Το άλμπουμ του Lumiere Brother, «Twenty one», δικαιώνει όσους πίστευαν στο ταλέντο του
Ο Θανάσης Χριστοδούλου, μεγάλος αδελφός της Μόνικα, διάλεξε το μουσικό του ψευδώνυμο από τους Γαλλους αδελφούς που ανακάλυψαν το σινεμά. Μοιράζει την καθημερινότητά του ανάμεσα στην επιστήμη του (τη Φυσική) και τη σύνθεση. Τα δώδεκα καινούργια τραγούδια του είναι επηρεασμένα από τους Σάιμον και Γκαρφάνγκελ, τον Νιλ Γιανγκ, τους Τζένεσις και κυρίως τον Σερζ Γκενσμπούργκ
Της Μαρίνας Κουβέλη
Η αδελφή του η Μόνικα έλεγε πάντα ότι ο «κανονικός μουσικός της οικογένειας» είναι ο αδελφός της, ο Θανάσης. Αυτές τις μέρες, που στο cd έχει κολλήσει ένα άλμπουμ με τίτλο «Twenty one» (21), καταλαβαίνουμε επιτέλους τι εννοούσε. Η δεύτερη δισκογραφική απόπειρα του Lumiere Brother, κατά κόσμον Θανάση Χριστοδούλου, κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες, ταίριαξε με τις ανοιξιάτικες διαθέσεις μας και δικαίωσε όσους πριν από μερικά χρόνια βιάζονταν να τον κατατάξουν στις μεγάλες μουσικές ελπίδες της χώρας.
Τα δώδεκα κομμάτια που έγραψε κρατούν τον κινηματογραφικό ρομαντισμό που είχε και στα πρώτα του τραγούδια. Αλλά αυτή τη φορά αποπνέουν ποπ φρεσκάδα και μας γυρνούν πίσω στην απλότητα και τη μελωδική νοσταλγία της δεκαετίας του 1970. «Για πρώτη φορά έκατσα στο πιάνο να γράψω καινούργια τραγούδια το φθινόπωρο του 2011. Μετά το καλοκαίρι είναι πάντα μια περίοδος σκέψης και αναθεωρήσεων. Ηθελα κι εγώ να αποτυπώσω τα συμπεράσματά μου. Σιγά σιγά μπήκα στη διαδικασία να τα ηχογραφήσω. Συνολικά έγραψα περί τα 25 τραγούδια, αλλά κατέληξα σε 12, που βρήκαν θέση στο “Twenty one”».
Με ποια κριτήρια τα επέλεξε; «Κυρίως την κοινή αισθητική», παραδέχεται. «Οσο απίθανο κι αν ακούγεται, έχω ήδη στο μυαλό μου τον επόμενο δίσκο. Οσα, λοιπόν, θεώρησα ότι εκεί θα ταιριάξουν καλύτερα, τα κράτησα. Βασική μου έμπνευση γι' αυτή τη δουλειά υπήρξαν οι μουσικές της δεκαετίας του 1970. Οι Σάιμον και Γκαρφάνγκελ, ο Νιλ Γιανγκ εκείνης της περιόδου, οι Τζένεσις των πρώιμων στιγμών τους και φυσικά ο Σερζ Γκενσμπούργκ. Κάποιοι φίλοι μού χάρισαν δυο-τρία άλμπουμ του και αμέσως αφέθηκα στην ατμόσφαιρα, τη φιλοσοφία, τη μελωδία των τραγουδιών του».
Ο Lumiere Brother ξεκίνησε μουσική σε νεαρή ηλικία. Ηταν πάντα υπόδειγμα μαθητή: είχε υπομονή, διάβαζε αρκετά, ήταν συστηματικός. Αρχικά συμμετείχε στο συγκρότημα Serpentine (απ' όπου ξεκίνησε και η Μόνικα) αλλά το 2007 αυτονομήθηκε. «Είχα αποφασίσει από νωρίς ότι, ασχέτως με το επάγγελμα που θα ακολουθούσα, η μουσική θα ήταν πάντα παρούσα με κάποιο τρόπο στη ζωή μου. Η πρώτη συνειδητή μουσική πράξη ήταν η αγορά κιθάρας στα 14 μου. Μαζί αγόρασα και τον τόμο με τα 306 κομμάτια των Μπιτλς σε παρτιτούρα. Αυτό το συγκρότημα ήταν -και παραμένει- η μεγαλύτερή μου αγάπη. Ξέρω τα πάντα γι' αυτούς. Μπορώ ανά πάσα στιγμή να τσακωθώ με οποιονδήποτε τους αμφισβητήσει», λέει γελώντας.
Δεύτερη μεγάλη αγάπη είναι η Φυσική. «Είναι και το επάγγελμά μου. Εργάζομαι σε μια εταιρεία σχετική με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η μουσική μπαίνει αναγκαστικά στο καθημερινό μου πρόγραμμα από το μεσημέρι και μετά. Μου αρέσει, όμως, που βιοπορίζομαι από τη δουλειά μου, μου δημιουργεί μια κάποια ανεξαρτησία σε σχέση με τη μουσική».
Από την ενασχόλησή του με τη Φυσική, αλλά και τις πολλές συμπτώσεις, προέκυψε και το καλλιτεχνικό του όνομα: Lumiere Brother. Ο Θανάσης έκανε στη Λιόν -πατρίδα των εφευρετών του κινηματογράφου- το μεταπτυχιακό του στις περιβαλλοντικές επιστήμες. Εκεί έγραψε τα πρώτα του τραγούδια. Επίσης αγαπά πολύ το σινεμά και -όπως και ο ένας εκ των δύο Λιμιέρ- έχει σπουδάσει Φυσική. Επιστρέφοντας από τη Γαλλία στην Ελλάδα, μας συστήθηκε με ένα πρώτο άλμπουμ, που είχε τίτλο «Fiction». Αλλαξε πολύ στα χρόνια που μεσολάβησαν; «Αν κρίνω από τους στίχους των νέων τραγουδιών, μάλλον ωρίμασα λίγο. Μπορώ πλέον να μιλώ για πιο βαθιά συναισθήματα».
Αγαπημένο του τραγούδι από το καινούργιο άλμπουμ είναι το «You and Your Golden Clock». «Είναι το κομμάτι που πλησιάζει περισσότερο στην επιρροή του Γκενσμπούργκ. Οι στίχοι του αναφέρονται στα απομεινάρια μιας μέρας. Για τις στιγμές εκείνες που σκεφτόμαστε τι συνέβη και τι απέμεινε». Και τα υπόλοιπα για ποια πράγματα μιλούν; «Για το πυρετώδες καθημερινό κυνήγι, στο οποίο όλοι αναλώνονται, για τη ματαιοδοξία και την ικανοποίηση του ανεκπλήρωτου ονείρου, τα απωθημένα, την επιφάνεια του χρήματος που συχνά δεν μας επιτρέπει να φτάσουμε στην ουσία».
Οι πολιτικές αιχμές επίτηδες απουσιάζουν; «Το πολιτικοποιημένο τραγούδι μού αρέσει, αλλά θεωρώ ότι δεν έχω ακόμα βρει τον κατάλληλο τρόπο να το εκφράσω. Ισως να περνάω τα μηνύματά μου πιο έμμεσα. Με λιγότερο προφανή τρόπο. Με ενδιαφέρει περισσότερο η ανθρώπινη πλευρά των πραγμάτων από την ταμπέλα του ιδεολόγου».