Η παράσταση «Διαδρομές υψηλού κινδύνου» στο θέατρο 104
Ο Καταλανός συγγραφέας Ιγνάσι Γκαρσία εμπνεύστηκε το θεατρικό του έργο από τις ομάδες ευκατάστατων, βαριεστημένων Δυτικών, που ξεκινούν όχι για το Μπαλί ή τις Σεϊχέλες, αλλά για κει που οι σφαίρες σφυρίζουν, οι βόμπες σκάνε, οι άνθρωποι πεθαίνουν. Τουριστικά γραφεία και ξεναγοί, σαν την ηρωίδα του, αναλαμβάνουν να τους προσφέρουν αίμα και βία. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Παλίλης έψαξε και βρήκε στοιχεία για την εξωφρενική αυτή ιστορία, που αφορά και την Ελλάδα της κρίσης
Της Εφης Μαρίνου
Μπορείτε να φανταστείτε ένα γκρουπ τουριστών με σορτσάκια, καπέλα και με τις φωτογραφικές μηχανές επ' ώμου να ξεναγείται σε αληθινά εμπόλεμες ζώνες; Και να το απολαμβάνει; Αυτό θα πει εκκεντρικότητα… Κι αυτό είναι το θέμα του έργου «Διαδρομές υψηλού κινδύνου», με το οποίο συστήνεται πρώτη φορά στην ελληνική σκηνή ο πολυβραβευμένος Καταλανός συγγραφέας Ιγνάσι Γκαρσία. Η παράσταση ανεβαίνει απόψε σε σκηνοθεσία Μιχάλη Παλίλη στο «Θέατρο 104», με ερμηνεύτρια τη Ζωή Ξανθοπούλου.
Το Μπαλί, οι Σεϊχέλες και ο Μαυρίκιος δεν τους αφορά. Σ' αυτά τα μέρη επικρατεί ειρήνη, ρούμι και νωχελικοί χοροί. Το «θέμα» βρίσκεται αλλού. Εκεί όπου υπάρχουν βομβαρδισμοί, νεκροί, βία. Δεν είναι ούτε πολεμικοί ανταποκριτές, ούτε κυανόκρανοι του ΟΗΕ, ούτε Γιατροί Χωρίς Σύνορα, ούτε φίλοι ή εχθροί των αντιμαχομένων. Οι χαρακτηρισμοί «φιλοπερίεργοι», «ατρόμητοι ταξιδιώτες», «ηδονοθηρικοί», δεν αποδίδουν επαρκώς τα κίνητρά τους, όταν επιλέγουν να κάνουν τουρισμό καταμεσής ενός πολέμου, να περιηγηθούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, να επισκεφθούν λάκκους με άταφα πτώματα.
Είναι άνθρωποι ευκατάστατοι, συνήθως μεσήλικες ή και μεγαλύτεροι, που αναζητούν την ένταση της αδρεναλίνης, εκεί που η ζωή παίζεται σαν ρώσικη ρουλέτα. Είναι άνθρωποι «τσακισμένοι» από την πλήξη, οι αναμεταδόσεις των ΜΜΕ δεν αρκούν για να χορτάσουν την απόλαυση της βίας, του φρέσκου αίματος. Επιθυμούν να ζήσουν τον πόλεμο όχι παθητικά από τον καναπέ μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες κάπου στο Ουισκόνσιν ή στο Μέιν, αλλά απολύτως ενεργητικά.
Γι' αυτό γίνονται μέρος της «εικόνας», ταξιδεύοντας στον τόπο των γεγονότων, εφοδιασμένοι με όλα τα ηλεκτρονικά μέσα απαθανάτισης των στιγμών. Η μετακίνησή τους γίνεται συντονισμένα, αφού ο δυτικός «πολιτισμός» έχει μεριμνήσει για όλα. Τουριστικά γραφεία, που αυτοαποκαλούνται «Πολιτικός Τουρισμός» οργανώνουν εκδρομές σε εμπόλεμες ζώνες σ' όλο τον κόσμο. Από την Ιρλανδία του ΙRA μέχρι τον εμφύλιο στην πρώην Γιουγκοσλαβία και τη Ρουάντα, και σήμερα τη Συρία και τη Β. Κορέα.
Με επίκεντρο την ξεναγό
Ο συγγραφέας έγραψε τις «Διαδρομές υψηλού κινδύνου» το 2004 και στηρίχτηκε σ' αυτόν ακριβώς τον ακριβό τουρισμό εκείνων που υποτίθεται ότι έχουν «ανήσυχο» νου και τους αρέσει η περιπέτεια. Στο έργο όλα συμβαίνουν σε πραγματικό χρόνο, μέσα σε μια ώρα και δέκα λεπτά. Το κείμενο είναι άμεσο, ζωντανό, με γρήγορους ρυθμούς και ανατροπές. Η νοσταλγία και η τρυφερότητα εναλλάσσονται με το χιούμορ και τη σκληρή ωμότητα. Το γκρουπ της ξεναγού είναι το ίδιο το κοινό στο θέατρο. Σ' αυτό απευθύνεται με ερωτήματα και οδηγίες, από αυτό εξαρτάται. Οι ταξιδιώτες εκφράζουν ποικίλες απαιτήσεις. Ζητούν από την ξεναγό ακόμα και να τους κάνει συντροφιά το βράδυ.
Αλλά ποια είναι αυτή η μοναδική πρωταγωνίστρια του έργου; Η Μπέρτα (την ερμηνεύει η Ζωή Ξανθοπούλου) είναι μια νέα γυναίκα, θύμα της κρίσης. Μ' ένα παιδί και άνεργο σύζυγο αποφάσισε να κάνει μια ιδιότυπη δουλειά κάτω από την πίεση της βιοποριστικής ανάγκης και των οικογενειακών υποχρεώσεων: Ξεναγός σε εμπόλεμες ζώνες με γκρουπ τουριστών, οι οποίοι δεν ορρωδούν προ ουδενός προκειμένου να νιώσουν τον ίλιγγο της επικινδυνότητας, να οσφρανθούν τη σήψη των πτωμάτων. Η Μπέρτα και σ' αυτό το ταξίδι -στο παρελθόν τραυματίστηκε υπηρετώντας μια άλλη «επικίνδυνη διαδρομή»- ξεκινά καθιερωμένα, ανακοινώνοντας το πρόγραμμα: επίσκεψη σε ομαδικό τάφο, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, γεύμα με αντάρτες.
Οι τουρίστες αναζητούν λυσσαλέα τη συγκίνηση της επικινδυνότητας με την άνεση της καθημερινότητας… Σαν Γιαπωνέζοι τουρίστες φωτογραφίζουν συνεχώς τα πάντα. Βιντεοσκοπούν ακόμα και τις ανθρώπινες αδυναμίες συνταξιδιωτών τους, όπως τότε που μια κοπέλα ξεσπά σε κλάματα. Ακόμα κι όταν κόβονται οι επικοινωνίες, όταν πέφτουν βόμβες, όταν περπατούν δίπλα σε θαμμένες νάρκες και πετούν πάνω τους κέρματα. Η ξεναγός προσπαθεί απεγνωσμένα -ματαίως- να τους προφυλάξει από τα ατυχήματα και να τους διευκολύνει, δίνοντάς τους φύλλα μέντας για τη μύτη – να μη νιώθουν τη μυρωδιά των πτωμάτων. Κι όταν κάτι στραβώνει, η Μπέρτα καλείται να υπερβεί εαυτόν. Το αφεντικό τής αναθέτει μια ζόρικη επίδειξη…
«Ο συγγραφέας με ανατρεπτικό ύφος και διεισδυτικό βλέμμα δημιουργεί μια ρεαλιστική, παράξενη ξενάγηση των θεατών σε εμπόλεμο περιβάλλον, σχολιάζοντας τα δεινά της σύγχρονης εποχής», λέει ο Μιχάλης Παλίλης. «Μέσα από τρεις τηλεφωνικές κλήσεις μαθαίνουμε το παρελθόν, την προσωπική ζωή της ξεναγού, η οποία δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως: από τη σωματική της ακεραιότητα μέχρι την ηθική της υπόσταση, το συναίσθημά της. Τα μέλη του γκρουπ είναι άνθρωποι που έφυγαν μίλια μακριά από το σπίτι τους για να γευτούν ωμή βία. Χωρίς καμιά ηθική και συναισθηματική ωριμότητα, έχουν πια χάσει κάθε επαφή με την ανθρωπιά τους. Στο κείμενο εμπεριέχονται θραύσματα καλής κωμωδίας. Το χιούμορ προκύπτει μέσα από την προσπάθεια της ξεναγού να διεκπεραιώσει τη δουλειά της, να προσφέρει όλα αυτά τα απίθανα που της ζητά το γκρουπ. Είναι αυτό που γελάς για να μην κλάψεις. Πώς πάσχει ο ήρωας στην προσπάθειά του να ολοκληρώσει μια δουλειά που τον εξουθενώνει».
Η παράσταση στήθηκε με λιτά σκηνικά μέσα. Μια ιδιαίτερη φωτεινή εγκατάσταση της Σοφίας Αλεξιάδου, μια τηλεόραση και μια καρέκλα. Ο συγγραφέας, βραβευμένος για το συγκεκριμένο έργο με το βραβείο Buero Vallejo, θεωρείται μετρ του μονολόγου και είναι σταθερός συνεργάτης της καταλανικής τηλεόρασης. Στις 18 και 19 Μαΐου, μάλιστα, θα έρθει στην Αθήνα για να δει την παράσταση του έργου του.
«Σκηνοθετώντας το έργο, προσπάθησα “κάτω” από τις γραμμές του να αναδείξω προβληματισμούς γύρω από τη σύγχρονη πολιτική επικαιρότητα», λέει ο σκηνοθέτης. «Ο θεατής να φύγει από την παράσταση χωρίς να έχει βαρύνει ή καταπιεστεί αλλά, με μια έννοια, να έχει προβληματιστεί. Πέρα από την ωμότητα, τη βιαιότητα που φέρουν αυτές οι επικίνδυνες διαδρομές, αναδεικνύονται πράγματα που έχουμε οριστικά απολέσει: το αληθινό μας πρόσωπο, ο πραγματικός εαυτός μας. Ποια είναι αυτά που αναγκαζόμαστε να πολεμήσουμε σήμερα με αφορμή τη σκληρότητα του πολιτικού τοπίου; Εψαξα σχετικά μ' αυτού του είδους τα τουριστικά γραφεία, τα οποία παρουσιάζουν τους προορισμούς όσο πιο απαλά γίνεται. Οι πελάτες τους είναι ευκατάστατοι, αλλά ομολογώ ότι σε ό,τι αφορά την εθνικότητά τους δύσκολα τους φαντάζομαι Ευρωπαίους. Ετσι κι αλλιώς δεν έχει τόση σημασία. Η διάβρωση σήμερα είναι καθολική. Οταν πληρώνεις αδρά για να χορτάσουν τα μάτια σου πόλεμο, βία, κάτι σημαντικό έχεις απολέσει ως άνθρωπος».
INFO: 104 (Ευμολπιδών 41 Γκάζι, τηλ.: 210 3455020) «Διαδρομές υψηλού κινδύνου» του Ιγνάσι Γκαρσία. Μετάφραση: Δημήτρης Ψαρράς. Σκηνοθεσία: Μιχάλης Παλίλης. Σκηνικά-κοστούμια: Λία Ασβεστά. Επιμέλεια κίνησης: Μαρίζα Τσίγκα. Επιμέλεια οπτικοακουστικού υλικού: Νατάσσα Ε. Ιωάννου. Παίζει η Ζωή Ξανθοπούλου.
……………………………………………………………………….
Ηδονοβλεψίες ταξιδιώτες στη φτωχή Ελλάδα
Στο «μενού» αυτού του «ειδικού» τουρισμού υπάρχουν ακόμα και οι μεγάλες πολιτικοοικονομικές κρίσεις γιατί κι αυτές προσφέρουν θέαμα στο ηδονοβλεπτικό βλέμμα των αχόρταγων ταξιδιωτών. Η φτώχεια και η ανεργία, δηλαδή, όπως μπορεί να αποτυπώνεται στους δρόμους των μεγαλουπόλεων, προσφέρει χαρά, ευχαρίστηση σ' αυτούς τους αλλόκοτα «περιπετειώδεις» τουρίστες. Τα φλας των φωτογραφικών τους μηχανών αστράφτουν πάνω από κάθε άστεγο κορμί πεσμένο στο πεζοδρόμιο, σε κάθε επαίτη, σε κάθε διαδήλωση.
Γι' αυτό, άλλωστε, παρόλο που δεν έχουμε πόλεμο, θα προτιμήσουν και μας τον ερχόμενο Ιούνιο. Οι «κομάντος» τουρίστες έρχονται να δουν με τα μάτια τους την Ελλάδα της κρίσης, ξεκινώντας το ταξίδι τους από την ακριτική Σάμο…