Νέος διευθυντής του Λούβρου ο Ζαν-Λικ Μαρτινέζ
Ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ πάτησε πόδι και ένας λάτρης της Ελλάδας, που μιλάει αρχαία αλλά και νέα ελληνικά, βρέθηκε στο τιμόνι του Λούβρου. Ο 49χρονος Ζαν-Λικ Μαρτινέζ, επικεφαλής του τμήματος ελληνικών, ετρουσκικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων του μουσείου , διαδέχεται τον Ανρί Λοϊρέτ που διαχειρίστηκε επί δώδεκα χρόνια με επιτυχία τις τύχες του μεγαλύτερου γαλλικού μουσείου (και πρώτου σε επισκεψιμότητα στον κόσμο). Επρεπε να περάσουν πενήντα χρόνια, από την εποχή του Ανρί Σέριγκ, για να γίνει ένας αρχαιολόγος διευθυντής του Λούβρου. Δεν ήταν και τόσο εύκολο.
Ηταν κοινό μυστικό ότι η ωραία υπουργός Πολιτισμού Ορελί Φιλιπετί προωθούσε με μανία τη διευθύντρια του Μουσείου Καλών Τεχνών της Λιόν, Σιλβί Ρεμόν, θέλοντας να αυξήσει το ποσοστό των γυναικών στην ιεραρχία των πολιτιστικών θεσμών. Τρίτος διεκδικητής της θέσης ήταν ο πετυχημένος διευθυντής του παραρτήματος του Κέντρου Πομπιντού στο Μετζ, Λοράν Λε Μπον.
Τελικά, ο Ολάντ διάλεξε το πρόσωπο που συγκέντρωνε τη μεγαλύτερη συναίνεση, έναν επιστήμονα ταυτισμένο με το Λούβρο, στο οποίο εισήλθε το 1997 ως επικεφαλής των συντηρητών με αρμοδιότητα στις ελληνικές αρχαιότητες. Παράλληλα, άρχισε να διδάσκει Αρχαιολογία και Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης στη Σχολή του Λούβρου.
Η σχέση του Ζαν-Λικ Μαρτινέζ με την Ελλάδα δεν είναι απλώς θεωρητική. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιστορία, ήρθε το 1993 στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή της Αθήνας, όπου έμεινε μέχρι το 1996 συμμετέχοντας σε ανασκαφές στους Δελφούς και τη Δήλο. Το πάθος για την Ελλάδα φαίνεται και στις δημοσιεύσεις του. Της έχει αφιερώσει πέντε βιβλία. Το πιο πρόσφατο, που δεν έχει ακόμα κυκλοφορήσει, αφορά την Αφροδίτη της Μήλου. Επίσης έχει γράψει για τη Σμύρνη, για τις ελληνικές αρχαιότητες του Λούβρου, για τη Χώρα της Σάμου παρέα με τη Ζακλίν ντε Ρομιγί και τον Ζακ Λακαριέρ, και ένα μικρό λεξικό για τους Ελληνες θεούς. Εχει διοργανώσει πολλές εκθέσεις, ανάμεσά τους την περίφημη για τον Πραξιτέλη (2007), από τις μεγάλες επιτυχίες του Λούβρου, στην οποία συμμετείχαν έργα τέχνης από δέκα ελληνικά μουσεία (μέρος της ήρθε και στο Εθνικό Αρχαιολογικό της Αθήνας).
Ο Ζαν-Λικ Μαρτινέζ μιλά αγγλικά, ισπανικά, ιταλικά, γερμανικά και, φυσικά, λατινικά. Ακόμα και λίγα ιαπωνικά. Οσοι τον ξέρουν καλά τον θεωρούν έναν «μεγάλο σοφό» και τον χαρακτηρίζουν «μοντέρνο συντηρητικό». Το στοίχημα να σταθεί στο ύψος του προκατόχου του είναι μεγάλο. Ο Λοϊρέτ συνδύαζε το επιστημονικό κύρος με τη διοικητική ευφυΐα. Ανοιξε το μουσείο στο εξωτερικό με μια μοναδική ικανότητα να ελκύει χορηγούς. Αφήνει στον Μαρτινέζ ένα Λούβρο που σκάει από υγεία, ένα μεγαθήριο με 2.000 υπαλλήλους και 10 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο.
Επιμ.:Β.Γεωργ.