυνε ξανά τις τσέπες των πολιτών.