Σημειώσεις ενός μετανάστη
Φιλία και ανθρωπιά
Είμαι ντελιβεράς, δουλεύω 13 ώρες την ημέρα. Θέλω να γυρίσω κάποια στιγμή στη χώρα μου και να φτιάξω τη ζωή μου. Εχω ένα παιδί και σε λίγους μήνες, πρώτα ο θεός, θα έχουμε και δεύτερο. Θέλω να έχουν όμορφο μέλλον. Αυτό μου δίνει τη δύναμη να συνεχίσω. Γι' αυτό δουλεύω τόσες ώρες. Ξέρω ότι μια μέρα οι δυσκολίες θα τελειώσουν και θα φτιάξω μια δουλειά δικιά μου στην πατρίδα μου.
Οι περισσότεροι στην Ελλάδα είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Αυτό μου αρέσει πολύ εδώ. Οι Γεωργιανοί με τους Ελληνες μοιάζουμε, ακόμα και στον τρόπο ζωής. Στη Γεωργία υπήρχαν Ελληνες που δούλευαν στα χωράφια. Ζούσαμε όλοι μαζί ειρηνικά. Αλλά εδώ δεν γίνεται το ίδιο. Οι ξένοι δουλεύουν σκληρά, η Ευρωπαϊκή Ενωση δίνει χρήματα στην Ελλάδα για τους μετανάστες, αλλά πολλά από αυτά μόνο στους μετανάστες δεν πηγαίνουν. Μόνο τα μικρά παιδιά δεν καταλαβαίνουν από ρατσισμό. Το παιδί μου πηγαίνει στην Α' Δημοτικού. Ολα μαζί, παιδιά μεταναστών και ελληνόπουλα, παίζουν, γελούν και αγαπιούνται στο σχολείο, περνάνε μια χαρά. Αλλά αυτό συμβαίνει σχεδόν μόνο στα παιδιά.
Εχω πάντως βρει καλούς ανθρώπους στη δουλειά και έχω κάνει ισχυρές φιλίες. Εδώ και τέσσερα χρόνια, δουλεύω με τον Νίκο από την Αλβανία. Τον καταλαβαίνω και με καταλαβαίνει. Μετά από λίγο καιρό, δεν υπήρχαν ανάμεσά μας οι λέξεις «χώρα» και «πατρίδα», μόνο οι λέξεις «φιλία» και «ανθρωπιά». Ο Νίκος έχει γίνει πια το βαφτιστήρι μου. Είδε ότι ασχολούμαι πολύ με τη θρησκεία, ότι διαβάζω, πηγαίνω στην εκκλησία και έχω μεγάλη πίστη στον Χριστό. Το συζητήσαμε και θέλησε να γίνει κι αυτός χριστιανός. Ηταν δική του επιλογή, αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Πήγαμε στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και βαφτίστηκε.
Ξέρω ότι γύρω από τον Αγιο Παντελεήμονα οι φασίστες κάνουν συνέχεια επιθέσεις εναντίον μας. Σίγουρα κάποιοι παπάδες που υποστηρίζουν τη Χρυσή Αυγή έχουν συμφέροντα, το κάνουν για προσωπικό όφελος. Αλλά ο Νίκος κι εγώ ξεπεράσαμε τα σύνορα και πιστεύουμε ότι η θρησκεία μας δεν ξέρει από χρώματα, φυλές και χώρες.
Σότο (Γεωργία)
Τη στήλη επιμελούνται ο Μοχαμάντ Βαχέντι και ο Χάλεντ Τάχερ.