21/04/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η προπαγάνδα επί χούντας

      Pin It

AΦΙΕΡΩΜΑ: 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1967

 

ΕΠΙΚΑΙΡΑ-ΑΝΕΠΙΚΑΙΡΑ

 

Μέσα από τα κινηματογραφικά «Επίκαιρα», που προβάλλονταν υποχρεωτικά κάθε εβδομάδα στις 347 αίθουσες της χώρας, το καθεστώς σκηνοθετούσε τον εαυτό του

 

Του Φώτου Λαμπρινού

 

Το 1967 στην Ελλάδα δεν υπάρχει τηλεόραση. Κυρίαρχα μέσα κυβερνητικής προπαγάνδας είναι το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος με τα δεκάλεπτα «Επίκαιρα», που προβάλλονται, υποχρεωτικά, κάθε εβδομάδα στις 347 αίθουσες που διαθέτει η χώρα…

 

…Ποια είναι λοιπόν η εικόνα της χώρας έτσι όπως την παράγουν και διανέμουν τα κινηματογραφικά «Επίκαιρα» της απριλιανής δικτατορίας; Η απάντηση είναι απλή και συγκεκριμένη: έχουμε την εικόνα που το καθεστώς σκηνοθετεί για τον εαυτό του. Διαστρέφει αυτή η εικόνα την πραγματικότητα; Οχι εντελώς. Σίγουρα την αποσιωπά. Ποια είναι η θεματογραφία που κυριαρχεί. Οι στρατιωτικές εκδηλώσεις που οργανώνονται με κάθε πρόφαση και αφορμή: επισκέψεις σε στρατόπεδα, δοξολογίες για τους προστάτες αγίους διαφόρων όπλων, ορκωμοσίες νέων αξιωματικών, γυμνάσια -αυτά μαζί με το ΝΑΤΟ-, ποικίλες επέτειοι απελευθέρωσης πόλεων και πάνω απ’ όλα: οι πομπώδεις εορτασμοί των επετείων από τη συντριβή του κομμουνιστο-συμμοριτισμού.

 

Οταν λοιπόν σε κάθε δεκάλεπτη έκδοση αυτών των κινηματογραφικών «Επικαίρων» (στο σύνολό τους κατ’ έτος ανέρχονται περίπου στις 50), κυριαρχούν εικόνες με ένστολους στρατιωτικούς, όλων των βαθμίδων και όλων των όπλων, και ταυτοχρόνως αυτές οι εικόνες «επενδύονται» με μουσική από στρατιωτικές μπάντες, τότε αυτό που βλέπουμε και ακούμε είναι κυριολεκτικά: «εμβατήρια εικονογραφημένα».

 

Στη θεματογραφία των «Επικαίρων», πέρα από τους ένστολους, προστίθενται και οι δραστηριότητες των αστέρων του καθεστώτος με «πολιτικά». Πρόκειται για εκφωνήσεις λόγων από τα μπαλκόνια, για χοροεσπερίδες και δείπνα, για εγκαίνια δημόσιων έργων, για απίστευτο αριθμό συνεδρίων. Ως προς τα συνέδρια, κυρίαρχο μερίδιο αναλογεί στον αποκαλούμενο «Ελληνισμό της Διασποράς», κυρίως αυτόν από τις ΗΠΑ και τον Καναδά, πρωτοστατούντος και χοροστατούντος του αρχιεπισκόπου Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβου, όπου βλέπουμε τις ενώσεις Ηπειρωτών, Αρκάδων, Ρουμελιωτών, Μακεδόνων, Κρητών με την προσθήκη «Παν» («Πανηπειρωτών», «Πανρουμελιωτών» κ.λπ.) να έρχονται, συν γυναιξί και τέκνοις, κατά χιλιάδες στην Ελλάδα, για να δουν τους μακρινούς συγγενείς και… να συνεδριάσουν. Εχει κανείς την εντύπωση, βλέποντας αυτές τις καραβιές που καταφτάνουν στην Ελλάδα, ότι οι ομογενείς μέχρι το 1967 είχαν ακουστά ότι κάπου στη νότια Ευρώπη υπάρχει μια χώρα που ονομάζεται Ελλάδα – ή και Πατρίδα – και τώρα ήρθε επιτέλους η στιγμή να την ανακαλύψουν. Βέβαια οι επικεφαλής αυτών των Ενώσεων δηλώνουν ότι έρχονται πλέον στην Ελλάδα, γιατί έχουν εξασφαλιστεί ησυχία, τάξις και ασφάλεια.

 

Μόδα και σπορ 

 

Ο τρίτος κύκλος θεμάτων είναι τα «καλλιτεχνικά», στα οποία κυριαρχούν οι επιδείξεις μόδας, κομμωτικής και μακιγιάζ, οι εκθέσεις ζωγραφικής, τα φεστιβάλ ή οι Ολυμπιάδες τραγουδιού και, τέλος, οι πάσης φύσεως εκδηλώσεις παραδοσιακού-λαογραφικού περιεχομένου.

 

Ο τέταρτος κύκλος θεμάτων αφορά βεβαίως τα σπορ. Και σπορ πρωτίστως σημαίνει ποδόσφαιρο. Σε κάθε δεκάλεπτο υπάρχει ένας αγώνας ποδοσφαίρου, ενώ στη διάρκεια της περιγραφής δεν παραλείπονται και οι παρόντες ηγέτες του καθεστώτος Κ. Ασλανίδης, Στ. Παττακός, Νικ. Μακαρέζος αλλά και η Δέσποινα Παπαδοπούλου, από τη στιγμή που η «πρώτη κυρία» εμφανίζεται στο προσκήνιο.

 

Εκτός από αυτές τις βασικές κατηγορίες θεμάτων, υπάρχουν και ενότητες που απορρέουν από την προσεκτική παρακολούθηση των δεκάλεπτων, οι οποίες ενσωματώνονται σε διάφορες εκδόσεις, χωρίς συγκεκριμένη πρόθεση εκ μέρους αυτών που «σκηνοθετούν» τα «Επίκαιρα». Τέτοια θέματα είναι «Η επαφή με τον λαό», τα «Δημόσια έργα», η «Κοινωνική πολιτική» οι «θεσμικές αλλαγές», αλλά και άλλα, όπως το πηγαινέλα των αξιωματούχων του ΝΑΤΟ, το Κυπριακό, ο ρόλος του κλήρου, η ναυτιλία, το εμπόριο, οι εκπτώσεις, η επάρκεια της αγοράς, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, η βιομηχανία. Τέλος, σημαντικό μέρος της θεματογραφίας καλύπτουν ο τουρισμός και η διασκέδαση.

 

Ειδικότερα, ως προς τη διασκέδαση και ίσως την καλοπέραση. Σύμφωνα με την εικόνα των κινηματογραφικών «Επικαίρων», η όψη της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων της Ελλάδας αλλάζει ριζικά στη διάρκεια της 8ετίας (1967-1974). Δεν είναι μόνο η οικοδομική δραστηριότητα, με την κατάργηση νόμων και τη θέσπιση ουσιαστικά της ανεξέλεγκτης δόμησης, η διαγραφή των αγροτικών χρεών, τα δημόσια έργα, ούτε οι εικόνες από τις διασκεδάσεις, τις νυχτερινές εξόδους στα μπουζούκια, τα τέια με επιδείξεις μόδας και κομμωτικής, τις πλαζ και τα πολυτελή ξενοδοχεία, τις διακοπές που καθιερώνονται ως απαραίτητο συστατικό του εργαζόμενου ή και του μη εργαζόμενου πληθυσμού, τα θερινά θέρετρα που «ξεκουράζουν τον άνθρωπο» και λειτουργούν στην «υπηρεσία εκείνων που δεν κουράστηκαν ποτέ», ούτε, τέλος, τα Ι.Χ. αυτοκίνητα που κατακλύζουν την πρωτεύουσα και τις άλλες πόλεις. Είναι η νοοτροπία που εκφράζεται με το σλόγκαν «να περνάμε καλά», η οποία καθιερώνεται επί χούντας και επιβιώνει, μετά την πτώση της, σε όλη τη διάρκεια της αποκαλούμενης Μεταπολίτευσης. Καθίσταται το πρώτιστο ζητούμενο, κυρίως στα πρωινάδικα και τα μετα-μεσημεριανά προγράμματα της ιδιωτικής τηλεόρασης που αναπαράγουν, σε κάποιες περιπτώσεις με τους ίδιους συντελεστές, το ύφος και το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων που ξεκίνησαν στη δικτατορία, είτε από τον κινηματογράφο είτε από την τηλεόραση.

 

Ετσι αν το 1967 το κοινωνικό σώμα αιφνιδιάστηκε, φοβήθηκε (με το δίκιο του) και λούφαξε, στη συνέχεια ανέχτηκε, στη μεγάλη του πλειοψηφία, το καθεστώς, σε κάποιο ποσοστό το χειροκρότησε, ιδίως στις αγροτικές περιοχές, και, τέλος, όταν άρχισε η οικονομική ανάκαμψη, βολεύτηκε, αδιαφορώντας αν θα 'πρεπε και πότε να αλλάξει κάτι.

 

Η Ελλάδα, μετά το 1969, αποκτά ένα νέο κοινωνικό στρώμα, αυτό των νεόπλουτων, που επιδιώκει πάνω απ' όλα την καλοπέρασή του προσφέροντας επιχειρήματα επιβεβαίωσης, αν όχι θριαμβολογίας, στο απολυταρχικό καθεστώς. Ενα φαινόμενο που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «ραγιαδισμό», γιατί έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία, για την οποία η επίσημη ελληνική ιστορία σιωπά ωσάν να πρόκειται για μαύρη τρύπα, και στον οποίο ραγιαδισμό, σε περιόδους ευημερίας, έρχεται να προστεθεί το «νεόπλουτος».

 

*Προδημοσίευση από το βιβλίο του Φώτου Λαμπρινού «Χούντα είναι. Θα περάσει;», που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις «Καστανιώτη»

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Scroll to top