ΚΛΑΣΙΚΗ-ΜΟΥΣΙΚΗ
Ο μαέστρος σε μια σπάνια εμφάνισή του στην Αθήνα
Το πρόγραμμα περιελάμβανε μια νέα παραγγελία της ορχήστρας στη συνθέτρια Λίνα Τόνια, Μότσαρτ με σολίστ τον ταλαντούχο νέο πιανίστα Γρηγόρη Ιωάννου και μια συμφωνία του Σιμπέλιους
Του Γιάννη Σβώλου
Σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του στην Αθήνα, ο αρχιμουσικός Νίκος Αθηναίος διηύθυνε τις προάλλες την ΚΟΑ στο Μέγαρο Μουσικής (11/4/2013). Η βραδιά ξεκίνησε με μια νέα παραγγελία της ορχήστρας στη Λίνα Τόνια (γενν. 1985), συνθέτρια της οποίας καινούργια μονόπρακτη όπερα είχαμε ακούσει πέρυσι στην ΕΛΣ. Εμπνευσμένο από το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού, το σύντομο κομμάτι υπό τον γαλλικό τίτλο «Le Mirage» αρθρώθηκε με βάση το ευανάγνωστο τριμερές σχήμα επιθετική φόρτιση/εκρηκτική κορύφωση/«θλιμμένη» αποφόρτιση. Μουσικά κινήθηκε στο πεδίο μιας εμπρεσιονίζουσας αναπροσέγγισης του ορχηστρικού ήχου, αντλώντας αποτέλεσμα που έμοιαζε με αποδομημένη εκδοχή των εμβληματικών «Ατμοσφαιρών» του Λίγκετι.
Ακολούθως, ο Γρηγόρης Ιωάννου έπαιξε το «Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 20» του Μότσαρτ. Συνοδευόμενος από περιορισμένου μεγέθους κλιμάκιο της ορχήστρας σε παραδοσιακή διάταξη, και μάλλον ανυποψίαστος για θέματα ιστορικής ερμηνευτικής, ο ταλαντούχος νέος πιανίστας πρόσφερε μια ωραία, στρωτή, απολαυστική ανάγνωση, παλλόμενη από νεανική, αθλητική ενέργεια και φωτεινή διάθεση. Λαμπερός, διάφανος ήχος, καθαρή άρθρωση, τεχνικά αβίαστο παίξιμο με ωραίες, κελαριστές τρίλιες, κυρίως όμως σωστή, ενστικτώδης σύλληψη της κλίμακας των μουσικών και εκφραστικών μεγεθών της μοτσάρτειας γραφής –φροντισμένη παραγραφοποίηση, λεπτομέρεια, κομψότητα, ήπιες εξάρσεις, αποφυγή στομφωδών ρητορικών διατυπώσεων- όρισαν το επίπεδο της επιτυχημένης, πρώτης συνάντησης του 18χρονου σολίστα με το «μεγάλο» κοινό της συμφωνικής συναυλίας.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με τη «Συμφωνία αρ. 2» -άραγε, θα παίξει ποτέ η ΚΟΑ τις λιγότερο γνωστές 6η, 4η, 7η, 3η;- του Σιμπέλιους. Ο Αθηναίος διέπλασε μια ερμηνεία αδρών γραμμών, με δυναμικές εξάρσεις, στην οποία κυριάρχησε ο εκ του ασφαλούς χειρισμός μουσικών και εκφραστικών μεγεθών. Ωστόσο, αντιμέτωπος με μια παρτιτούρα αρκετά σύνθετης μουσικής δραματουργίας, δυσκολεύτηκε να εξασφαλίσει σφριγηλό συνεκτικό ειρμό: αντί να οργανώσει ευανάγνωστα τη συμφωνική αφήγηση σε κεφάλαια μέσω σταθερού βηματισμού και ταχυτήτων, άφησε το ενδιαφέρον να μετατοπιστεί στη δράση των επιμέρους παραγράφων, υπονομεύοντας έτσι την προβολή του κυρίαρχα επικού στοιχείου της Συμφωνίας.
Ο α λα Λιστ Μπετόβεν της Μπογιατζίεβα
Στις 9/4/2013 η Λίλια Μπογιατζίεβα έδωσε στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» ένα ρεσιτάλ εντεταγμένο στο πλαίσιο κύκλου παρουσίασης όλων των σονατών για πιάνο του Μπετόβεν. Γνωστή στο ελληνικό φιλόμουσο κοινό από παρατεταμένη, παλαιότερη παρουσία της στη χώρα μας, η Βουλγάρα πιανίστρια ευθυγραμμίστηκε στην ιδέα του αφιερώματος αντιπαραθέτοντας στο πρόγραμμά της τις «Σονάτες για πιάνο αρ. 7» και «αρ. 32» του Μπετόβεν προς τη «Σονάτα για πιάνο αρ. 2» του Σοστακόβιτς.
Η Μπογιατζίεβα πρότεινε έναν Μπετόβεν «μεγαλύτερο του πραγματικού»: αθλητικό, ρωμαλέο, στιβαρό, αρρενωπό, ηρωικό. Δοσμένες με κολοσσιαίο ήχο, που ασυζητητί θα εκτονωνόταν καλύτερα σε μεγαλύτερη αίθουσα, οι σχεδόν α λα Λιστ ερμηνείες της φόρτισαν υπέρμετρα τη μουσική του συνθέτη, ενώ ταυτόχρονα επέμειναν στην ανάδειξη της μουσικής δομής˙ η τελική εντύπωση ήταν αυτή κάποιου που προσπαθεί να δαμάσει πολύ άγριο άλογο!
Επίσης, η ακρότητα της έκφρασης, η οποία έρρεπε συστηματικά στην αγριότητα και την τραχύτητα, συχνά βίαζε το κλασικό ύφος της μουσικής. Παρ’ ότι τα αργά μέρη αμφοτέρων των σονατών δόθηκαν υπέροχα, με θαυμαστά σταθερό, συναισθηματικά μεστό βηματισμό, το διάσημο, «τζαζίστικα» χορευτικό μέρος της αριέτας μετατράπηκε σε υστερικό, σχεδόν δαιμονικό καλπασμό.
Αντίθετα, η ερμηνεία της στον Σοστακόβιτς επιβεβαίωσε απόλυτα άριστες, παλαιότερες εντυπώσεις μας από ρεσιτάλ στο Ωδείο Αθηνών (22/10/2008). Η «Σονάτα αρ. 2» (1943) έρρευσε παιγμένη με αψεγάδιαστη τεχνική αρτιότητα, στιβαρό ήχο, μυώδη άρθρωση, σαγηνευτικό πλούτο λεπτομέρειας και ηχοχρωματικών αποχρώσεων. Πάνω απ’ όλα, όμως, έπεισε η συγκινητική εσωτερικότητα και θαυμαστή βεβαιότητα έκφρασης στην προσέγγιση του εξπρεσιονίζοντος στίγματος της αμφισήμαντης μουσικής δραματουργίας του Σοβιετικού δημιουργού: βιτριολικό χιούμορ, απότομες μεταπτώσεις από το άγριο, στιβαρό εμβατηριακό ύφος σε αυτό αιθέριων, λυρικών/ονειρικών διατυπώσεων, θύλακες μοναχικής, λυρικής ενδοσκόπησης.