28/04/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το τίμημα της ανασφάλειας

      Pin It

ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

 

Eπιμέλεια: Μισέλ Φάις

 

Zygmunt Bauman Παράπλευρες απώλειες» Μετάφραση: Εύα Παραδέλλη 

Επιστημονική επιμέλεια: Θεόδωρος Παραδέλλης Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, σελ. 272

 

 

 

 

 

Του Θανάση Γιαλκέτση

 

Ζούμε τη σημερινή παγκόσμια κρίση ως μια διαδοχή από δραματικά συμβάντα που δυσκολευόμαστε να ερμηνεύσουμε και που σίγουρα δεν μπορέσαμε να τα προβλέψουμε ούτε να τα αποτρέψουμε. Υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικές θεωρητικές συμβολές, που μας βοηθούν να δώσουμε νόημα και ορθολογική εξήγηση σε αυτήν τη χαοτική ροή των γεγονότων που βιώνουμε με αγωνία, φόβο και αβεβαιότητα. Ενα παράδειγμα; Το νέο βιβλίο του Πολωνού κοινωνιολόγου Ζίγκμουντ Μπάουμαν. Πρόκειται για μια συλλογή δοκιμίων του, που βασίζονται κυρίως σε διαλέξεις που έδωσε κατά το διάστημα 2010-2011. Η έκφραση «παράπλευρες απώλειες» παραπέμπει συνήθως σε εκείνο το τμήμα του άμαχου πληθυσμού που αντιπροσωπεύουν τα αθώα θύματα των σύγχρονων πολεμικών αναμετρήσεων. Είναι μια από τις πιο ψυχρές και κυνικές εκφράσεις, επειδή τείνει να εξωραῒζει ή να συγκαλύπτει τις πιο τραγικές και απάνθρωπες όψεις της πραγματικότητας.

 

Οι παράπλευρες απώλειες των σύγχρονων πολέμων είναι πελώριες, αλλά συνήθως δεν μιλούν πολύ γι’ αυτές ούτε και τις υπολογίζουν, ακριβώς επειδή είναι «παράπλευρες» και επομένως δεν καταλαμβάνουν το κέντρο της παγκόσμιας σκηνής. Οι παράπλευρες απώλειες για τις οποίες μιλάει ο Μπάουμαν είναι τα ανθρώπινα θύματα της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης, που καθοδηγείται από το αχαλίνωτο κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους. Είναι οι στρατιές των εξαθλιωμένων που φέρουν το διπλό στίγμα της αποξένωσης και του κοινωνικού αποκλεισμού. Είναι οι πολυάριθμες ανθρώπινες υπάρξεις που συναποτελούν την «υπο-τάξη», η οποία δεν λογαριάζεται ως φυσικό και αναγκαίο μέρος του κοινωνικού οργανισμού, αλλά θεωρείται ξένο σώμα και αντιμετωπίζεται ως απειλή για τον «νόμο και την τάξη».

 

Ο Μπάουμαν ερευνά τη στενή συνάφεια και αλληλεπίδραση ανάμεσα στην αύξηση της κοινωνικής ανισότητας και τη διόγκωση των παράπλευρων απωλειών. Το γεγονός ότι αυτά τα δύο φαινόμενα της εποχής μας αυξάνουν παράλληλα σε μέγεθος και σημασία οφείλεται πρωτίστως στην πλανητική απορρύθμιση της κίνησης των κεφαλαίων, στην απελευθέρωση των οικονομικών συμφερόντων από κάθε ρύθμιση, εποπτεία και έλεγχο. Το κεφάλαιο κινείται σήμερα ελεύθερα στον πολιτικά ανεξέλεγκτο παγκόσμιο «χώρο των ροών», αναζητώντας τη μέγιστη κερδοφορία σε περιοχές με τους πιο χαμηλούς μισθούς και την ελάχιστη φορολογία.

 

Σε αυτές τις συνθήκες, η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνον δεν μεταφράζεται σε αύξηση της ισότητας, αλλά μπορεί κάλλιστα να συμβαδίζει με την έκρηξη των ανισοτήτων, με τη μείωση της απόστασης ανάμεσα στις αναπτυγμένες και τις φτωχές χώρες και με την απεριόριστη αύξηση της απόστασης ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς. Στο παρελθόν, το κοινωνικό κράτος έθετε όρια και θεσμικά εμπόδια στην αύξηση της ανισότητας και ύψωνε προστατευτικά τείχη για τους φτωχούς και τους αδύναμους. Προσπαθούσε έτσι να προασπίσει τους πιο ευάλωτους από τα πιο επώδυνα πλήγματα, να περιορίσει τα δεινά και τις ζημιές που προκαλεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός των αγορών. Δημιουργούσε παράλληλα δεσμούς αμοιβαίας εξάρτησης, εμπιστοσύνης, αφοσίωσης και αλληλεγγύης, πάνω στους οποίους στήριζε τη νομιμοποίησή του. Οταν όμως οι πηγές του καπιταλιστικού κέρδους αναζητήθηκαν πέρα από τα σύνορα του έθνους κράτους και μετατοπίστηκαν από την εκμετάλλευση της βιομηχανικής εργασίας στην εκμετάλλευση των καταναλωτών, το πολυεθνικό κεφάλαιο έπαψε να θεωρεί το κράτος πρόνοιας επικερδή επένδυση.

 

Σήμερα οι θεσμοί του κοινωνικού κράτους συρρικνώνονται ή διαλύονται και τα άτομα καλούνται να αναζητήσουν ατομικές λύσεις σε συστημικά προβλήματα και να φέρουν τα ίδια την αποκλειστική ευθύνη για τις επιλογές τους. Γιγαντώνονται έτσι η βασανιστική αβεβαιότητα και η υπαρξιακή ανασφάλεια και διαβρώνονται τα θεμέλια της κοινωνικής αλληλεγγύης και της νομιμοποίησης όχι μόνο της κρατικής εξουσίας αλλά και της δημοκρατικής πολιτικής. Και αυτό, γιατί η πολιτική παραμένει τοπική, ενώ η οικονομική ισχύς έχει ήδη γίνει παγκόσμια. Αυτό το διαζύγιο μεταξύ ισχύος και πολιτικής καθιστά ανέφικτο τον ηθικά προσανατολισμένο και πολιτικά αποτελεσματικό έλεγχο των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων. Το σύγχρονο κράτος, αφού έχει αθετήσει την προηγούμενη προγραμματική του δέσμευση να προστατεύει τα αδύναμα μέλη της κοινωνίας από τους κινδύνους που γεννάει η αγορά, προσπαθεί τώρα να στηρίξει τη νομιμοποίησή του στην υπόσχεση για διατήρηση της προσωπικής ασφάλειας των πολιτών του.

 

Τελικά όμως η κυριότερη επίπτωση αυτής της ψύχωσης για ασφάλεια και των υπερβολικών και εξαιρετικά δαπανηρών έκτακτων μέτρων που τη συνοδεύουν είναι η ενίσχυση, η διασπορά και η αναπαραγωγή των αισθημάτων φόβου, ανασφάλειας, εχθρότητας και αμοιβαίας καχυποψίας. Στα διάφορα κεφάλαια του βιβλίου του ο Μπάουμαν ερευνά μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων. Αναλύει, μεταξύ άλλων, την αποτυχία του κομμουνιστικού πειράματος, το ζήτημα της ξενοφοβίας, τις σχέσεις καταναλωτισμού και ηθικής, την κρίση της ιδιωτικότητας, τα θεμέλια της πολιτικής κυριαρχίας, το μυστήριο της καταγωγής του κακού, τον ρόλο της κοινωνιολογίας κ.λπ.

 

Scroll to top