09/05/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ελα να σμίξεις τώρα με μένα

      Pin It

Τρίτη ματιά

 

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

Νόμιζα ότι με την κηδεία του Λευτέρη Βογιατζή θα μου έφευγε το βάρος. Δεν λένε ότι εμείς οι Ελληνες μετά το ξόδι το ρίχνουμε στα αστεία και τα ανέκδοτα, θυμόμαστε τις ευτυχισμένες στιγμές του εκλιπόντος, βγάζουμε τα άπλυτά του στη φόρα και επέρχεται μια συμφιλίωση με τον θάνατο και μια γαλήνη; Ε, αυτή τη φορά το κόλπο δεν έπιασε. Το βάρος έγινε χειρότερο.

 

Κι όμως. Μέχρι να μπω χθες το πρωί στη Νέα Σκηνή να τον αντικρίσω στο φέρετρό του, αλλά και να περπατήσω στα δρομάκια του Α' Νεκροταφείου μέχρι τον τάφο του, είχα βρει έναν δικό μου τρόπο να τον κουβαλώ με πείσμα συνεχώς μέσα μου. Ελαφρό, θα τον έλεγα, θεατρινίστικο. Αλλά αποτελεσματικό. Το 'χα ρίξει στο τραγούδι. Στα τραγούδια. Σ' αυτά τα λίγα, μα τόσο υπέροχα, που είχε πει στο θέατρο και στο σινεμά και, δόξα τω Θεώ, κάτι το youtube, κάτι ένα σκονισμένο cd που ανακάλυψα καταχωνιασμένο στη δισκοθήκη του παιδιού μου (θα εξηγήσω γιατί) τα είχαν διασώσει και μου τα πρόσφεραν. Σωσίβιο να αρπαχτώ.

 

Το θέατρο αφήνει πίσω του τόσο λίγες μνήμες. Οταν σου έχει μείνει μια ξεκαρδιστική κίνηση των χεριών του Βογιατζή στον δικαστή Αδάμ, κάτι σταγόνες στο σακάκι του στον «Θείο Βάνια», το βλέμμα του στον «Μισάνθρωπο», ένας μονόλογος-φωτιά στο «Υστατο σήμερα», η αρρενωπή του «Λυσιστράτη» (ε, αυτή την είχα δει τρεις-τέσσερις φορές), όταν σπας το κεφάλι σου να ανασυστήσεις μια σκηνή από τους «Αγροίκους» και σκυλομετανιώνεις που δεν έβγαλες εισιτήριο διαρκείας για το «Θερμοκήπιο», οι ηχογραφήσεις και οι ταινίες του είναι ο δικός σου Βογιατζής, που κανείς δεν μπορεί ποτέ να σου τον πάρει.

 

Οταν τον είδα στο Αλσος Παγκρατίου να τραγουδάει στην επιθεώρηση «Αναντάμ Παπαντάμ» το «Yellow Thlipsis» του Λουκιανού Κηλαηδόνη, οι στίχοι «εξόριστος επάνω στη σκηνή ξεχνιέμαι με τραγούδια δανεισμένα, κι αν έχεις απ' τα πάντα αποκλειστεί έλα να σμίξεις τώρα με μένα» έγιναν το πιο σπαραχτικό μα και θριαμβευτικό κάλεσμα για μια ζωή γεμάτη θέατρο. Οταν τον έζησα στα γυρίσματα του «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη στη Σόφια και μετά τον είδα και τον ξαναείδα στη μεγάλη οθόνη, ερωτικό όσο ποτέ, να παίζει τον λούζερ κινηματογραφικό ηθοποιό Λάκη Λοΐζο, που κάνει αιφνιδιαστικό come back παίζοντας σε επιθεώρηση γυναικείους ρόλους, παραλίγο να χάσω μια για πάντα την εμπιστοσύνη μου στους κριτικούς του σινεμά.

 

Δεν τους άρεσε η ταινία του Βούλγαρη! Θεέ μου. Οποιος δεν αγαπάει την επιθεώρηση, δεν αγαπάει το θέατρο. Τελεία και παύλα. Και μόνο η μουσική της από τον Μουζάκη αξίζει την ευγνωμοσύνη μας. Και μόνο να ακούς τον Βογιατζή να τραγουδάει «όταν χορεύω το μάμπο απ' την Μπραζίλια, γιοκέρο μάμπο, γιοκέρο μάμπο», γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος.

 

Επέβαλα σε όλα τα παιδικά πάρτι, που έκανα κι εγώ κάποτε σαν καλή μαμά, τη μουσική του «Ακροπόλ». To «Αρχίζει η ταραντέλα, γλυκιά μου αγάπη έλα» έγινε το δικό μας «πλάθω κουλουράκια με τα δυο χεράκια». Το θλιμμένο «Μενταγιόν», που τραγουδούσε ο Λευτέρης ντυμένος μουγκό ορφανό κοριτσάκι, αλλά και το αισθησιακό «Λιμπελάι», για το οποίο μεταμφιεζόταν σε drag queen, είχαν το ίδιο ακριβώς σουξέ. Κάποια στιγμή το κατάδικό μου, αγαπημένο cd εκλάπη. Μουλωχτά μεταφέρθηκε σε μια εφηβική δισκοθήκη, πίσω από μια πόρτα που χτυπούσα και δεν άνοιγε. Δεν με ένοιαξε καθόλου.

 

Καθίσαμε οικογενειακώς αυτό το Μεγάλο Σάββατο στην Καλαμάτα να δούμε την ταινία, που παραδοσιακά καλύπτει την ανία μας μέχρι να χτυπήσουν οι καμπάνες για την εκκλησία. Αυτή τη φορά δεν ήταν ο Κόλιν Φερθ στο «Περηφάνια και Προκατάληψη». Του κάναμε απιστία. Για το «Ακροπόλ» του Βούλγαρη και για τον Λευτέρη. Και αντί για το «Χριστός Ανέστη» εγώ φέτος τραγούδαγα συνέχεια «όταν χορεύω το μάμπο από την Μπραζίλια, γιοκέρο μάμπο, γιοκέρο μάμπο». Ακόμα το τραγουδάω.

 

Scroll to top