Pin It

XOΡΟΣ

 

Συνεργασία κορυφής στην Εθνική Οπερα της Γαλλίας

 

Σταρ και οι δυο, ο πρώτος του σύγχρονου χορού, η δεύτερη της περφόρμανς, αποθεώνονται στο Παρίσι, σε μια χορογραφία που ζαλίζει τους χορευτές από το πολύ στριφογύρισμα. Το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα έχει βάλει κι αυτό το… χεράκι του

 

Επιμ. Β.Γεωργ.

 

Οταν ο σούπερ σταρ Βέλγος χορογράφος Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι και ο μόνιμος συνεργάτης του Νταμιέν Ζαλέ παίρνουν στην παρέα τους τη θρυλική περφόρμερ και εικαστικό Μαρίνα Αμπράμοβιτς για τα σκηνικά μιας καινούργιας χορογραφίας πάνω στο «Bolero» του Ραβέλ, ειδική παραγγελία της Opera National de Paris, αυτό λέγεται είδηση πρώτου μεγέθους. Πόσο μάλλον που είναι η πρώτη φορά που η Αμπράμοβιτς ασχολείται με τον χορό, ενώ το εκλεκτό τρίο έχει πλήρη συνείδηση ότι η δουλειά του θα συγκριθεί με μια χορογραφία που την ξέρουν και οι πέτρες – όπως, άλλωστε και την ίδια τη μουσική. Εννοούμε, φυσικά, το «Bolero» του Μορίς Μπεζάρ.

 

Να, όμως, που η πρεμιέρα, που δόθηκε στις 2 Μαΐου στην Opera Garnier, άφησε την κριτική εκστατική. Η «Μοντ» αποφάνθηκε ότι το έργο οδηγεί τον θεατή σε «κοσμική έκσταση», που διαρκεί πολλή ώρα μετά. Και ότι κατά κάποιον τρόπο κλέβει την παράσταση, που δεν περιλαμβάνει και λίγα χορευτικά διαμάντια. Πριν από το «Bolero» τα αστέρια της γαλλικής όπερας παρουσιάζουν τρεις ιστορικές χορογραφίες: το «Πουλί της φωτιάς» του Μπεζάρ (1970) σε μουσική Στραβίνσκι και το «Απομεσήμερο ενός φαύνου» του Ντεμπισί σε δύο εκδοχές, του Νιζίνσκι και του Τζερόμ Ρόμπινς.

 

Οπως εξηγούν οι Τσερκάουι και Ζαλέ σε συνέντευξή τους στην Ανιές Ιζρίν, στην εφημερίδα «Εn scene» της Εθνικής Οπερας της Γαλλίας, η αρχική πρόταση της διευθύντριας του θεάτρου Μπριζίτ Λεφέβρ ήταν να χορογραφήσουν την «Ιεροτελεστία της άνοιξης» (ειναι και τα εκατοστά της γενέθλια). Προτίμησαν, όμως, το «Bolero», λόγω τής ενέργειας που ένοιωθαν να μεταδίδει στους χορευτές και της μουσικής του κυκλικότητας. «Το Bolero», εξηγεί ο Τσερκάουι, «ετυμολογικά προέρχεται από τη λέξη «Volero», έναν χορό για ζευγάρια, που ο ένας φαίνεται να πετάει ψηλά στον αέρα τον άλλο, παίζοντας με τη βαρύτητα».

 

Η δική τους ιδέα ακολούθησε, όπως λένε, εντελώς διαφορετικό δρόμο από τους δύο κορυφαίους χορογράφους, που πρώτοι ασχολήθηκαν με το κομμάτι του Ραβέλ: την αδελφή του Νιζίνσκι, Μπρονισλάβα, το 1928 για την Opera Garnier και τον Μπεζάρ το 1960 για τον αγαπημένο του χορευτή Χόρχε Ντον. Αν και στα δύο αυτά έργα ένας χορευτής βρίσκεται πάνω σε ένα τραπέζι και τραβά τα βλέμματα προς το μέρος του, ενώ την ίδια στιγμή εκπέμπει τα αισθήματά του προς τα έξω, οι Τσερκάουι και Ζαλέ σκέφτηκαν: «Κι αν το κέντρο είναι κενό και η ενέργεια κατευθύνεται από τα έξω προς τα μέσα, σαν να υπάρχει μια μαγνητική δύναμη γύρω από την οποία τριγυρνάς για να τη φτάσεις, αλλά στην πραγματικότητα δεν τα καταφέρνεις ποτέ;».

 

Με δυο λόγια, οι έντεκα χορευτές της Οπερας, που συμμετέχουν στο κομμάτι, επιδίδονται σε ένα συνεχές σπιράλ, που οι δύο χορογράφοι το συγκρίνουν με το «σπιράλ της επιθυμίας». «Πόσες φορές η επιθυμία, ο πόθος δεν σε κάνουν να χάνεις την αίσθηση της βαρύτητας και συγχρόνως βαραίνουν πάνω στο κορμί και την καρδιά και σε συντρίβουν;». Το στοίχημα ήταν πολύ δύσκολο για τους χορευτές. «Το κλασικό μπαλέτο τούς έχει συνηθίσει να γυρνάνε γύρω από έναν σταθερό άξονα, κι εμείς τον μεταθέτουμε και τον τοποθετούμε ανάμεσα σε δύο πρόσωπα», λέει ο Τσερκάουι. «Πρέπει να μάθουν ότι κέντρο της κίνησης δεν είναι ο εαυτός τους, ότι βρίσκεται έξω από το σώμα τους. Εχει κάτι από… Γαλιλαίο αυτή η ιστορία. Ξαφνικά η Γη δεν είναι το κέντρο του Σύμπαντος, αλλά κινείται γύρω από τον ήλιο». Περιττό να πούμε ότι οι χορευτές έπειτα από κάποιες ώρες πρόβα ένιωθαν φοβερούς ιλίγγους. Μία άλλη πηγή έμπνευσης των δύο χορογράφων είναι, όπως δηλώνουν, το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και η έκφραση της ερωτικής επιθυμίας σαν αναζήτηση του χαμένου μας μισού.

 

Με τόσο έμπειρους συνεργάτες η Αμπράμοβιτς πρέπει να ένιωσε πρωτόγνωρα. «Στη δουλειά μου έχω πάντα τον απόλυτο έλεγχο», είπε στους «Νιου Γιορκ Τάιμς». «Αλλά το ενδιαφέρον στοιχείο μιας συνεργασίας είναι ότι χάνεις μέρος του εαυτού σου, το «εγώ». Είναι πολύ απελευθερωτικό να βρίσκομαι σε έναν καινούργιο χώρο, τον χορό, να αφήνω τα πράγματα να έρχονται σε μένα και να μην παίρνω αποφάσεις». Αυτή, πάντως, πρότεινε τον ενδυματολόγο Ρικάρντο Τίσι και τον φωτιστή Ουρς Σόνεμπομ.

 

Η δική της σκηνογραφική πρόταση συνίσταται σε ένα πεδίο στατικού ηλεκτρισμού, που προβάλλεται στο δάπεδο -«σαν αυτό που βλέπεις όταν η τηλεόρασή σου δεν έχει εικόνα, κάτι σαν ηλεκτρικά σωματίδια», λέει. Επίσης, σε έναν αιωρούμενο καθρέφτη, ένα σύννεφο καπνού, και στρώσεις από κοστούμια του Τίσι που απλώνονται στο δάπεδο σαν δέρμα φιδιού.

 

Η 66χρονη εικαστικός και ο 37χρονος χορογράφος ήθελαν πολλά χρόνια να συνεργαστούν. Ο Τσερκάουι, που τόσες φορές έχουμε απολαύσει τη δουλειά του στο Φεστιβάλ Καλαμάτας και το Ελληνικό Φεστιβάλ, εξομολογείται, μάλιστα στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ότι αυτός και ο Ζαλέ έχουν επηρεαστεί από το έργο της. Στην πρώτη χορογραφία, που συνυπέγραφαν, μαχαίρωνε το χέρι του, το οποίο βρισκόταν γύρω από τον λαιμό του Ζαλέ. Επειδή, όμως, δεν έτρεχε πολύ αίμα, αναγκάστηκαν να το ενισχύσουν με θεατρικά κόλπα.

 

INFO: Εως 3 Ιουνίου

 

Scroll to top