14/04/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ανάπτυξη, ένα ωραίο παραμύθι

      Pin It

Χίλιες ενενήντα πέντε ημέρες έχουν περάσει από την τελευταία φορά που στη χώρα μας η λέξη «ανάπτυξη» είχε κάποιο νόημα

 

Του Βασίλη Γεώργα

 

52

 

Από τον Δεκέμβρη του 2008, την ακούμε να επαναλαμβάνεται μονότονα ως προσδοκία, εκτίμηση ή ευσεβής πόθος πολιτικών και οικονομολόγων, που κάθε τόσο την «προαναγγέλλουν», πασχίζοντας να καλύψουν στα σύννεφα των εντυπώσεων τις γιγαντιαίες επιπτώσεις της ύφεσης, η οποία ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε απόλυτη παράλυση την ελληνική οικονομία.

 

Το «παραμύθι» της ανάπτυξης ξεκίνησε ήδη από το πρώτο Μνημόνιο το 2010. Σύμφωνα με αυτό, φέτος η Ελλάδα θα έβγαινε από την κρίση και θα έμπαινε σε τροχιά ανάκαμψης.

 

Η ύφεση, όμως, που όμοιά της δεν έχει γνωρίσει η Ελλάδα από τα χρόνια του πολέμου, βαθαίνει χρόνο με τον χρόνο, και το χειρότερο, δεν φαίνεται να υπάρχει ακόμη η παραμικρή ένδειξη ότι θα αρχίσει να εξασθενεί την επόμενη διετία. Τουλάχιστον όχι πριν προσθέσει ως λάφυρα των ανερμάτιστων πολιτικών που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά δεκάδες χιλιάδες ακόμη εργαζόμενους στους 1,4 εκατομμύρια σημερινούς ανέργους και οδηγήσει πέρα από το κατώφλι της αξιοπρεπούς διαβίωσης ακόμη περισσότερους από τους 3,5 εκατομμύρια συμπολίτες μας οι οποίοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (στοιχεία Τραπέζης της Ελλάδος, 2012).

 

Μισθοί, επιδόματα, θέσεις απασχόλησης, εργασιακά δικαιώματα, μικρομεσαία επιχειρηματικότητα έχουν μπει στην κλίνη του Προκρούστη και πετσοκόβονται στο όνομα της «δημοσιονομικής πειθαρχίας» και της «ανταγωνιστικότητας», που αποτελούν την κορωνίδα της μνημονιακής πολιτικής λιτότητας.

 

Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με τις συνεχείς φορολογικές επιβαρύνσεις, είναι που μέσα στα έξι συνεχόμενα χρόνια ύφεσης (2009-2013) έχει μειώσει πάνω από 20,1% το ΑΕΠ στην Ελλάδα και έχει αφανίσει 40 δισ. ευρώ από την πραγματική οικονομία, οδηγώντας το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

 

Στο ίδιο διάστημα η ύφεση προκάλεσε μεγάλη πτώση της απασχόλησης (-17% την περίοδο 2009-2012), κατάρρευση της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης (-35%), πλημμυρίδα λουκέτων στην αγορά, φυγή μεγάλων ξένων επιχειρήσεων αλλά και μεγάλη κάμψη της βιομηχανικής δραστηριότητας, αφού πλέον η εσωτερική ζήτηση σε συνδυασμό με τις εξαγωγές δεν αρκούν για να απορροφήσουν ούτε το 60% της δυναμικότητας των ελληνικών εργοστασίων.

 

Για προσέλκυση επενδύσεων, ούτε λόγος. Εκτός από εξαγορές κρατικών «φιλέτων», οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία παραμένουν όνειρο θερινής νυκτός. Την περίοδο της ανάπτυξης, από το 2001 έως το 2008, οι καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων έφτασαν μόλις τα 1,6 δισ. ευρώ και ετησίως ήταν χαμηλότερες από το 1% του ΑΕΠ. Ξένοι επενδυτές έφεραν περίπου 14 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία, όμως τα 12,5 δισ. ευρώ από αυτά έφυγαν για επενδύσεις στο εξωτερικό, κυρίως από τις τράπεζες.

 

Την περίοδο της κρίσης και του Μνημονίου, δηλαδή από το 2009 έως το 2012, οι ήδη χαμηλές άμεσες ξένες επενδύσεις υποτριπλασιάστηκαν. Οι εισροές από ξένους επενδυτές ανήλθαν σωρευτικά σε 5,1 δισ. ευρώ, ενώ οι εκροές από ελληνικές επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα έφτασαν τα 3,9 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να καρπωθεί μόλις 1,2 δισ. ευρώ. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα αφορούσαν εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων, εκ των οποίων αρκετές (π.χ. ΟΤΕ) ήταν πρώην δημόσιες επιχειρήσεις που αποκρατικοποιήθηκαν, ενώ οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία (παραγωγικές επενδύσεις, δημιουργία επιχειρήσεων κ.ά.) ήταν ελάχιστες.

 

Οι προβλέψεις για τη συνέχεια δεν είναι καθόλου ευοίωνες, εκτός αν βέβαια επιμένει κανείς, παρά τις τραγικές διαψεύσεις από την ίδια την πραγματικότητα, να δίνει βάση στις εκτιμήσεις που εμπεριέχονται στο περιβόητο Μνημόνιο ΙΙ (Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα) και εμφανίζουν την ελληνική οικονομία να παρουσιάζει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από τις αρχές του 2014. Τις συμμερίζονται ο πρωθυπουργός και το επικοινωνιακό επιτελείο της συγκυβέρνησης, αλλά όχι πλέον οι υπόλοιποι, αφού διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΟΟΣΑ και χρηματοπιστωτικοί οίκοι, όπως λ.χ. η Citigroup, βλέπουν την ύφεση να συνεχίζεται μέχρι το 2015 και το 2016 αντίστοιχα.

 

………………………………………………………….

 

Σχεδιο για την επόμενη μέρα δεν υπάρχει 

 

Το χειρότερο, όμως, ακόμη και από την ίδια την οικονομική και κοινωνική καταστροφή των τελευταίων έξι χρόνων, είναι πως δεν έχει υπάρξει ακόμη ένα συγκροτημένο σχέδιο εξόδου από την κρίση.

 

Η «ανάπτυξη», αλλά κυρίως ο τρόπος που αυτή θα επιτευχθεί, δεν αποτέλεσε, ούτε και σήμερα αποτελεί, κυβερνητική προτεραιότητα και αυτό είναι ό,τι πιο διαλυτικό για μια κοινωνία που δεν έχει να προσδοκά και να επενδύει σε ένα όραμα.

 

Η επόμενη ημέρα απλώς δεν υπάρχει, αφού ακόμη και για το κατ’ ευφημισμόν «υπουργείο Ανάπτυξης» προτεραιότητα είναι η διαχείριση της ύφεσης και η λογιστική «απορρόφηση» των κοινοτικών κονδυλίων, αλλά όχι ο σχεδιασμός για την ανασυγκρότηση της οικονομίας. Εκτός από τις αποσπασματικές προσπάθειες ενίσχυσης της ρευστότητας που έχουν βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα και τις πολιτικές πλήρους απορρύθμισης των αγορών, οι οποίες συμπιέζουν τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα προς όφελος των ισχυρότερων ομίλων, δεν έχει δώσει κανείς μια πειστική εξήγηση και δεν έχει κατατεθεί μια συγκροτημένη πολιτική πρόταση για το πώς θα δημιουργηθούν συνθήκες αναζωογόνησης της ελληνικής οικονομίας και της επιχειρηματικότητας.

 

Μόλις φέτος κλήθηκαν οι φίλιες «δεξαμενές σκέψεις» της κυβέρνησης –ήτοι το ΙΟΒΕ και το ΚΕΠΕ- να εκπονήσουν πρόταση για το αναπτυξιακό πλάνο που θα ακολουθήσει η χώρα με ορίζοντα το 2020, έχοντας ως «μπούσουλα» την περιβόητη μελέτη των ΣΕΒ-McKinsey και στόχο να «κατευθύνουν» τα 36 δισ. ευρώ των κοινοτικών κονδυλίων (ΕΣΠΑ, αγροτικές ενισχύσεις κ.ά.) σε τομείς που θα μπορούσαν μελλοντικά να δώσουν ώθηση στην οικονομία, όπως η ενέργεια, ο τουρισμός, η αγροτική παραγωγή, η μεταποίηση τροφίμων, η ναυτιλία, κ.ά.

 

 

 

 

 

Scroll to top