Pin It

Της Εφης Μαρίνου

 

Μ΄ένα «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» κάνει πρεμιέρα μέσα στο καταχείμωνο το Εθνικό Θέατρο. Το έργο του Σέξπιρ ανεβαίνει στις 28 Νοεμβρίου στη σκηνή Rex με την ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά του Μιχαήλ Μαρμαρινού κι έναν πολυπληθή θίασο.

 

Μέσα στο μαγεμένο δάσος, τη νύχτα του θερινού ηλιοστασίου αναποδογυρίζουν τα πάντα. Θεοί, βασιλείς, τεχνίτες, ερωτευμένα ζευγάρια, ζώα χάνουν τον προσανατολισμό τους, η φύση διαταράσσεται, τα πρόσωπα μεταμορφώνονται, ο έρωτας καταργεί τη λογική.

 

Ενα ξωτικό βρίσκεται σε υπερδιέγερση. Και κάνει ό,τι θέλει. Είναι ο Πουκ, δηλαδή η Εύη Σαουλίδου, η οποία μάς μιλά για τον ρόλο της, την πλούσια θεατρική διαδρομή της, τη στάση της απέναντι στη σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας.

 

«Οι ηθοποιοί δουλεύουμε με μεγάλη ελευθερία. Μπορούμε να πειράξουμε το έργο χωρίς να το «σπάσουμε», όχι επί τούτου, αλλά με διάθεση να δούμε στον μπερδεμένο κόσμο του Σέξπιρ τι είναι πραγματικό και τι όχι, τι αλήθεια και τι ψευδαίσθηση.

 

Ο Πουκ είναι το πρόσωπο που δικαιούται να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται, να πραγματοποιεί αυτό που θέλει. Παρατηρεί πρόσωπα και καταστάσεις και τα επηρεάζει, χωρίς να ξέρεις πώς και γιατί, δημιουργώντας ασταθείς, ομιχλώδεις συνθήκες, με απρόβλεπτες συνέπειες χωρίς να νοιάζεται γι' αυτές.

 

Ομως ο ίδιος δεν στοχεύει στο μπέρδεμα, τον κινητοποιεί αποκλειστικά η δύναμη της επιθυμίας του. Ο Μαρμαρινός ζητά κυρίως τη συμμετοχή τού ηθοποιού, τον ρυθμό, την προσωπικότητά του κι όχι την υποκριτική του δεινότητα. Απαιτεί να είναι 100% παρών σ' αυτό που στήνεται, γιατί αν δεν έχει την ενέργεια να το υποστηρίξει, το αποτέλεσμα θα είναι ένα τίποτα».

 

- Έχετε συνεργαστεί αρκετές φορές με τον Λ. Βογιατζή, πρόσφατα στον «Αμφιτρύωνα», που άφησε μια αίσθηση καλλιτεχνικού θριάμβου. Νιώσατε ποτέ να κλονίζει επικίνδυνα την αυτοπεποίθησή σας στις πρόβες, να σας οδηγεί στα όριά σας, έτσι δύσκολος και απαιτητικός που είναι;

 

«Τον Λευτέρη δεν τον παντρεύεσαι. Δουλεύεις μαζί του και σ΄ αυτό το δούναι και λαβείν χρειάζεται ψυχραιμία. Αν δεν αντέξεις ε, τότε αποχωρείς. Ομως αν καταφέρεις να διαχειριστείς την κατάσταση, θα βγεις κερδισμένος. Είναι σαν ένα ταξίδι.

 

Μερικές φορές σου προκύπτει περίεργο, αλλιώς το περίμενες. Ξέρεις όμως ότι κάποτε θα επιστρέψεις σπίτι σου, με όποια εμπειρία έχεις αποκομίσει. Επειτα, εγώ δηλώνω αυτό που νιώθω.

 

Δεν γίνεται να μη διεκδικείς τη σκέψη που φέρεις ως ηθοποιός. Συνεργάζεσαι μ' έναν σκηνοθέτη δύσκολο, μανιακό με τη δουλειά, αλλά προσπαθείς να πεις κι εσύ τη γνώμη σου. Δεν πηγαίνεις έτοιμη για να βασανιστείς. Η παράσταση του Αμφιτρύωνα ήταν ιδιαίτερη. Είχαμε όλοι τη διάθεση να κάνουμε κάτι καλό και να το προσφέρουμε στον Λευτέρη».

 

-Το θέατρο γίνεται κάποτε σε βάρος της προσωπικής ζωής;

 

«Δυστυχώς ναι, κι αυτό με προβληματίζει τον τελευταίο καιρό. Μετά την πρεμιέρα του «Όνειρου» αρχίζω πρόβες για την «Γκόλφω». Η δουλειά μου με ακολουθεί επηρεάζοντας τον προσωπικό μου κόσμο, λειτουργώντας σε βάρος των ανθρώπων γύρω μου.

 

Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τον χρόνο, αλλά και με την ουσία. Απορροφά ένα μεγάλο κομμάτι του μυαλού μου με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα να γίνονται λίγο διεκπεραίωση. Αλλά αυτό είναι περιοδικό. Φροντίζω να το ισορροπώ».

 

- Είναι και θέμα ιδιοσυγκρασίας;

 

«Στο θέατρο νιώθω μια περίεργη δύναμη. Η παρουσία μου στη σκηνή είναι η πιθανότητα θάρρους μου στη ζωή. Δεν είναι εύκολο. Εχω φόβους, ανασφάλειες, εμμονές, τις οποίες εκθέτω στους φίλους μου.

 

Μετά πρέπει αυτό το άνοιγμα να το «ξεχάσω». Να πάω εκεί, στη σκηνή, εκεί όπου μου αρέσει να είμαι θαρραλέα, εκεί όπου δεν θα με τρώει ο φόβος.

 

Τελευταία αντιλαμβάνομαι ότι όλα αυτά, που ξεχνάω στη σκηνή, πρέπει να τα διαχειριστώ και στη ζωή με μια άλλη μορφή θάρρους. Να βλέπω τα πράγματα πιο κατάματα. Η καθημερινότητα μπορεί να σε παρασύρει σε κάτι ψεύτικο».

 

-Είστε στο Εθνικό Θέατρο από τότε σχεδόν που ανέλαβε ο Γιάννης Χουβαρδάς. Μέλος μιας σταθερής ομάδας καλών ηθοποιών. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι παραείναι κλειστή, ότι δεν ανανεώνεται, τη στιγμή που ικανοί συνάδελφοί σας ψάχνουν για δουλειά.

 

«Πράγματι υπάρχει ένας πυρήνας πέντε-έξι ηθοποιών, αλλά δεν τόσο κλειστός όπως ακούγεται. Κόσμος έρχεται και κόσμος φεύγει. Εκτός Εθνικού, υπάρχουν πολλοί καλοί ηθοποιοί που άλλοι δουλεύουν κι άλλοι όχι. Φίλοι μου ξέρω ότι δεν πληρώνονται ή ότι είναι αμφίβολο αν θα πληρωθούν.

 

Εγώ τα τρία τελευταία χρόνια βρίσκομαι στην καλύτερη επαγγελματικά συνθήκη. Συνεργάζομαι με εξαιρετικούς σκηνοθέτες, κάνω ωραία πράγματα, πληρώνομαι τις πρόβες, το συμβόλαιό μου ανανεώνεται.

 

Αυτό όμως κάποτε θα έχει ένα τέλος. Δεν είμαι δημόσιος υπάλληλος, ούτε θέλω να είμαι. Η δουλειά μας ήταν πάντα επισφαλής, είναι στη φύση της.

 

Η χρησιμότητά της σήμερα παίρνει μια άλλη διάσταση. Με την οικονομική δυσχέρεια που επικρατεί, πρέπει να προσφέρεις στον θεατή το καλύτερο της τέχνης σου. Γι' αυτό η ευθύνη μας είναι μεγαλύτερη από παλιά. Με απασχολεί να μη χάσω τη σύνδεσή μου με το έξω, και εννοώ την κοινωνία».

 

-Και πώς αντιλαμβάνεστε την κοινωνία σ΄ αυτή τη νέα εποχή που διανύουμε;

«Πιστεύω ότι μέσα στην τρέλα που ζούμε αποκαλύπτεται σταδιακά κάτι χρήσιμο. Το τοπίο ξεκαθαρίζει, έστω επώδυνα. Αφού δεν γινόταν με άλλο τρόπο, ας γίνει έτσι.

 

Ξέρω ότι παίζεται ένα κακό παιχνίδι στην πλάτη μας. Νιώθω αδικημένη, όχι προσωπικά, αλλά επειδή ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας πλήττεται πολλαπλώς.

 

Ο πατέρας μου δούλευε όλη του τη ζωή για μια σύνταξη και τώρα είναι αμφίβολο αν θα την πάρει. Αυτό λοιπόν που με πληγώνει, πέραν του οικονομικού, είναι ο τρόπος που προσβάλλεται η αξιοπρέπεια. Δεν ξέρω τι ισχύει θεσμικά, αλλά δημοκρατία δεν έχουμε πια. Εχουμε καθολική κρίση συνείδησης, προσωπικότητας, ταυτότητας».

 

-Μπορούμε να κάνουμε κάτι;

 

«Να κινητοποιηθούμε εμείς οι ίδιοι, ως μονάδες, αφού πια ξεμπερδέψαμε με κόμματα, κινήματα και συνδικαλισμούς. Να συνταχθούμε σε ομάδες. Στην πολυκατοικία,τη γειτονιά,τη δουλειά.

 

Ξέρω ανθρώπους που τρώνε από τα σκουπίδια στους κάδους. Να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, να δούμε πώς και ποιον μπορούμε να βοηθήσουμε.

 

Τα πράγματα θα δυσκολέψουν κι άλλο, όσο κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον διπλανό. Ακόμα και οι φίλοι αποτραβιούνται μήπως και μάς επιβαρύνουν με τη μελαγχολία και τη θλίψη τους, επειδή δεν έχουν χρήματα.

 

Τώρα περισσότερο από ποτέ υποστηρίζουμε τη φιλία, τα χρόνια που περάσαμε μαζί όταν τα πράγματα ήταν καλύτερα.

 

Κι ας σταματήσουμε να σκοτώνουμε τον πολιτισμό. Ο Γιωργος Λούκος, ο άνθρωπος που αναπτέρωσε το ηθικό και το ταμείο του Φεστιβάλ, αντιμετωπίζεται ως ένοχος. Γιατί τον προσβάλλουν, γιατί τον θέτουν σε «διαθεσιμότητα»;»…

 

[email protected]

 

 

 

 

Scroll to top