Pin It

Του Βασίλη Γεώργα

 

Οι περισσότεροι θα θυμούνται τις προεκλογικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για γενικευμένη ρύθμιση δανείων με στόχο οι δόσεις να μην υπερβαίνουν το 30% του εισοδήματος των νοικοκυριών.

 

Οι υποσχέσεις σκόνταψαν στις πιέσεις των τραπεζών και στις απαιτήσεις της τρόικας να μην «κουρευτούν» δάνεια ώστε να μην πληγούν τα κεφάλαια των τραπεζών, κι έτσι το τελικό σχέδιο που θα έρθει για ψήφιση στη Βουλή τον Φεβρουάριο θα αντιμετωπίζει με… ασπιρίνες τον καρκίνο της υπερχρέωσης και των δανείων, που με δυσκολία σήμερα συνεχίζουν να εξυπηρετούνται.

 

Υπό την επιτροπεία της τρόικας, η «ρύθμιση» υποβαθμίστηκε πλέον σε μια ταμειακή διευκόλυνση των δανειοληπτών για περίοδο τεσσάρων ετών, και μόνο για στεγαστικά ή καταναλωτικά δάνεια τα οποία έχουν υποθήκες.

 

Στο διάστημα αυτό οι δανειολήπτες θα μπορούν να πληρώνουν μόνο τους τόκους των δανείων τους, και μάλιστα εντόκως με επιτόκιο 1,5%, ενώ το μέρος του κεφαλαίου που δεν θα εξυπηρετείται, θα πληρωθεί μετά την παρέλευση της τετραετίας είτε με αύξηση της δόσης είτε με επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής.

 

Στόχος είναι το ύψος της δόσης να μειωθεί για την «περίοδο χάριτος» στο 30% των μηνιαίου εισοδήματος ενός δανειολήπτη, χωρίς όμως να υπάρχει πρόβλεψη για τη συνέχεια.

 

Δικαίωμα να αξιοποιήσουν τη διευκόλυνση θα έχουν μόνο όσοι μισθωτοί και συνταξιούχοι έχουν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 25.000 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό μειώθηκε περισσότερο από 35% μετά την 1η Ιανουαρίου 2010.

 

Αυτό σημαίνει ότι αν μια οικογένεια έχει σήμερα ετήσιες απολαβές 15.000 ευρώ και το εισόδημά της έχει μειωθεί λ.χ. 25%, δεν θα έχει τη δυνατότητα ρύθμισης των δανείων της.

 

Επιπλέον κριτήριο που τέθηκε και περιορίζει ακόμη περισσότερο τον αριθμό των «ευεργετούμενων» είναι ότι τα δάνεια πρέπει να συνοδεύονται από υποθήκες (με τον τρόπο αυτό πιστωτικές κάρτες και άλλα καταναλωτικά μένουν εκτός ρύθμισης) και να αφορούν αγορά πρώτης κατοικίας με αντικειμενική αξία έως 180.000 ευρώ.

 

Το ίδιο προσωρινή θα είναι και η δυνατότητα ανακούφισης για τις κατηγορίες πολιτών πουν ανήκουν στις κοινωνικά ευπαθείς ομάδες.

 

Ανεργοι, πολύτεκνοι και βαριά ασθενείς θα υπαχθούν μεν στη ρύθμιση με ακόμη πιο ευνοϊκό καθεστώς, αφού προβλέπεται ολοκληρωτικό πάγωμα της δόσης, μόνο όμως για τέσσερα χρόνια και εφόσον η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας τους είναι μέχρι 200.000 ευρώ.

 

Και «αντικίνητρα»

 

Οι τράπεζες άσκησαν ισχυρές πιέσεις και πέτυχαν τελικά αλλαγές προς όφελός τους και στον νόμο Κατσέλη, που ουσιαστικά μέχρι σήμερα είναι το μοναδικό καταφύγιο των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ώστε να απαλλαγούν από ένα μεγάλο μέρος των χρεών τους και να περισώσουν το σπίτι τους, αφού πρώτα εκποιήσουν όλα τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία.

 

Ο μεγάλος αριθμός δικαστικών αποφάσεων (πάνω από τις μισές) που δικαιώνουν δανειολήπτες σε όλη την Ελλάδα διαγράφοντας μεγάλο μέρος των δανείων, έχει θορυβήσει τις τράπεζες που κέρδισαν την αλλαγή του νόμου κατά τρόπο ώστε να ενισχυθεί προς όφελός τους το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού (σ.σ. ουσιαστικά οι τράπεζες να «επιβάλλουν» τις ρυθμίσεις που θέλουν πριν ο δανειολήπτης καταφύγει στα Ειρηνοδικεία) και κατά συνέπεια να περιοριστούν οι δίοδοι προσφυγής των δανειοληπτών στα δικαστήρια.

 

Στο πλαίσιο των «αντικινήτρων» που θεσπίζονται, οι δανειολήπτες που προσφεύγουν στα δικαστήρια θα υποχρεώνονται να καταβάλλουν το 10% της δόσης των δανείων τους στις τράπεζες (σ.σ. σήμερα οι καταβολές παγώνουν με την αίτηση) μέχρι να εκδοθεί η απόφαση.

 

Το διάστημα αυτό σήμερα ποικίλλει από 12 έως 18 μήνες στην επαρχία και ώς 4-5 χρόνια στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, όπου έχουν συσσωρευτεί χιλιάδες αιτήσεις στα Ειρηνοδικεία και οι δικάσιμοι προσδιορίζονται ακόμη και για το 2018.

 

Επιπλέον θεσπίζεται και ο θεσμός του μεσολαβητή, με στόχο να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο το στάδιο της εξωδικαστικής ρύθμισης.

 

Οικονομολόγοι ή νομικοί θα οριστούν ως μεσολαβητές ανάμεσα στις τράπεζες και τους δανειολήπτες, ενώ κλειδί θα αποτελέσει η δύναμη της επιρροής τους και ειδικότερα εάν θα αποκτήσουν τη μορφή διαιτησίας ώστε οι αποφάσεις τους να είναι δεσμευτικές.

 

Ακόμη μια ρύθμιση προς την κατεύθυνση ενίσχυσης του εξωδικαστικού συμβιβασμού είναι και η κατάργηση της ομοφωνίας μεταξύ των τραπεζών, αφού πλέον το 51% των πιστωτών θα αρκεί για να προχωρήσει η συμφωνία με τον οφειλέτη.

 

Εκτιμάται ότι από τα παραπάνω μέτρα το δυνητικό όφελος για τις τράπεζες φτάνει τα 500 εκατ. ευρώ ετησίως και θα προκύψει αφενός μέσω της υποχρεωτικής αποπληρωμής μέρους των οφειλών από τους δανειολήπτες και αφετέρου από τη μείωση ώς και 20% των δικαστικών αποφάσεων που σήμερα οδηγούν σε διαγραφή χρεών.

Scroll to top