ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Του Ιάκωβου Ανυφαντάκη
Νίκος Θεοτοκάς «Ο βίος του στρατηγού Μακρυγιάννη: Απομνημόνευμα και ιστορία». Εκδόσεις Βιβλιόραμα 2012, σελ. 549.
Το απομνημόνευμα του Μακρυγιάννη έχει επηρεάσει τόσο τη νεοελληνική πεζογραφία ώστε δημιουργήθηκε και σχετικός όρος (μακρυγιαννισμός). Οι αρετές της αφήγησης του ελάχιστα μορφωμένου στρατηγού της Επανάστασης έχουν φτάσει στο σημείο να θεωρούνται βασική επιρροή για συγγραφείς όπως ο Στρατής Δούκας και ο Θανάσης Βαλτινός. Τον «Βίο του στρατηγού Μακρυγιάννη» του Θεοτοκά μπορούμε να τον δούμε και ως το ακριβώς αντίστροφο: χωρίς να χάνει τίποτα από την αξία του ως ιστορική μελέτη μπορεί να διαβαστεί και ως ένα πολυπρόσωπο πεζογράφημα που καταγράφει τη διαδρομή ενός ανθρώπου μέσα σε ταραγμένες εποχές.
Ο Νίκος Θεοτοκάς χρησιμοποιεί ως κεντρικό άξονα του βιβλίου τα δύο γραπτά τεκμήρια που άφησε ο Μακρυγιάννης. Επιλέγει να μελετήσει και το παραγνωρισμένο «Οράματα και Θάματα» που έγραψε ο στρατηγός της Επανάστασης σε μεγάλη ηλικία μαζί με το διάσημο απομνημόνευμά του. Δίπλα σε αυτά εξετάζει τα αρχεία της εποχής που έχουν διασωθεί και άλλες μαρτυρίες που είναι διαθέσιμες στις μέρες μας. Ετσι το απομνημόνευμα δεν γίνεται τεκμήριο για να φωτίσει όσα έζησε ο Μακρυγιάννης, αλλά περισσότερο όσα υποστηρίζει ο ίδιος για τον εαυτό του σε άμεση αναφορά με τα εκάστοτε πολιτικά διακυβεύματα των χρόνων που γράφει. Ανατρέχοντας σε προηγούμενα αυτοβιογραφικά σχεδιάσματα του στρατηγού ο Θεοτοκάς κατορθώνει να δείξει πώς αλλάζει η οπτική προσαρμοζόμενη στις απαιτήσεις και τους κανόνες της εποχής.
Η αφήγηση του βίου ξεκινάει πολύ πριν ο μετέπειτα στρατηγός ονομαστεί Μακρυγιάννης, την εποχή που ήταν το τελευταίο παιδί του Δημήτρη Τριανταφύλλου από το Αβορίτι Δωρίδας. Τον ακολουθεί στην οικογενειακή μετεγκατάσταση στη Λιβαδειά μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ο Θεοτοκάς εξετάζει τις σχέσεις που μπορεί να είχε η οικογένειά του με τα ένοπλα δίκτυα της προεπαναστατικής Ελλάδας. Στη συνέχεια γίνεται «Γιάννης του Λιδωρίκη» καθώς περνάει στη δούλεψη του Θανάση Λιδωρίκη και μετακομίζει στην Αρτα. Εκεί, πριν από το ξέσπασμα της Επανάστασης, ξεκινάει το χτίσιμο της περιουσίας του ως τοκιστής και έμπορος. Η Επανάσταση τον βρίσκει αρκετά εύπορο ώστε να μπορεί να συντηρήσει μια ένοπλη ομάδα με δικά του χρήματα, κάτι που του επιτρέπει τη γρήγορη ανέλιξη στην ιεραρχία. Στα στρατόπεδα της Επανάστασης θα αποκτήσει τελικά τον χαρακτηρισμό Μακρυγιάννης εξαιτίας του ύψους του. Μετά την κάθοδό του στην Αθήνα θα συνδεθεί με τους κατοίκους της και θα παντρευτεί την Κατίγκω Σκουζέ που ανήκε σε σημαντική οικογένεια της πόλης. Θα αποκτήσει μεγάλη ακίνητη περιουσία εν μέσω του πολέμου για την ανεξαρτησία και θα γίνει ένας από τους ισχυρούς παράγοντες του νεοσύστατου κράτους. Ο Μακρυγιάννης παρέμεινε στο επίκεντρο των εξελίξεων μέχρι που τα παλιά του τραύματα από τον πόλεμο κλόνισαν την υγεία του και πέθανε το 1864.
Σύμφωνα με τον Θεοτοκά, ο Μακρυγιάννης συνοψίζει πολλές πλευρές της προεπαναστατικής Ελλάδας, κατάφερε ωστόσο να διακρίνει νωρίς την αλλαγή της εποχής που έφεραν η Επανάσταση και η δημιουργία αυτόνομου κράτους. Ενώ προερχόταν από την τάξη των ενόπλων και όχι των πολιτικών καταδίκαζε σταθερά τις «κλέφτικες» μεθόδους και υπερασπιζόταν τη νομιμότητα. Αυτή η πειθαρχία του στη νομιμότητα ήταν που τον βοήθησε να γίνει στρατηγός, ενώ δεν συμμετείχε σε τόσο σημαντικές μάχες όσο άλλοι συναγωνιστές του. Ταυτόχρονα, ασκούσε κριτική στους πολιτικούς διεκδικώντας σταθερά τα δικαιώματα των αγωνιστών που πολέμησαν για την ανεξαρτησία. Εμφανιζόταν κριτικός προς τη λειτουργία του κράτους, όμως την ίδια στιγμή κατείχε υψηλές θέσεις και είχε επαφές με το παλάτι. Με σημερινούς όρους θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Μακρυγιάννης ήταν μεταρρυθμιστής: ήταν κατά των μεθόδων των όπλων μέσα στο ελληνικό κράτος και της χρήσης βίας και αντίθετα πίστευε στην αλλαγή μέσα από τους θεσμούς, αφού έτσι έκαναν τα κράτη που ήθελαν να προοδεύσουν.
«Ο βίος του στρατηγού Μακρυγιάννη» είναι πολλαπλά επίκαιρος σήμερα. Οχι μόνο επειδή η ρητορική περί αντίστασης, ανεξαρτησίας και κυριαρχίας των ξένων στην Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του δημόσιου λόγου, αλλά και επειδή οι βάσεις που έθεσε ο Μακρυγιάννης ως προς το τι σημαίνει Ελληνας παραμένουν ακόμα σε ισχύ, εξαιτίας και των μετέπειτα επεξεργασιών τους από τον Βλαχογιάννη και τη γενιά του ’30. Το βιβλίο επιτρέπει ταυτόχρονα να δούμε πολλές και διαφορετικές νοηματοδοτήσεις του ηρωισμού, της θυσίας, της αγάπης των γονιών για τα παιδιά και του πατριωτισμού.