Pin It

Του Ματθαίου Τσιμιτάκη

 

«Η κοινωνική έρευνα επιστρέφει στον 19ο αιώνα. Δεν υπάρχει άλλη ευρωπαϊκή χώρα που να μη διαθέτει ανεξάρτητο κέντρο κοινωνικών ερευνών».

 

Ετσι σχολιάζουν οι επιστήμονες του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) την απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει τον πολύτιμο θεσμό για την κοινωνία και να τον εντάξει στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ).

 

Στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν χθες ο Σύλλογος Προσωπικού του ΕΚΚΕ, η Ενωση Ελλήνων Ερευνητών (ΕΕΕ) και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα-Ιδρύματα (ΠΟΕΕΚ-Ι) κατήγγειλαν τη συγχώνευση ως πολιτική κίνηση άσχετη με την οικονομική κρίση.

 

«Η συγχώνευση ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου όπως είναι το ΕΚΚΕ με ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δεν επιφέρει απλώς το τέλος ενός ιστορικού ερευνητικού κέντρου που υπηρετεί την κοινωνία εδώ και 50 χρόνια, αλλά παραβιάζει και το άρθρο 103 του Συντάγματος περί της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων», σημειώνει η Κατερίνα Σάββα, εκπρόσωπος του συλλόγου των ερευνητών του ΕΚΚΕ.

 

Οι ερευνητές σημειώνουν ακόμα πως δεν μπορεί να υποστηριχθεί το επιχείρημα της εξοικονόμησης πόρων και του εξορθολογισμού των δαπανών, αφού το ΕΚΚΕ έχει ετήσιο προϋπολογισμό μόλις τρία εκατομμύρια ευρώ, ενώ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα.

 

«Πρόκειται για πολιτική απόφαση με σκοπό να αλλάξει η κοινωνική έρευνα στη χώρα», καταγγέλλουν οι ερευνητές.

 

Παρότι η γενική γραμματεία έρευνας και τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) και το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ) δεν έχουν εκφρασθεί επισήμως, οι ερευνητές φοβούνται ότι η απόφαση υπαγορεύεται από την ιδεοληψία που επικρατεί στην κυβέρνηση κατά του Δημοσίου και την αντίληψη ότι η μη προσοδοφόρα κοινωνική έρευνα πρέπει να είναι ασθενής και προϊόν ιδιωτικών χορηγήσεων.

 

Η συγχώνευση ΕΚΚΕ και ΕΙΕ αναμένεται να έρθει σύντομα στη Βουλή στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για την «κατάργηση και συγχώνευση φορέων του Δημοσίου».

 

«Η κυβέρνηση μιλάει για καινοτομία και ανάπτυξη τεχνολογιών που θα φέρουν ανάπτυξη, όμως είμαστε η τελευταία από τις χώρες του ΟΟΣΑ στις σχετικές δαπάνες.

 

Μόλις 0,6% πριν ακόμα ξεσπάσει η κρίση και σήμερα ακόμα λιγότερο. Πού έχουν ξαναδεί τεχνολογική ανάπτυξη χωρίς έρευνα;» αναρωτιέται η Μαρία Στουμπούδη, πρόεδρος του Δ.Σ. της Ενωσης Ελλήνων Ερευνητών.

 

Στα ερευνητικά έργα της ΓΓΕΤ υπολογίζεται ότι απασχολούνται περί τους 2.000 διδακτορικούς και μεταδιδακτορικούς ερευνητές με συμβάσεις έργου, οι οποίοι διεκδικούν ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά προγράμματα.

 

«Η έλλειψη εθνικού σχεδίου για την έρευνα και η κρίση δεν πλήττουν απλώς τα δικαιώματά τους, αλλά υπονομεύουν την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, αφού οδηγούν τα καλύτερα μυαλά της στο εξωτερικό», σημειώνουν οι Ελληνες ερευνητές.

Scroll to top