ANOIXTO BIΒΛΙΟ
Του Θανάση Γιαλκέτση
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς. «Ελλάδα της λήθης και της αλήθειας». Εκδόσεις Θεμέλιο, σελ. 234.
Για τη δραματική κρίση που ζούμε έχουν προταθεί δύο κυρίως ερμηνείες. Η μία υπογραμμίζει τις οικονομικές αιτίες των σημερινών αδιεξόδων, ενώ η άλλη επισημαίνει κυρίως τις ευθύνες της εγχώριας πολιτικής τάξης, των κομμάτων εξουσίας και του πολιτικού συστήματος. Τόσο η «οικονομική» όσο και η «πολιτική» ερμηνεία (καθώς και ο συνδυασμός τους) δεν επαρκούν για να φωτίσουν τις βαθύτερες ρίζες της εθνικής μας κακοδαιμονίας. Για να κατανοήσουμε το πώς και το γιατί φτάσαμε ώς εδώ, χρειάζεται να ανατρέξουμε στις συγκεκριμένες ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που καθόρισαν τη νεοελληνική ιδιαιτερότητα.
Αυτό το αναγκαίο και πολύτιμο μάθημα εθνικής αυτογνωσίας μάς δίνει με το τελευταίο βιβλίο του ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς. Συνδυάζοντας την αναλυτική διαύγεια του διακεκριμένου κοινωνιολόγου με την ηθικοπολιτική εγρήγορση του κριτικού διανοούμενου, ο Τσουκαλάς ερευνά τα ιδιαίτερα και διαρκή χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας που, ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο, τη διαφοροποιούν από άλλες αντίστοιχες καπιταλιστικές χώρες. Στη βάση βέβαια της εθνικής μας ιδιαιτερότητας βρίσκεται η μυθική περιούσια μοναδικότητα των Νεοελλήνων. Οι κάτοικοι της φτωχής και υπανάπτυκτης Ελλάδας διαμόρφωναν τη συνείδηση και την ταυτότητά τους σε συνάρτηση με μια ιστορική αφήγηση που τους εμφάνιζε ως γνήσιους κληρονόμους και συνεχιστές του αρχαιοελληνικού μεγαλείου. Σύμφωνα με τον Τσουκαλά, οι ρίζες των σημερινών αδιεξόδων ανιχνεύονται στη μετεμφυλιακή περίοδο. Πάνω στα ερείπια που άφησε ο εμφύλιος πόλεμος οικοδομήθηκαν ένας διευρυμένος, αναξιοκρατικός και αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας και ένα ευρύτερο σύστημα πολιτικής πατρωνίας με τα πελατειακά του πλέγματα και την έρπουσα διαφθορά του. Στην κατεστραμμένη και εξαθλιωμένη Ελλάδα, η μαζική μετανάστευση έδινε μια διέξοδο στον «πλεονάζοντα» πληθυσμό, ενώ όσοι έμεναν πίσω υποχρεώνονταν να προσφεύγουν σε άτυπες μορφές εργασίας και σε αυτοσχέδιες στρατηγικές επιβίωσης.
Σε αυτές τις συνθήκες διαμορφώνονται ορισμένα από τα θεμελιώδη και σταθερά χαρακτηριστικά του ελληνικού εξαρτημένου και υπανάπτυκτου καπιταλισμού, τα οποία διατηρούνται ακόμα και όταν η Ελλάδα απαγκιστρώνεται από την ανέχεια και αρχίζει να αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Εκτός από την εκτεταμένη δημόσια απασχόληση έχουμε επίσης την επιβίωση πολλών μικρών και παραδοσιακών παραγωγικών μονάδων με περιορισμένη συγκέντρωση κεφαλαίου. Η πιο θεαματική ιδιαιτερότητα, που φανερώνει την ευρύτερα αποκλίνουσα εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, εντοπίζεται στη δομή της απασχόλησης.
Σε αντίθεση με τις επιταγές του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού, στην Ελλάδα διατηρείται εξαιρετικά υψηλό το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων, ενώ παραμένει θεαματικά χαμηλό το ποσοστό των μισθωτών. Μολονότι η χώρα φαινόταν να συγκλίνει προς την πορεία της καπιταλιστικής ευημερίας, το παραγωγικό μας σύστημα εξακολουθούσε να «αντιστέκεται» στην οικουμενικά κυρίαρχη οικονομική λογική, που υπαγόρευε τη γενική επικράτηση της εξαρτημένης μισθωτής εργασίας. Η οικονομική απογείωση, που αρχίζει από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, δεν θα αλλάξει ουσιαστικά τις παραγωγικές δομές της μικρομεσαίας, αυτοαπασχολούμενης, κρατικοδίαιτης, αντιπαραγωγικής και οικογενειοκεντρικής ελληνικής κοινωνίας. Η «αντίσταση» στην καπιταλιστική παραγωγική εκλογίκευση δεν εκφράζεται μόνο με την υστέρηση στην παγίωση των εξαρτημένων μορφών εργασίας και με τη διατήρηση των διάφορων ευέλικτων μορφών κινητικής αυτοαπασχόλησης. Εκδηλώνεται επίσης με την άνθηση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, τη διαπλοκή δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων, την αδυναμία ολοκλήρωσης του φιλελεύθερου χωρισμού κράτους και κοινωνίας, την επιβίωση άτυπων μορφών μεσολάβησης ανάμεσα στα άτομα και την εξουσία κ.ο.κ. Οσο διαρκούσε ο ψυχρός πόλεμος, η αυξανόμενη απόκλιση της ελληνικής κοινωνίας από τα πρότυπα της αναπτυγμένης καπιταλιστικής Δύσης αντισταθμιζόταν ώς έναν βαθμό από την ειδική γεωπολιτική μεταχείριση και «προστασία» μιας χώρας που αποτελούσε το έσχατο προπύργιο του «ελεύθερου κόσμου» στην αναμέτρησή του με την κομμουνιστική Ανατολή. Στις συνθήκες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και της απορρύθμισης των αγορών, η Ελλάδα καλείται να πληρώσει βαρύτατο τίμημα για την παραγωγική της υστέρηση και ανεπάρκεια. Υποχρεώνεται σε μια βίαιη συμμόρφωση στις επιταγές του ώριμου αγοραίου καπιταλισμού, χωρίς μάλιστα να διαθέτει τις προστατευτικές δικλίδες του παρελθόντος.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, αντί να προωθεί τις αναγκαίες πολιτικές αρωγής και αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους φτωχούς εταίρους, με την ανακατανομή πλούτου, πόρων και πλεονασμάτων, επιβάλλει την αντικοινωνική λιτότητα, την απορρύθμιση ή και την καταστατική απαγόρευση κεϊνσιανών αναδιανεμητικών παρεμβάσεων.
Ο Τσουκαλάς αποκαλύπτει τον κυνικό, αντιδραστικό και ταξικό χαρακτήρα των κατεστημένων ιδεών καθώς και την αφερεγγυότητα των προτεινόμενων λύσεων. Υπερασπίζεται την αξιακή αυτονομία, τη θεσμική ευθύνη και την παρεμβατική αρμοδιότητα της δημοκρατικής πολιτικής, ενάντια στα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τα ισχυρά συμφέροντα που επιδιώκουν τη συρρίκνωση του ρόλου της. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει άλλωστε κοινωνικούς αγώνες και μεγάλης κλίμακας πολιτικές πρωτοβουλίες, σε ρήξη όχι μόνο με τις κυρίαρχες πολιτικές αλλά και με τις εξουσίες που τις υποστηρίζουν και τις επιβάλλουν.