Pin It

Χαρίστε στο βραβευμένο στις Κάνες «Πρόσωπο της ομίχλης» του Σεργκέι Λόζνιτσα την προσοχή (και την υπομονή σας). Θαυμάστε χωρίς ενοχές την προκλητική εξτραβαγκάντσα «The Paperboy» του Λι Ντάνιελς. Και βυθιστείτε στο αυτοβιογραφικό «Μετά τον Μάη» του Ολιβιέ Ασαγιάς

 

Της Λήδας Γαλανού

 

Το πρόσωπο της ομίχλης (αστεράκια: 3,5)

(V Tumane)

σκηνοθεσία: Σεργκέι Λόζνιτσα

ηθοποιοί: Βλαντιμίρ Σβίρσκι, Βλάντισλαβ Αμπάσιν, Σεργκέι Κολέσοφ

 

Δεύτερος Παγκόσμιος και η Λευκορωσία βρίσκεται υπό γερμανική κατοχή. Στο μικρό ορεινό σοβιετικό χωριό, η ομίχλη του πολέμου και των ηθικών αμφιβολιών έχει χωρίσει τους ντόπιους σε συνεργούς και αντάρτες. Ο Σισένια είναι μέλος της αντίστασης, αλλά κολλά τη ρετσινιά του προδότη και οι σύντροφοί του τον οδηγούν μέσα στο δάσος για να τον εκτελέσουν. Οταν οι άντρες πέσουν θύματα μιας ενέδρας, ο Σισένια θα μείνει μόνος με τον τραυματισμένο εχθρό του, στην καρδιά της φύσης, όπου οι νόμοι για το σωστό και το λάθος έχουν άλλη βαρύτητα κι άλλη κατεύθυνση.

 

Ο Ρώσος ντοκιμαντερίστας κάνει τη δεύτερή ταινία του μυθοπλασίας και κερδίζει το βραβείο της Διεθνούς Ενωσης Κριτικών στις Κάνες. Εικόνα με ξερό, λασπωμένο ρεαλισμό, δομή με ανατρεπτική αφήγηση κι ένα σενάριο γεμάτο γόνιμες σιωπές. Καθώς ο Λόζνιτσα παρακάμπτει τη δράση και ταξιδεύει στις ιστορίες των τριών αντρών που τον απασχολούν, η επικαιρότητα και η ενδοχώρα της Λευκορωσίας ξεθωριάζουν και δίνουν τη θέση τους σε μια βαθύτερη μελέτη της ανθρώπινης φύσης στα όρια της επιβίωσης: ποιος είναι ο εχθρός, όταν βρεθείς μόνος;

 

Λιγότερο ιστορικό φιλμ και περισσότερο φιλοσοφική παραβολή, η ταινία, με τον δικό της αργό κι αινιγματικό ρυθμό, μιλά για όσα μένουν όταν οι άνθρωποι και τα έργα περάσουν, για το σημάδι που αφήνει η κάθε απόφαση και η κάθε πράξη, χρόνια αργότερα, στην τραυματισμένη επιδερμίδα της ανθρωπότητας. Χαρίστε στην ταινία την υπομονή σας και θα ανταποδώσει το δώρο.

 

……………………………………………………………………………………………………………………….

 

The Paperboy (αστεράκια: 3,5)

σκηνοθεσία: Λι Ντάνιελς

ηθοποιοί: Νικόλ Κίντμαν, Μάθιου ΜακΚόναχεϊ, Ζακ Εφρον, Τζον Κιούζακ

 

Δεκαετία του ’60 στην καλοκαιρινή, καυτή Φλόριντα. Ενας φιλόδοξος δημοσιογράφος προσπαθεί, με τη βοήθεια του συνεργάτη του και του μικρού του αδελφού, ν’ αποδείξει την αθωότητα ενός μελλοθάνατου, ελπίζοντας ότι το θέμα θα του χαρίσει το βραβείο Πούλιτζερ. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν μια εκρηκτικά σέξι, white trash, ελαφρώς παρανοϊκή γυναίκα, που διατηρεί ερωτική αλληλογραφία με τον κατάδικο, αποφασίζει να τους βοηθήσει, ώστε να παντρευτεί τον φυλακισμένο μόλις αφεθεί ελεύθερος.

 

Για τη νέα ταινία του, μετά το «Precious», ο Λι Ντάνιελς επιλέγει να διασκευάσει το ομότιτλο μυθιστόρημα του Πίτερ Ντέξτερ και καταλήγει με μια προκλητική εξτραβαγκάντσα, φτιαγμένη για να κερδίσει λάτρεις ή εχθρούς. Μια ιστορία με ήρωες ανθρώπους που δεν μπορούν να κρύψουν την τοξική πλευρά τους, με ίντριγκα που απευθύνεται στα πιο φτηνά αισθήματα του θεατή, με πρωταγωνιστές χολιγουντιανούς σταρ που ανατρέπουν με μια κίνηση (κυριολεκτικά, μ’ ένα άνοιγμα των ποδιών, στην περίπτωση της Κίντμαν) τη γυαλιστερή εικόνα τους, με μια ατμόσφαιρα πνιγηρή από τη ζέστη και ιδρωμένη από τον αισθησιασμό, η ταινία του Ντάνιελς είναι πρωτόγονα σέξι και πληθωρική. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μην την πάρει κανείς πολύ στα σοβαρά, αλλά να γελάσει συνωμοτικά μαζί της με την ανθρώπινη κατάντια και να θαυμάσει χωρίς ενοχές την ομορφιά της κινηματογραφικής της εικόνας.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Μετά τον Μάη (αστεράκια: 2,5)

(Après Mai)

σκηνοθεσία: Ολιβιέ Ασαγιάς

ηθοποιοί: Κλεμάν Μετεγέ, Λόλα Κρετόν, Φελίξ Αρμάν, Καρόλ Κομπ, Ιντια Σαλβόρ Μενουέζ

 

Στα παρισινά προάστια, στις αρχές του ’70, όταν οι εξεγέρσεις του Μάη του ’68 έχουν αφήσει την πολιτική κατάσταση μετέωρη, ο Ζιλ μοιράζει την εφηβεία του ανάμεσα στον αριστερό ακτιβισμό, την εξερεύνηση του σεξ και την καλλιέργεια του ταλέντου του για τη ζωγραφική. Ενώ γύρω του τα νιάτα βράζουν από μαχητικότητα, ανησυχία και την πρόθεση της επανάστασης, ο Ζιλ ψάχνει μια ομάδα όπου ν’ ανήκει και να μπορεί ν’ αναπτυχθεί.

 

Οτι η ιστορία είναι, με χαλαρούς δεσμούς, αυτοβιογραφική του Ασαγιάς, δεν χρειάζεται κανείς να το διαβάσει: ο συναισθηματισμός και η ευαισθησία της νεανικής ανάμνησης αναδύεται καθαρά και βιωματικά από την ταινία. Οτι, επίσης, ο Ασαγιάς είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης γίνεται εύκολα κατανοητό όταν βυθίζει τον θεατή του σε μια πυκνή ατμόσφαιρα εποχής και αθωότητας, σε μια δίωρη ταινία όπου κανείς δεν είναι κεντρικός ήρωας και τίποτα δεν συμβαίνει πραγματικά.

 

Ωστόσο, σ’ αυτήν την ειλικρινή και πανέμορφη απεικόνιση της νεανικής αφέλειας και της εφηβικής ανησυχίας ή ελπίδας, με χαρακτηριστικά γαλλικό τρόπο ο Ασαγιάς δεν παρεμβάλλει το παραμικρό σχόλιο, υπονομευτικό ή καταφατικό, με αποτέλεσμα στο τέλος της να νιώθεις ότι παρακολούθησες μια ελαφρώς φλύαρη καταγραφή συναισθημάτων και συμβάντων που ο απόηχός τους χάθηκε στην ονειροπόληση.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………

 

Οζ: Μέγας και παντοδύναμος (αστεράκια: 2)

(Oz: The Great and Powerful)

σκηνοθεσία: Σαμ Ράιμι

ηθοποιοί: Τζέιμς Φράνκο, Μίλα Κούνις, Ρέιτσελ Γουάις, Μισέλ Γουίλιαμς

 

Πριν ο Μάγος του Οζ (όπως περιγράφεται στο μυθιστόρημα του Λ. Φρανκ Μπάουμ και απεικονίστηκε στην αξεπέραστη ταινία που σκηνοθέτησε το 1939 ο Βίκτορ Φλέμινγκ) γίνει ο βασιλιάς της μαγικής του χώρας, δεν ήταν παρά ένας γοητευτικός τσαρλατάνος που βρέθηκε στον παραμυθένιο κόσμο της ιστορίας από λάθος πλοήγηση του αερόστατού του! Εκεί ο Οζ θα συμμαχήσει με την καλή μάγισσα Γκλίντα ενάντια στην κακιά μάγισσα Ιβανόρα για να φέρει την ειρήνη και την ευημερία στον απροστάτευτο, μικροσκοπικό και χαριτωμένα αλαφροΐσκιωτο λαό του τόπου.

 

Ο Σαμ Ράιμι επιστρατεύει ένα λαμπερό καστ (η Ρέιτσελ Γουάις, εκθαμβωτικά όμορφη) και τη δημιουργική ομάδα της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» του Τιμ Μπάρτον και σκηνοθετεί μια πολύχρωμη φαντασμαγορία μαγευτικής αισθητικής. Το σενάριο, ωστόσο, της ταινίας είναι αντιστρόφως ανάλογο σε δημιουργικότητα. Οσο το μάτι απολαμβάνει και αποκωδικοποιεί τις σύνθετες (τρισδιάστατες αν το θέλετε) εικόνες, τόσο το μυαλό χαλαρώνει χωρίς ερεθίσματα χιούμορ, σασπένς, τριπαρισμένων διαλόγων ή έστω ενός ενδιαφέροντος σκελετού στην ιστορία.

 

Η σύγκριση με τον «Μάγο του Οζ» γίνεται ακούσια και δημιουργεί απορία ως προς το γιατί ο Σαμ Ράιμι θέλησε να καταπιαστεί με κάτι τόσο θαυμάσιο και τι θα μπορούσε να του προσφέρει. Η ταινία είναι περισσότερο κατάλληλη για κοινό μικρών ηλικιών, που αφενός ίσως δεν έχει προσλαμβάνουσες από την παλιά ταινία και αφετέρου θα δεχτεί ευκολότερα το ανέμπνευστο στόρι. Οι υπόλοιποι μπορούν να χτυπήσουν τρεις φορές τα κόκκινα γοβάκια τους ή ν’ απολαύσουν τους ασπρόμαυρους τίτλους αρχής που μάλλον αποτελούν ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η ταινία.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………… 

 

Παρενέργειες (αστεράκια: 2)

(Side Effects)

σκηνοθεσία: Στίβεν Σόντερμπεργκ

ηθοποιοί: Τζουντ Λο, Ρούνι Μάρα, Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς, Τσάνινγκ Τέιτουμ

 

Οταν ο Μάρτιν αποφυλακίζεται, αφότου υπέκλεψε εμπιστευτικές χρηματιστηριακές πληροφορίες, η γυναίκα του, η Εμιλι, συναντά δυσκολίες στο ν’ αντιμετωπίσει τη νέα της ζωή και βυθίζεται στην κατάθλιψη. Η συνάντησή της με τον ψυχίατρο Τζόναθαν Μπανκς θα την οδηγήσει στην ανάκαμψη και στον δρόμο ενός νέου, θαυματουργού ψυχοφάρμακου. Μόνο που οι παρενέργειές του θα προκαλέσουν ένα καταστροφικό ντόμινο στη ζωή του ζευγαριού, του γιατρού και όλου του περίγυρού τους.

 

Στην τελευταία του, όπως έχει ανακοινώσει ο ίδιος, σκηνοθετική δουλειά για τον κινηματογράφο ο Στίβεν Σόντερμπεργκ παρουσιάζει όχι μία, αλλά δυστυχώς δύο ασύνδετες ταινίες. Το φιλμ, που ξεκινά ως σχόλιο σε μια κοινωνία της οποίας τα συναισθήματα εξαρτώνται από χημικά παρασκευάσματα, εκτυλίσσεται απρόσμενα σ’ ένα camp θρίλερ βγαλμένο από τα ντουλάπια αχρήστων του Μπράιαν Ντε Πάλμα. Η Ρούνι Μάρα μοιάζει μικρή κι ευάλωτη για να σηκώσει στους ώμους της μια ηρωίδα–μέγαιρα, η Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς παρουσιάζει μια καρικατούρα του εαυτού της κι ο μόνος που μένει αλώβητος από την εμπειρία είναι ο Τζουντ Λο. Οχι η καλύτερη επιλογή για τον κινηματογραφικό αποχαιρετισμό του Στίβεν Σόντερμπεργκ, αν και, ακόμα και με τέτοιο ασυνάρτητο υλικό, έχει την ικανότητα να κρατήσει το πρόσχημα ενός ατμοσφαιρικού θρίλερ.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου (αστεράκια: 2,5)

σκηνοθεσία: Αντώνης Μποσκοΐτης

με τη συμμετοχή της Λουκίας Μιχαλοπούλου

 

Η Κατερίνα Γώγου ήταν μια γυναίκα που έζησε τουλάχιστον δύο ζωές. Ανάλογα με το πολιτισμικό «στρατόπεδο», το κοινό τη γνωρίζει ως απολαυστική καρατερίστα από τις παλιές ελληνικές κωμωδίες του Φίνου ή ως πρωταγωνίστρια του ελληνικού σινεμά κοινωνικού προβληματισμού του τέλους του ’70 και των αρχών του ’80 ή ως οργισμένη ποιήτρια που μίλησε με λόγο πιο μοντέρνο και πιο άμεσο απ’ ό,τι είχε συνηθίσει η εποχή της ή ως ιστορική φιγούρα των Εξαρχείων, με την οποία, με τρόπο παράξενο αλλά και αυτονόητο, συναντιέται ξανά η σημερινή νεολαία. Ηταν μια γυναίκα που έζησε ταραγμένα και πέθανε με δική της απόφαση, αφήνοντας πίσω της ένα ζωντανό κενό.

Στην Κατερίνα Γώγου ρίχνει τον φακό του ο Αντώνης Μποσκοΐτης στο ντοκιμαντέρ του ανασύροντας φωτογραφίες και παλιά Super-8 και μιλώντας με ανθρώπους που μοιράστηκαν την πορεία της: από τον Νάνο Βαλαωρίτη, τη Μάρω Κοντού και τον Ρήγα Αξελό, μέχρι τη Λένα Πλάτωνος, την Ολια Λαζαρίδου και τον Γιάννη Φελέκη. Με εμφανή σεβασμό η ταινία εντοπίζει εξαιρετικά, περισσότερο από τον χαρακτήρα ή τις μύχιες σκέψεις της Γώγου, στον τραγικό και μοιραίο αποπροσανατολισμό της ελληνικής κοινωνίας από τη Μεταπολίτευση ώς τα τέλη του ’80.

 

Ενας φόρος τιμής, φτιαγμένος με πολλή αγάπη, αφήνει να διαφαίνεται ένας ελαφρύς ελιτισμός, σαν η ιστορία της Γώγου ν’ απευθύνεται στους «γνώστες» κι όχι στους «αδαείς». Η ασπρόμαυρη αισθητική επιλογή των συνεντεύξεων αναδεικνύει τα πρόσωπα και τον λόγο και δένει αρμονικά με τα ντοκουμέντα. Αντίθετα, τα δραματοποιημένα κομμάτια της ποίησης που απαγγέλλει η Λουκία Μιχαλοπούλου σε διαφορετικά περιβάλλοντα, με στόμφο και συγκρατημένη υστερία, θα μπορούσαν κάλλιστα να λείπουν: η ποίηση της Γώγου και των συνοδοιπόρων της σπαράζει στην επιλογή και μόνο των λέξεων, δεν χρειάζεται τη δραματοποιημένη παρέμβαση του σκηνοθέτη.

 

…………………………………………………………………………………………………………………….. 

 

Black Box (αστεράκια: 2,5)

σκηνοθεσία: Γεράσιμος Ρήγας

 

Ο σκηνοθέτης του «Πάρβα» και του «100» στρέφεται στον κόσμο του μοντέρνου χορού. Εγκαθίσταται στην Πειραματική Σκηνή της Κρατικής Σχολής Χορού και μαγνητοσκοπεί τις πρόβες των χορευτών, τις τελικές παραστάσεις της ομάδας και μιλά μαζί τους για τι σημαίνει ο χορός για τους ίδιους και τι συναισθήματα μπορούν να εκφράσουν μέσα από το σώμα τους και την κίνηση.

 

«Black Box» λέγεται η σκηνή, ως black box λειτουργεί και η ταινία, μια και δεν βγαίνει καθόλου από τον χώρο όπου τελείται η εκφραστική άσκηση, η εκπαίδευση και, ουσιαστικά, κυλά η ζωή των χορευτών. Πανέμορφα πρόσωπα, πανέμορφα κορμιά, σε ένα ελκυστικό ντοκιμαντέρ που ωστόσο είναι απόλυτα εξειδικευμένο και στοχευμένο στους λάτρεις του αντικειμένου: τα συναισθήματα και οι δράσεις δεν έχουν κάποιον τρόπο να γενικευτούν σε κάτι μεγαλύτερο, που αφορά περισσότερο κόσμο. Επιπλέον, με μια ρομαντική διάθεση από τον σκηνοθέτη αλλά και τους συμμετέχοντες, η ταινία αποδεικνύεται κάπως μονόπλευρη, παρουσιάζοντας μόνο μια υπέροχη, δημιουργική, καθαρτική εικόνα, χωρίς ίχνος σύγκρουσης, δυσκολίας, έντασης, ώστε οι περιγραφές και οι εικόνες ν’ αποκτήσουν περισσότερες διαστάσεις.

 

Scroll to top