Pin It

Το υψηλό χρέος μιας χώρας δεν οδηγεί απαραίτητα σε χαμηλότερη ανάπτυξη, υποδεικνύουν Αμερικανοί οικονομολόγοι, ανατρέποντας τη θεωρία στην οποία στηρίχτηκαν τα μνημόνια

 

Του Μπάμπη Μιχάλη

 

Νέα σοβαρά ερωτήματα για τις σκληρές πολιτικές λιτότητας που εφαρμόστηκαν επί της κεφαλής των λαών της Νότιας Ευρώπης φέρνοντας την ανεργία, τη φτώχεια και τη δυστυχία θέτει το πόρισμα μελέτης Αμερικανών οικονομολόγων για την επίδραση του υψηλού χρέους στην οικονομική ανάπτυξη.

 

Οι Τόμας Χέρντον, Μάικλ Ας και Ρόμπερτ Πολίν, καθηγητές Οικονομικών του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης -ΜΙΤ, υπέδειξαν σε πρόσφατη εργασία τους ότι τα πορίσματα μελέτης («Growth in a Time of Debt») που συνέταξαν το 2010 οι συνάδελφοί τους του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Κάρμεν Ρέινχαρτ και Κένεθ Ρογκόφ -και η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς προκειμένου για στηριχθούν θεωρητικά τα σκληρά προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής που εφαρμόζονται σήμερα στις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρώπης- ήταν εντελώς λάθος.

 

Εσφαλμένα δεδομένα

 

Χρησιμοποιώντας ένα δείγμα 20 αναπτυγμένων μεταπολεμικών οικονομιών οι Ρέινχαρτ-Ρογκόφ είχαν καταλήξει πριν από τρία χρόνια στο συμπέρασμα ότι όταν το δημόσιο χρέος μιας χώρας ξεπερνά το 90% του ΑΕΠ, τότε η ανάπτυξη της οικονομίας της βυθίζεται στο -0,1%.

 

Οι τρεις οικονομολόγοι ανακάλυψαν όμως ότι το συμπέρασμα αυτό στηρίχθηκε σε μια σειρά από εσφαλμένα δεδομένα και ανεπαρκείς στατιστικές.

 

Εξαιτίας των εσφαλμένων υπολογισμών και της αντισυμβατικής μεθόδου εξαγωγής μέσων όρων η ετήσια εμπειρία της Νέας Ζηλανδίας -για παράδειγμα το 1951 (όταν το ΑΕΠ βούτηξε -7,6% και το δημόσιο χρέος ήταν πολύ υψηλό)- καταλήγει να ασκεί καταλυτική επιρροή στα τελικά συμπεράσματα για τη χώρα.

 

Οταν οι «τρεις» του ΜΙΤ διόρθωσαν αυτούς και άλλους υπολογισμούς τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι χώρες που είχαν χρέος μεγαλύτερο από το 90% του ΑΕΠ εμφάνισαν μέση ανάπτυξη +2,2% και όχι την ύφεση -0,1% που διαπίστωναν οι Ρέινχαρτ-Ρογκόφ.

 

Εστιάζοντας μάλιστα τα στοιχεία των Ρέινχαρτ-Ρογκόφ στη χρονική περίοδο 2000-2009 οι «τρεις» υπέδειξαν ακόμη ότι χώρες με χρέος μεγαλύτερο από το 90% του ΑΕΠ εμφάνιζαν μέση ανάπτυξη συγκρίσιμη ή και μεγαλύτερη από αυτήν που είχαν χώρες με χαμηλότερο δημόσιο χρέος – μεταξύ 30% και 90% του ΑΕΠ.

 

0ι Ρέινχαρτ-Ρογκόφ απάντησαν αργότερα χθες στην κριτική των «τριών» υπεραμυνόμενοι των συμπερασμάτων της εργασίας τους.

 

Ωστόσο η αμφισβήτηση της εργασίας τους είχε ήδη ανάψει φωτιές στα μπατζάκια των πολιτικών όπως ο πρόεδρος της Επιτροπής Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, Πολ Ράιαν, ο επίτροπος Ολι Ρεν και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που χρησιμοποίησαν επανειλημμένως το πόρισμα των Ρέινχαρτ-Ρογκόφ προκειμένου να επιβάλουν τις πολιτικές της λιτότητας.

 

Ερχονται… πιέσεις

 

Οι διαπιστώσεις των τριών οικονομολόγων του ΜΙΤ έρχονται λίγο πριν από την τακτική συνάντηση του G-20 και τις εαρινές συνόδους του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, όπου προβλέπεται να υπάρξουν έντονες πιέσεις από τις ΗΠΑ προς τη Γερμανία προκειμένου να σπάσει την αρτηριοσκληρωτική επιμονή της στη γραμμή της δημοσιονομικής προσαρμογής.

 

Η Γερμανία από την πλευρά της θα επιμείνει στις αποφάσεις που έλαβε το G-20 στη σύνοδο του Τορόντο το 2010 για μείωση ελλειμμάτων και σταθεροποίηση των χρεών και θα ζητήσει να δεσμευτούν και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη του γκρουπ σε παράταση αυτών πέραν του 2016. «Ο στόχος είναι και παραμένει η μείωση των χρεών σε βιώσιμα επίπεδα» επισήμανε χαρακτηριστικά χθες Γερμανός αξιωματούχος. Ακόμη σε συνέντευξή του στη «Wall Street Journal» ο κεντρικός τραπεζίτης Χανς Βάιντμαν υποστήριξε ότι ενδεχομένως η κρίση χρέους της Ευρώπης να χρειαστεί μια δεκαετία για να ξεπεραστεί.

 

Scroll to top