Διάλογος πάνω στην ταινία του Ολιβιέ Ασαγιάς «Μετά το Μάη»
Τρία διαφορετικά βλέμματα ειδικών πάνω στα θέματα που θέτει σήμερα η δραματουργική εκμετάλλευση μιας επαναστατικής εποχής, όχι και πολύ μακρινής
Κείμενο–επιμέλεια: Δήμητρα Γιαννακού
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μια παρέα λυκειόπαιδων βιώνει την επιρροή του Μάη του ’68 και προβληματίζεται για το μέλλον της. Η νέα ταινία του Γάλλου σκηνοθέτη Ολιβιέ Ασαγιάς «Μετά τον Μάη» θέτει δύο ερωτήματα: Ποια είναι η θέση του ατόμου μέσα σε μια εποχή πολιτικού αναβρασμού και ποιο παραλληλισμό μπορούμε να κάνουμε με τη σημερινή γενιά.
Μια σημαντική στροφή παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στο έργο του Ολιβιέ Ασαγιάς. Το 2010 με τη μεγάλης διάρκειας ταινία του «Carlos» μιλούσε για αμφισβήτηση, επανάσταση και για τρομοκρατία (συμπεριλαμβανομένης και της καθεστωτικής). Φέτος, μας παραδίδει μια ταινία πάνω στην ταραγμένη γενιά, που επακολούθησε το Μάη του ’68˙ μια ταινία γραμμένη σε προσωπικό τόνο, εμπεριέχοντας αυτοβιογραφικά στοιχεία και η οποία ανοίγει μια προβληματική πάνω στη σύζευξη ή και αντίθεση ατομικότητας και συλλογικότητας, τέχνης και πολιτικής, ποίησης και πολιτικής μαχητικότητας.
Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός των αρχών της δεκαετίας του 1970 εκτίθεται στην οθόνη μέσα από την προσωπική ματιά του σκηνοθέτη ο οποίος, έχοντας βιώματα από εκείνη την εποχή, στήνει μια τοιχογραφία των καιρών σε πρώτο πρόσωπο. Ο Ασαγιάς επιδιώκει να εξηγήσει πώς ο αντι-πολιτιστικός αναβρασμός των αρχών της δεκαετίας του 1970 τον έκανε να γίνει ο κινηματογραφιστής που είναι σήμερα.
Η ταινία «Μετά το Μάη» προκάλεσε πλήθος συζητήσεων μεταξύ ακαδημαϊκών και μη, καθώς το ιδιάζον θέμα της αγγίζει τα πλήθη και γεννά το ενδιαφέρον με τον ιστορικό αντίκτυπο, που απορρέει από ανεκδοτολογικά προσωπικά γεγονότα. Παρακάτω παρατίθενται οι απόψεις τριών ειδικών: του Ζαν-Λουί Κομολί (Jean-Luis Comolli), σκηνοθέτη, σεναριογράφου και συγγραφέα, του Φρανσουά Κισέ (François Cusset), ιστορικού ιδεών και καθηγητή του Αμερικανικού Πολιτισμού, και του Ερίκ Φασέν (Éric Fassin), καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Paris VIII.
Ζαν-Λουί Κομολί: «Ολες οι ταινίες, και οι ιστορικές, μιλούν για το τώρα. Αν αυτή η ταινία θέλει να μιλήσει για το σήμερα, έχει έρθει καθυστερημένη. Αν θέλει να μιλήσει για τα χρόνια του 1970, περνάει από δίπλα. Δεν βρίσκεται στην κατάλληλη θέση για να μιλήσει για την έννοια της συλλογικότητας, για την ανάπτυξη του πνεύματος της στράτευσης σε μια ομάδα, σε ένα ιδανικό, σε μια παράταξη εφόσον το κεντρικό πρόσωπο περιπλανιέται από εδώ και από εκεί χωρίς να δεσμεύεται (ή να στρατεύεται) στην τέχνη ή στην πολιτική. [...] Οι μορφές στράτευσης έχουν αλλάξει σήμερα κατά πολύ, όπως και το περιεχόμενό τους επίσης, αφού οι εχθροί δεν είναι οι ίδιοι [...]».
Φρανσουά Κισέ: «Δεν πρόκειται για μια ταινία πάνω στο Μάη του 1968 αλλά για ένα φιλμ πάνω στο πέρασμα του χρόνου και πάνω στο “μετά τον Μάη”. Κάτω από αυτήν την οπτική, η αισθητική, η τέχνη, η λογοτεχνία διαπερνούν και αντιλαμβάνονται καλύτερα αυτήν τη συνέχιση και εμμονή από ό,τι ο θεωρητικός ή ο πολιτικός λόγος. Η εμμονή στον Μάη του ’68 αποτελεί ένα μείγμα επαναστατικής πολιτικής και εορταστικής προσωπικής ζωής. Πολιτική και γλέντι (ήταν άμεσα συνδεδεμένα) είχαν γίνει αξεχώριστα. Οι καλλιτεχνικές φόρμες δεσμεύονται άμεσα σε αυτό και γίνονται φόρμες παρέμβασης μέσα στη σφαίρα της πολιτικής.
»Η εφηβεία είναι ένα παλιό λογοτεχνικό θέμα. Είναι η στιγμή όπου η προσωπικότητα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, κάτι που επιτρέπει να κάνουμε επανάσταση, εφόσον δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Στην ταινία, καθώς η υποκειμενικότητα δεν είναι και πολύ ξεκάθαρη, τα πρόσωπα μπορούν να λάβουν μέρος σε συλλογικές δράσεις, έπειτα να μην αισθανθούν και πολύ καλά με αυτές, να περάσουν σε άλλες και ούτω κάθε εξής. Ο Μισέλ ντε Σερτό έλεγε ότι το 1789 πήραμε τη Βαστίλη και το 1968 πήραμε τον λόγο. Ο Μάης του ’68, λοιπόν, ήταν ο αναβρασμός, η έξαψη όλων των συστατικών, όσων εμπεριέχονταν στο παρελθόν. Αυτή η ταινία διερευνά με ενδιαφέρον τρόπο το σύνδεσμο μεταξύ ερωτικής νύχτας και θυελλώδους μέρας».
Ερίκ Φασέν: «Υπήρχαν συγκεκριμένοι αντικειμενικοί στόχοι το 1968; Αυτό δεν είναι σίγουρο και δημιουργεί ένα κοινό σημείο με τη σύγχρονη εποχή. Εκκίνηση της ταινίας είναι η αστυνομική βία και δεν έχουμε βγει τελείως από εκείνο τον κόσμο (από εκείνη την κατάσταση). Οι δύο εποχές, λοιπόν, είναι συγκρίσιμες γύρω από την αντιπαράθεση στο κράτος. Μπορούμε να αναρωτηθούμε σε ποιο βαθμό το «Μετά το Μάη» είναι μια ταινία πολιτική. Αυτό θέτει το ζήτημα της αισθητικής, που είναι σαφές μέσα στο φιλμ: χρειάζονται επαναστατικές φόρμες (αισθητικής) για να συνοδεύσουν μια εποχή επαναστατική; Ο Ασαγιάς, όμως, δεν ασκεί κριτική σε τίποτα μέσω της αισθητικής: η αισθητική της ταινίας είναι κλασική τη στιγμή που το κεντρικό πρόσωπο διεκδικεί μια επαναστατική αισθητική».
…………………………………………………………………………………………………….
ΙΝFO: Η ταινία «Μετά το Μάη», βραβείο σεναρίου στις Κάνες, προβάλλεται στο «Σινέραμα» της Αθήνας και στο «Μακεδονικόν» της Θεσσαλονίκης.