26/05/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

H κατάρα του Πορθητή

      Pin It

Του Γιάννη Ξανθούλη

 

Τι είναι η γαστρεντερίτις; Είναι μια πρόβα τζενεράλε χολέρας με την προϋπόθεση να την πάθεις στην Κωνσταντινούπολη και να είσαι από πάνω κι ευχαριστημένος που απασχολείς τις τουαλέτες μιας χώρας που υπερασπίζεται το δίκιο της… Φατμαγκιούλ. Κι ώς εδώ καλά. Το θέμα όμως ήταν πως όσο συνηθισμένος κι αν ήμουν στα παρατράγουδα τέτοιων περιστατικών, ήθελα να αφήσω την ύστατη πνοή μου σε έδαφος ελληνικό. Ετσι πήρα ταξί να με φτάσει μια ώρα αρχύτερα στον χαώδη σταθμό λεωφορείων κι από εκεί μέσω Αδριανούπολης (Edirne) να μπω στην πατρίδα. Καθ' οδόν λόγω φριχτών συμπτωμάτων και ημιθανούς αναίδειας έκανα ελαφρά σύγχρηστο το ταξί. Φυσικά χωρίς αβρότητες και χωρίς το πνεύμα του Ερρίκου Ντυνάν, ο Τουρκόπαις αρνιόταν να μου βγάλει τη βαλίτσα απ' το πορτ μπαγκάζ ΑΝ δεν του έσκαγα πάραυτα εξήντα τουρκικές λίρες συν τα κόμιστρα.

 

Αφού βριστήκαμε κόσμια σε άπταιστα τουρκικά έδωσα -τι να κάνω που θα έχανα το λεωφορείο- τον παρά κι επιτέλους πήρα τον δρόμο του γυρισμού μ' ένα μαντίλι μουσκεμένο σε κολόνια… Και ήταν μια πραγματικά ωραία Κυριακή η περασμένη Κυριακή. Τα εντός μου φαινόμενα υπέμεναν κι αυτά καρτερικά ώς τα σύνορα. Δηλαδή ώς το Τελωνείο στις Καστανιές του Εβρου… Κι άντε τώρα να με ρωτήσεις γιατί βρέθηκα στη Βασιλεύουσα… Για… συγγραφικούς λόγους. Μάλιστα. Για να γράψω ένα επιπλέον μεγάλο κεφάλαιο στο βιβλίο «Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου πόθων» που, καλώς εχόντων, θα κυκλοφορήσει κάπως αλλιώς από τις εκδόσεις «ΔΙΟΠΤΡΑ» όταν φυσήξει ούριος άνεμος.

 

Επρεπε λοιπόν να βρω στοιχεία που θα κάλυπταν το διάστημα των πέντε χρόνων (2008-2013) που μεσολάβησε από την πρώτη έκδοση με κάποιους χαμαμτζήδες (telak είναι το σωστό) στο εξώφυλλο. Με αφορμή λοιπόν πάντα ένα βιβλίο, όσο κι αν έχει ξεθυμάνει μέσα μου οποιαδήποτε συγγραφική όρεξη (και δεν υπερβάλλω), βρέθηκα για ένα υπερεντατικό τριήμερο στην Πόλη. Περπάτημα πάνω από δεκαπέντε χιλιόμετρα με θερμοκρασία μπάρμπεκιου και ισότιμες παρηγορητικές ανάσες απ' τον Βόσπορο. Και στο επίκεντρο, πάντα, μα πάντα, ή ίδια η Πόλη που ο κ. Ερντογάν ονειρεύεται να την κάνει ανάλογη ενός Ντουμπάι ή ενός Κατάρ ή μιας τέτοιας περίπου καμηλοπετρελαιοφόρας χώρας. Δεν ξέρω αν το πολλά βαρύ αγόρι του Ισλάμ (που το λένε «ήπιο» και ειδικών αναγκών) θα τα καταφέρει, ΟΜΩΣ η Πόλη μέσα σε έξι μήνες που είχα να τη δω απηχούσε σ' έναν μεγάλο, ανησυχητικό (εξαρτάται πώς το βλέπεις) βαθμό τα οράματα του Ταγίπ, ο οποίος ήταν και το βασικό θέμα στις ειδήσεις λόγω του ταξιδιού του στις ΗΠΑ. ΚΙ ΟΜΩΣ πέρα απ' τα δικά μου προβλήματα, ολόκληρη η Ιστανμπούλ-Κωνσταντινούπολη ανθοφορούσε και «βούλιαζε» απ' τις μυριάδες των τουριστών της. Πιστεύω ότι σε πολύ λίγο καιρό ένα από τα βασικά αξιοθέατά της θα είναι τα πολύχρωμα τουριστικά πλήθη. Εσωτερικός τουρισμός από τα βάθη της Τουρκίας όπου αναπτύσσεται μια νέα δυναμική γενιά νεόπλουτων (π.χ. το Καϊσερί, δηλαδή η Καισάρεια, παράγει δικούς της αυτόνομους πλούσιους), αλλά και αραβικοί πληθυσμοί συσκευασμένοι, όπως απαιτεί η γνωστή αισθητική των Αράβων κ.λπ. Οξύμωρη η Πόλη με σχεδόν σαφείς διαχωριστικές γραμμές του πλούτου και της φτώχειας, υπερασπίζεται τους φρέσκους θρύλους της με πάθος. Δηλαδή τεχνολογία, έξαλλη αρχιτεκτονική, επεκτάσεις στο μετρό, απίστευτο κυκλοφοριακό πρόβλημα (πλην της Κυριακής), πολλοί κεφτέδες και υπερπολυτελείς ναοί της παγκόσμιας μόδας και άλλων φασουλιών του μοντερνισμού.

 

Παρ' όλα αυτά κι ενώ όλα αλλάζουν δραματικά (κι αξιοζήλευτα μες στον πανικό της ανάπτυξης), υπάρχουν ακόμη μέρη που αφουγκράζεσαι αυτό που ελπίζεις να ακούσεις. Μέσα σε μικρή διαφορά αποστάσεων. Στην παραλία του Βόσπορου, στη δροσερή γωνιά των αγαλμάτων με τους ποιητές στο πάρκο της Μάτσκα στην παλαιομοδίτικη (ευτυχώς ακόμη) γειτονιά του Μπαλάτ, σε κάποια στενά που οι τουρίστες αποφεύγουν, μακριά απ' τους πωλητές των «θαυμάτων της Ιστανμπούλ» και τα επεξηγηματικά με φωτογραφίες μενού των τουριστικών ύποπτων ρεστοράν. Μες στον φόβο σκαρφάλωσα να δω αν βρίσκονταν στη θέση τους τα οβάλ σκαλάκια δίπλα στο σπίτι των μεγαλοτραπεζιτών Εβραίων Καμοντό (δεν γλίτωσαν απ' τους ναζί) που έγιναν διάσημα απ' τη φωτογραφία του Μπρεσόν. Ευτυχώς διασώθηκαν…

 

Τη ζεστή νύχτα Σάββατο προς Κυριακή αρρώστησα άσχημα. Πάνω που παρακολουθούσα μεταμεσονύκτιες ειδήσεις και μάθαινα τις λεβεντιές με τα κουμπούρια στην ελληνική Βουλή. Και ήταν αβάσταχτα θλιβερό, όχι μόνο γιατί αισθανόμουν χάλια, να πληροφορείσαι τα τεταρτοκοσμικά μας στην Τουρκία των G20 (που υποτίθεται, τρομάρα μας, θα συνηγορούσαμε ώστε να μπει γρηγορότερα στην… Ευρώπη), που η ανάπτυξη (ακόμη και σ' επίπεδο φούσκας να είναι) δείχνει τόσο εντυπωσιακή και αφύσικα πραγματική. Γέφυρες, μετρό, επιχειρήσεις-κολοσσοί, αναβρασμός και νιάτα παντού, όλα επιτρεπτά κι όλα -κατά μια έννοια- απαγορευμένα, κόσμος και ντουνιάς που θέλει να καταναλώσει και να φάει του σκασμού.

 

Κι εμείς να ψαχνόμαστε και να διαλογιζόμαστε ως αμήχανο «ρατσιστικό» κράτος και με πιθανότητες να βρεθούμε παραθεριστές σε κάποιο… γκουλάγκ. Αλήθεια, τα γκουλάγκ έχουν ωραίες θάλασσες; Επειτα σιγά σιγά πήρα να συνέρχομαι… και κατάλαβα πως είχα μάλλον παραισθήσεις για τα «γκούλαγκ λόγω… αναγκούλακ».

 

ΥΓ.: Μην ανησυχείτε. Οι Τούρκοι ήδη έπεσαν στην ανάγνωση του νέου Νταν Μπράουν με τον τίτλο «Τζεχενέμ» (Κόλαση)…

 

 

 

 

Scroll to top