Το ντοκιμαντέρ «Δίχως σπίτι» της Μαργκρέτ Ολίν στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
Το ιδιαίτερα σκληρό μέτρο έχει ξεσηκώσει τον κόσμο. Η σκηνοθέτις παρακολουθεί 20 από αυτά τα παιδιά, που δεν έχουν πατρίδα, σπίτι και οικογένεια. Φτάνει μέχρι την Ελλάδα και δείχνει και τα δικά μας χάλια
Της Βασιλικής Τζεβελέκου
«Πώς θα ζήσω στο Αφγανιστάν; Θα κοιμάμαι σε τρένα κι αυτοκίνητα και θα προσπαθώ να ξεφύγω από τις βόμβες και την αστυνομία; Φοβάμαι την αστυνομία… πυροβολεί. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι νιώθουμε και ζητάνε να μας στείλουν πίσω. Εσύ τι νομίζεις, μπορείς να ζήσεις εκεί; Είναι σαν να σου λένε όταν φτάνεις στα 18 ότι πρέπει να πεθάνεις».
Τα λόγια του 17χρονου Αφγανού Χαλίντ καθηλώνουν. Είναι ένας από τους πρωταγωνιστές του βραβευμένου νορβηγικού ντοκιμαντέρ «Δίχως σπίτι» («Nowwhere home») της Μαργκρέτ Ολίν, το οποίο προβάλλεται στο 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Το 2009 η κυβέρνηση της Νορβηγίας εισήγαγε μια σειρά μέτρων για να περιορίσει τη μετανάστευση. Ενα από αυτά, ιδιαίτερα σκληρό, πλήττει τους ανήλικους. Παραχωρούνται πλέον μόνον προσωρινές άδειες παραμονής στα ασυνόδευτα παιδιά που ζητούν άσυλο. Οταν ενηλικιωθούν, στα 18 τους, ως δώρο γενεθλίων τα απελαύνουν στις χώρες καταγωγής τους.
Ο χρόνος αναμονής εξουθενώνει τα παιδιά. Τα παραλύει. Κυριολεκτικά. Οπως τον Χουσεΐν, που έφτασε στη Νορβηγία με τον αδελφό του Χασάν. Οταν έμαθε ότι απαγορεύτηκε η παραμονή τους στη χώρα άρχισαν να παραλύουν τα κάτω άκρα του. Βαθιά ανθρώπινο και πολύ σκληρό το ντοκιμαντέρ, παρακολουθεί ορισμένα από αυτά τα αγόρια και φτάνει μέχρι την Αθήνα και την Ηγουμενίτσα.
Η Μαργκρέτ Ολίν ξεκίνησε τα γυρίσματα το 2009, αμέσως μόλις ψηφίστηκε ο νόμος. Μοιάζει απίστευτο μια χώρα όπως η Νορβηγία να έχει τόσο σκληρή νομοθεσία για παιδιά. «Συμφωνώ, είναι πολύ σκληρό», μας λέει. «Η κυβέρνηση ψήφισε τον νόμο για να μειώσει τον αριθμό όσων ψάχνουν για άσυλο. Οντως το 2010, το ’11 και το ’12 ο αριθμός μειώθηκε. Κάτω από 1.000 παιδιά ζήτησαν άσυλο, ενώ τα προηγούμενα χρόνια είχαν φτάσει τα 2.500. Την ίδια στιγμή αυξήθηκε ο αριθμός στη Σουηδία και την υπόλοιπη Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στη Νορβηγία, η Πρόνοια αναλαμβάνει την κηδεμονία των παιδιών που δεν έχουν στενούς συγγενείς – κάτι που δεν ισχύει για τα ασυνόδευτα παιδιά μεταξύ 15 και 18 ετών που αναζητούν άσυλο».
Η ταινία της κέρδισε το Βραβείο Καλύτερου Νορβηγικού Ντοκιμαντέρ το 2012. Την είδαν περισσότεροι από 20.00 άνθρωποι. «Ο κόσμος συγκινήθηκε πολύ από την ταινία. Πολλοί έχουν ενοχληθεί που η Νορβηγία τρομάζει τον κόσμο να μην έρθει στα σύνορά μας να ζητήσει άσυλο. Βάζει την πολιτική πριν από την ανθρώπινη ηθική. Οι άδειες παραμονής γι' αυτά τα παιδιά είναι ελάχιστες και δεν τους επιτρέπεται να πάνε σε δημόσια σχολεία. Κάποιοι έχουν βγει στους δρόμους και δουλεύουν παράνομα. Αλλα έχουν αποδράσει στην Ιταλία ή τη Γαλλία. Κανένα από αυτά τα παιδιά που ακολούθησα (20 αγόρια) δεν έχει επιστρέψει εθελοντικά στην πατρίδα του. Ηταν πολλές οι στιγμές συγκίνησης που έζησα μαζί τους. Σε τόσο τρυφερή ηλικία χάνουν τα πάντα: οικογένεια, σπίτι, την υγεία τους. Εχουν πολλά ψυχολογικά τραύματα και παρ' όλα αυτά δεν τους δίνεται σωστή φροντίδα στη Νορβηγία, μόνο μια περιορισμένη άδεια παραμονής. Μετρούν συνεχώς τις ημέρες μέχρι να γίνουν 18 ετών. Κάποια χάνουν κάθε ελπίδα».
Γι' αυτό και η σκηνοθέτις πιστεύει ότι πρέπει να δοθεί μάχη για τα δικαιώματά τους. «Εάν δεν έχουν κάποιον να τους φροντίσει στην πατρίδα τους, πρέπει να τους δίνεται άδεια παραμονής. Οσα έχουν οικογένειες, οι αρχές πρέπει να προσπαθήσουν να τα φέρουν σε επαφή μαζί τους. Η ταινία δεν υποστηρίζει ότι όποιος έρχεται έχει αυτομάτως δικαιώματα παραμονής, αλλά όσοι το έχουν ανάγκη».
Η Ολίν παρακολουθεί στη νέα του ζωή τον Γκόλι απ’ το Κουρδιστάν, που απελάθηκε από τη Νορβηγία την ημέρα που έγινε 18 ετών. «Εδώ και έξι μήνες βρίσκεται φυλακισμένος στην Αθήνα», μας λέει η σκηνοθέτις. «Με παίρνει τηλέφωνο. Αφού τον έδιωξαν από τη Νορβηγία κι ο πατριός του στο Κουρδιστάν απειλεί να τον σκοτώσει, δεν έχει πουθενά να πάει. Η περίπτωσή του είναι από τις χειρότερες που έχω δει. Ηρθε στη Νορβηγία 14 ετών και πήρε ένα μεγάλο «όχι» για το άσυλο. Τότε αρρώστησε κι άρχισε να πληγώνει τον εαυτό του».
Παρακολουθώντας τον, έφτασε και στη χώρα μας, αφού ο Γκόλι ήθελε να περάσει από την Ηγουμενίτσα στην Ιταλία. «Επισκέφτηκα τα κέντρα υποδοχής στην Αθήνα, αλλά δεν μου επέτρεψαν να κινηματογραφήσω», μας λέει. «Σοκαρίστηκα από τον τρόπο που η Ελλάδα συμπεριφέρεται στους μετανάστες. Μου είπαν ότι οι φύλακες είναι αρκετά βίαιοι και τους χτυπούν. Ακριβώς τα ίδια μού είπαν και τα παιδιά, που έκανα συνεντεύξεις στη Νορβηγία κι υπήρξαν φυλακισμένα στην Ελλάδα. Στην Ηγουμενίτσα παρακολούθησα τους παράνομους μετανάστες και είδα την Ελλάδα με τα δικά τους μάτια. Το καλοκαίρι του 2010-11 η κατάσταση για τους μετανάστες που ζούσαν στους δρόμους και τα πάρκα ήταν πολύ δύσκολη. Κάποιοι χτυπήθηκαν και πληγώθηκαν από την αστυνομία κι Ελληνες πολίτες».
Τη ρωτάμε αν γνωρίζει για τη ναζιστική οργάνωση Χρυσή Αυγή: «Ορισμένοι μετανάστες μού έδειξαν πληγές από μαχαιρώματα. Μου είπαν ότι τους χτύπησαν Ελληνες, αλλά δεν μου είπαν ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι».
INFO: Προβολές: Σάββατο: 18.00, Αίθουσα Σταύρος Τορνές. Κυριακή: 20.00, Αίθουσα Τζον Κασσαβέτης