12/05/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Εκ γενετής πιστοί ή άθεοι;

      Pin It

Από τις μέχρι σήμερα νευροθεολογικές έρευνες προκύπτει μια ασυνήθιστη και για πολλούς άκρως ενοχλητική ή βλάσφημη εικόνα τόσο της επιστήμης όσο και της θρησκείας. Πράγματι, αρκετοί επιστήμονες πίστεψαν ότι διέθεταν πλέον ατράνταχτα επιχειρήματα για την οριστική διάψευση των «υπερφυσικών» ή «μυστικιστικών» εμπειριών, και συνεπώς για την απόρριψη των «ψευδών» θρησκευτικών αναγκών.

 

Από την άλλη μεριά, ουκ ολίγοι θεολόγοι και θρησκόληπτοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οι έρευνες επιβεβαιώνουν –και μάλιστα επιστημονικά!– την έμφυτη ανθρώπινη προδιάθεση για υπερβατικές εμπειρίες, άρα και τη «φυσική» αναγκαιότητα ύπαρξης των θρησκειών.

 

Δεδομένου όμως ότι οι θρησκείες υπάρχουν επειδή επιτελούν κάποια θεμελιώδη κοινωνική ή και ψυχοθεραπευτική λειτουργία, οφείλουμε σήμερα να εξετάσουμε τις πιο πρόσφατες μελέτες που διαφωτίζουν μερικά προαιώνια και δυσαπάντητα ερωτήματα: Γιατί η θρησκευτική πίστη είναι ένα καθολικό και διαχρονικό ανθρωπολογικό φαινόμενο; Αραγε, οι πιστοί ζουν καλύτερα και περισσότερο από τους άθεους; Είμαστε πραγματικά ελεύθεροι να αποφασίζουμε για το αν θα πιστεύουμε ή όχι σε κάποια θεότητα;

 

Κάποτε ρώτησαν τον Δαλάι Λάμα τι θα έκανε αν οι επιστημονικές έρευνες επιβεβαίωναν τα θρησκευτικά του πιστεύω. Εκείνος γελώντας ειρωνικά είπε: «Πολύ απλά, θα άλλαζα “πιστεύω”!». Διότι σύμφωνα με τη διδασκαλία του Βούδα, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα είναι αναλυτικός και ερμηνευτικός και συνεπώς δεν υπάρχει μία και μοναδική ανθρώπινη αλήθεια

 

Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

 

getFile (52)Οπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 υιοθετείται και προβάλλεται διεθνώς ο μάλλον περίεργος –αν όχι οξύμωρος!– όρος «Νευροθεολογία»: ένας νέος επιστημονικός κλάδος που επιχειρεί να κατανοήσει τις εγκεφαλικές, βιοψυχολογικές και νευροχημικές προϋποθέσεις όλων των ανθρώπινων «μυστικιστικών» ή «υπερβατικών» θρησκευτικών εμπειριών.

 

Το ερώτημα που αρχίσαμε να εξετάζουμε ήταν αν η εντυπωσιακή πρόοδος των γνώσεων σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου μας θα μπορούσε να συμβάλει –περισσότερο απ’ ό,τι κατάφεραν, κατά το παρελθόν, η θεολογία, η φιλοσοφία και η κοινωνιολογία– στη βαθύτερη κατανόηση του θρησκευτικού φαινομένου.

 

Ωστόσο, από τα διαθέσιμα νευροθεολογικά δεδομένα σχετικά με τη βιοψυχολογική μας προδιάθεση για το υπερβατικό μπορεί να εξάγει κανείς δύο εκ διαμέτρου αντίθετες αλλά συμμετρικές «απολογητικές»: τόσο υπέρ του αθεϊσμού όσο και υπέρ της θεοκρατίας.

 

Παραβλέποντας ή αγνοώντας επιδεικτικά τις πολύπλευρες ιστορικές-κοινωνικές-ψυχολογικές παραμέτρους του προβλήματος, οι πρόσφατες προσπάθειες της νευροθεολογίας να «αναγάγει» την ανάγκη θρησκευτικής πίστης στην παρουσία ορισμένων εγκεφαλικών «κέντρων θρησκευτικότητας» ή, ακόμη χειρότερα, σε κάποια «γονίδια του Θεού», φαίνεται πως οδηγούν στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: στην επιστημονική νομιμοποίηση των πιο σκοταδιστικών θεολογικών προκαταλήψεων.

 

Φυσική ιστορία της πίστης

 

Οι άνθρωποι ακολουθούν δεκάδες θρησκείες, για να περιοριστούμε στις πιο βασικές, παραβλέποντας τις κυριολεκτικά χιλιάδες διαφοροποιήσεις, διακλαδώσεις, αιρέσεις και τις ιδιαίτερες πρακτικές των «μικρότερων» θρησκειών. Πώς όμως δικαιολογεί η σύγχρονη επιστήμη την καθολική και διαχρονική παρουσία του «θρησκευτικού αισθήματος», της προδιάθεσης των περισσότερων ανθρώπων σε αυτή τη φαινομενικά «ανορθολογική» και τόσο επίμονη ψευδαίσθηση;

 

Μήπως πίσω από τις εμφανείς πολιτισμικές, γεωγραφικές και ιστορικές διαφοροποιήσεις των επιμέρους θρησκειών κρύβεται ένα κοινό στοιχείο που το μοιράζονται όλοι οι πιστοί πάνω στη Γη; Αυτό ακριβώς υποστηρίζει η νευροθεολογία και αυτόν τον κοινό θρησκευτικό παρονομαστή αναζητά.

 

Σε ό,τι αφορά όμως την εξήγηση αυτού του κοινού θρησκευτικού αισθήματος, δηλαδή της «αυθόρμητης» προδιάθεσης για πίστη σε υπερφυσικά όντα, οι απόψεις των ειδικών διίστανται. Μια σχολή σκέψης υποστηρίζει ότι η βιολογική εξέλιξη, μέσω της φυσικής επιλογής, ενίσχυσε την προδιάθεσή μας για θρησκευτική πίστη επειδή αυτή προωθούσε την υπακοή στους καινοφανείς και «αφύσικούς» κανόνες της ανθρώπινης κοινωνικότητας.

 

Ο επιφανής βιολόγος Ντέιβιντ Σλόαν Γουίλσον (David Sloan Wilson) υποστηρίζει ότι η καλλιέργεια του κοινού θρησκευτικού αισθήματος θα πρέπει να ευνοήθηκε από τη φυσική επιλογή επειδή ενίσχυσε την κοινωνική συνοχή και τη συνεργασία των πρωτόγονων κοινωνικά ομάδων. Ομως αυτές οι εξελικτικές ανασυγκροτήσεις προϋποθέτουν μια προβληματική και αμφιλεγόμενη εξελικτική διαδικασία, την «επιλογή ομάδας», που δεν είναι αποδεκτή από την επικρατούσα σήμερα εξελικτική θεωρία (Νέα σύνθεση).

 

Μια διαφορετική εξελικτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η θρησκευτική προδιάθεση και η πίστη σε υπερφυσικά όντα δεν υπήρξαν ποτέ αντικείμενο της φυσικής επιλογής. Αντίθετα, αποτελούν τα φυσικά «υποπροϊόντα» των νοητικών και γνωστικών συστημάτων του εγκεφάλου μας τα οποία διαμορφώθηκαν από την εξέλιξη για να επιτελούν εντελώς διαφορετικές λειτουργίες. Με άλλα λόγια, η θρησκευτική προδιάθεση και η βαθιά πίστη των ανθρώπων σε θεούς και δαίμονες ίσως δεν ήταν τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από ένα εξελικτικό «ατύχημα»!

 

Οι θρησκείες λοιπόν είναι σήμερα τα υποπροϊόντα ή τα παραπροϊόντα εγκεφαλικών μηχανισμών που διαμορφώθηκαν αρχικά για να εξυπηρετούν εντελώς διαφορετικές ανάγκες και προφανώς δεν υπήρξαν ποτέ αντικείμενο φυσικής επιλογής. Πρόκειται για την επικρατέστερη σήμερα βιολογική «εξήγηση» των θρησκευτικών φαινομένων. Οπως χαρακτηριστικά υποστηρίζει ο Βρετανός εξελικτικός Ρίτσαρντ Ντόκινς (Richard Dawkins) στο βιβλίο του «Η περί Θεού αυταπάτη»: «Η θρησκευτική συμπεριφορά ίσως συνιστά μια δυσλειτουργία, μια αστοχία, το ατυχές παραπροϊόν μιας υποκείμενης ψυχολογικής τάσης η οποία σε άλλες συνθήκες είναι, ή ήταν κάποτε, χρήσιμη»!

 

Συνεπώς, παρά τους ευσεβείς πόθους και τις ψευδαισθήσεις μας, τα θρησκευτικά αισθήματα και οι υπερβατικές τάσεις μας δεν έχουν καμιά απολύτως επιβιωτική αξία. Αποτελούν απλώς τα ενοχλητικά «κατάλοιπα» εγκεφαλικών δομών, που κάποτε, κατά τα πρώτα βήματα εξέλιξης του είδους μας, επιτελούσαν μια εντελώς διαφορετική λειτουργία, χρήσιμη τότε για την επιβίωση του ανθρώπου.

 

Ψυχοθεραπευτική μυσταγωγία

 

Η εξήγηση της παρουσίας της θρησκείας ως ενός εξελικτικού «ατυχήματος», ως απλού παραπροϊόντος της ανθρωποποίησης του είδους Homo, χωρίς δηλαδή να λαμβάνονται υπόψη οι πλούσιες κοινωνικές-πολιτισμικές πτυχές και οι εμφανείς λειτουργίες της πίστης, είναι όχι μόνο απλοϊκή, αλλά και εξαιρετικά παραπλανητική για την ανθρώπινη αυτοκατανόηση.

 

Περισσότερο διαφωτιστικές αποδεικνύονται οι πιο πρόσφατες νευροψυχολογικές έρευνες που επιχειρούν να εξηγήσουν την εγγενή νοητική μας προδιάθεση και ανάγκη να αποδίδουμε κάποιο νόημα όχι μόνο στον εαυτό μας αλλά και στον κόσμο που μας περιβάλλει. Πράγματι, από πολλές νευροψυχολογικές μελέτες της παιδικής νοημοσύνης προκύπτει ότι η πίστη σε υπερφυσικές «εξηγήσεις» είναι σύμφυτη στη λειτουργία του ανθρώπινου νου: στην εγγενή ανάγκη του να κατασκευάζει ή, αν προτιμάτε, να επινοεί μια αιτιοκρατική και εύλογη εικόνα του κόσμου.

 

Ομως θα ήταν λάθος αν πιστεύαμε ότι μόνο στα παιδιά εκδηλώνεται αυτή η μυστικιστική τάση να αποδίδουμε υπερφυσικές ικανότητες σε άψυχα αντικείμενα. Αρκεί να αναλογιστούμε την περισσή ευκολία με την οποία αποδίδουμε «προθέσεις» σε άβια αντικείμενα: στο αυτοκίνητο που δεν «θέλει» να πάρει μπρος ή στο πρόγραμμα του υπολογιστεί που δεν μας «ακούει». Μεγάλος αριθμός καθημερινών συμπεριφορών μας εξαρτάται από τέτοιες παμψυχιστικές προκαταλήψεις που οφείλονται στην αυθόρμητη και μη ορθολογική λειτουργία του ανθρώπινου νου.

 

Επιπλέον, και οι έρευνες των γνωσιακών ψυχολόγων επιβεβαιώνουν ότι οι αυθόρμητες θρησκευτικές «εξηγήσεις» και η πίστη μας στο υπερφυσικό αποτελούν ένα μη συνειδητό -αλλά καθόλου παράλογο!- υποπροϊόν της εγγενούς και ακαταμάχητης ανάγκης μας να αποδίδουμε κάποιο νόημα στη ζωή και τον κόσμο μας. Για παράδειγμα, μέσω της παρακολούθησης ζωντανών εγκεφάλων, διαπίστωσαν πως στο εσωτερικό του εγκεφάλου μας ο Θεός δεν καταλαμβάνει διαφορετική θέση από οποιονδήποτε άλλο πραγματικό δράστη.

 

Ισως αυτό να εννοεί ο Αντριου Νιούμπεργκ (Andrew Newberg), διάσημος καθηγητής νευροθεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια (ΗΠΑ) και συγγραφέας του πολυσυζητημένου βιβλίου «Γιατί πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε» (κυκλοφορεί από τις εκδ. ΑΒΓΟ), όταν διατείνεται ότι με τα πολυετή πειράματά του απέδειξε ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος «είναι ουσιαστικά μια μηχανή πίστης, επειδή δεν έχει άλλη επιλογή». Κοντολογίς, η φυσική μας προδιάθεση να «βλέπουμε» ή μάλλον να επινοούμε κάποιο σκοπό ή έναν δημιουργό για ό,τι δεν κατανοούμε είναι μια απολύτως φυσική και αυθόρμητη ανάγκη του εγκεφάλου μας!

 

Οι νευρωνικοί και γνωσιακοί εγκεφαλικοί μηχανισμοί που μας αποκαλύπτουν οι έρευνες των σύγχρονων γνωσιακών νευροεπιστημών εξηγούν επαρκώς την προδιάθεση και κυρίως την ψυχολογική μας ανάγκη να επινοούμε αυθαίρετες (αλλά κοινωνικά χρήσιμες) υπερφυσικές «εξηγήσεις», όταν δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε μια φυσική-ορθολογική εξήγηση αυτού που παρατηρούμε ή βιώνουμε.

 

Θεολογική αποτοξίνωση

 

Η αυθόρμητη πίστη μας σε θρησκείες και σε υπερφυσικές «οντότητες» ή «εξηγήσεις» στηρίζεται, όπως όλα δείχνουν, στην πολύ ανθρώπινη ανάγκη μας να αποδίδουμε κάποιο νόημα σε ό,τι μας συμβαίνει ή βλέπουμε, χωρίς να μπορούμε να το εξηγήσουμε.

 

Μια ανάγκη που εξαρτάται από τα ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά, κυρίως όμως από τους εγγενείς φυσικούς περιορισμούς του ανθρώπινου νου. Χαρακτηριστικά του ανθρώπινου νου που προφανώς προηγούνται και ευθύνονται για την εμφάνιση των θρησκειών.

 

Από αρκετές πρόσφατες έρευνες προέκυψε αναπάντεχα ότι οι ίδιοι νευροψυχολογικοί μηχανισμοί που εμπλέκονται στη γένεση των θρησκευτικών «εξηγήσεων» εμπλέκονται και στις μη θρησκευτικές ή άθεες πεποιθήσεις.

 

Οπως απέδειξαν με τις μελέτες τους στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ ο Τζόσουα Γκριν, ο Γουίλ Ζερβέ και ο Αρα Νορενζάιαν (Joshua Greene, Will Gervais, Ara Norenzayan), η ενεργοποίηση της αναλυτικής-ορθολογικής σκέψης έχει σχεδόν πάντα τη δυνατότητα να εξασθενεί ή και να εξαλείφει ολοκληρωτικά την ανάγκη για θρησκευτικές ή υπερβατικές εξηγήσεις.

 

Επιπλέον, οι έρευνες του κοινωνιολόγου Πολ Ζούκερμαν (P. Zuckerman) απέδειξαν επαρκώς ότι η πίστη των ανθρώπων στο υπερφυσικό και στη θρησκεία εξαρτάται από το βιοτικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο των κοινωνιών όπου ζουν (βλ. πλαίσιο).

 

Σε ευνοϊκές κοινωνικές-οικονομικές συνθήκες, η ανάπτυξη της κριτικής και της επιστημονικής σκέψης συνοδεύεται πάντα και αναπόφευκτα από την εξασθένηση ή και την εγκατάλειψη της ανάγκης των πολιτών για υπερφυσικές-θεολογικές εξηγήσεις. Επομένως, η ανάπτυξη και η εξοικείωση μιας κοινωνίας με τις ιδέες και τις μεθόδους της επιστημονικής σκέψης έχουν αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα την «αποτοξίνωση» από τις θεολογικές εξηγήσεις και κατά συνέπεια τη μαζική απόρριψή τους στο όνομα της επιστήμης.

 

…………………………………………………………..

 

Οταν η ψυχική μας υγεία και ευτυχία εξαρτώνται από την πίστη

 

getFile (53)Το γεγονός ότι η θρησκεία και η πίστη σε κάποιον ή κάποιους θεούς φαίνεται να προσφέρει υγεία, ευτυχία και πνευματική γαλήνη στους πιστούς είναι μια πολύ παλιά ιστορία βαθύτατα χαραγμένη στο κοινωνικό φαντασιακό.

 

Για την αποφασιστική συμβολή της θρησκευτικής πίστης στην ψυχική και σωματική υγεία των πιστών έχουν γραφτεί πολλά. Οπως γράφει στο αξιόλογο βιβλίο του «Ενάντια στη θρησκεία» ο Χρήστος Γιανναράς, γνωστός Ελληνας στοχαστής και φιλόσοφος με βαθιά θρησκευτικά ενδιαφέροντα: «Η θρησκευτικότητα είναι φυσική ανάγκη του ανθρώπου – ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης», που, αποβλέπει στο να «…θωρακίσει το άτομο απέναντι στην ανασφάλεια και τις φοβίες που γεννά η άγνοια, στον τρόμο και στον πανικό για τον θάνατο».

 

Πρόσφατα, μάλιστα, πραγματοποιήθηκαν και κάποιες ενδιαφέρουσες και αρκετά διαφωτιστικές στατιστικές μελέτες γύρω από τις συνέπειες της πίστης στη ζωή των ανθρώπων. Για παράδειγμα, η πολυσυζητημένη έρευνα των γνωστών ερευνητών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Λιμ και Ρόμπερτ Πάτναμ (Lim και Robert D. Patnam).

 

Στην έρευνα αυτή ανέλυσαν λεπτομερώς το ψυχολογικό προφίλ περισσότερων των 3 χιλιάδων Αμερικανών για να καταλάβουν πώς η θρησκευτική τους πίστη επηρεάζει θετικά τη ζωή και τη διάθεσή τους. Οι ερωτήσεις στις οποίες έπρεπε να απαντήσουν ήταν του τύπου πόσο συχνά αισθάνονταν την αγάπη ή την παρουσία του Θεού, κάθε πότε πήγαιναν στην εκκλησία, πόσο συχνά προσεύχονταν ή διάβαζαν τις Γραφές.

 

Η έρευνα αποκάλυψε ότι η ευτυχία των πιστών δεν εξαρτιόταν από το πόσο συχνά σκέφτονταν ή προσεύχονταν στον Δημιουργό και ένιωθαν την παρουσία Του. Η μεγάλη πλειονότητα απάντησε ότι ένιωθε ευτυχία όταν απλώς κατάφερνε να παρακολουθήσει συχνά τις εκκλησιαστικές λειτουργίες! Συνεπώς, τα μεγάλα οφέλη της πίστης φαίνεται πως είναι οι κοινωνικές επαφές και η ασφάλεια που αυτές δημιουργούν σε όποιον εντάσσεται σε μια θρησκευτική κοινότητα (χωρίς βέβαια να εξαντλούνται μόνο σε αυτό).

 

Μια πιο εκτεταμένη και λεπτομερής έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Εντ Ντίνερ (Ed Diener) και την ομάδα του στο Πανεπιστήμιο Ιλινόις των ΗΠΑ. Σε αυτήν ανέλυσαν τα δεδομένα 350 χιλιάδων ατόμων από πολλές Πολιτείες, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη και προσωπικά δεδομένα όπως: αν είχαν αρκετά χρήματα για στέγη και τροφή, πόσο ασφαλή θεωρούσαν την καθημερινή τους ζωή κ.ο.κ.

 

Το ενδιαφέρον αυτή της έρευνας ήταν πως αποκάλυψε ότι οι απαντήσεις διέφεραν ανάλογα με τον τόπο προέλευσης και την οικονομική κατάσταση των πιστών: όσο πιο δύσκολες ήταν οι συνθήκες ζωής τόσο περισσότερο οι ερωτηθέντες στηρίζονταν στη θρησκεία.

 

 …………………………………………………………..

 

Ενθεη και άθεη ευδαιμονία;

 

 

Το βέβαιο είναι ότι η αποτελεσματικότητα της θρησκείας στη βελτίωση της ζωής των πιστών δεν εξαρτάται μόνο από το αν έχουν εξασφαλίσει άνετες συνθήκες ζωής, αλλά και από την επιρροή του κοινωνικού περιβάλλοντος όπου ζουν οι πιστοί. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνεται από όλες τις έρευνες, κυρίως από μια ειδική ευρωπαϊκή μελέτη του Γερμανού Γ. Γκεμπάουερ (Jochen E. Gebauer) και των συνεργατών του στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Οι ερευνητές αυτοί ανέλυσαν τα δεδομένα 190 χιλιάδων ατόμων από 11 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες.

 

Οπως διαπίστωσαν, η λέξη-κλειδί για την κατανόηση της επιρροής της θρησκείας στη ζωή των ανθρώπων είναι «ψυχολογική προσαρμογή». Η εξάρτηση της θρησκείας από την ψυχολογική προσαρμογή ήταν μεγαλύτερη στις χώρες του Νότου όπου η θρησκεία είναι πιο ισχυρή, ενώ ήταν σχεδόν ανύπαρκτη στις πιο βόρειες χώρες όπου η θρησκεία δεν παίζει κανέναν αποφασιστικό ρόλο για την καλή κοινωνική ζωή, όπως π.χ. στη Δανία και στη Σουηδία, όπου μεγάλος αριθμός πιστών αλλά και κληρικών δεν πιστεύουν στον… Θεό.

 

 

 

 

Scroll to top