Το «Σπίγκελ» υποστηρίζει ότι ο Β. Σόιμπλε θέλει να βοηθήσει –μέσω της Γερμανικής
Τράπεζας Επενδύσεων– να δοθούν χαμηλότοκα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα
ΒΕΡΟΛΙΝΟ Του Παντελή Βαλασόπουλου
Μεταστροφή του Βερολίνου σε πολιτικές που θα βοηθήσουν την ανάπτυξη και αλλαγή πλεύσης από τη σκληρή λιτότητα διαβλέπει ρεπορτάζ του περιοδικού «Σπίγκελ» που δημοσιεύεται σήμερα. Το «Σπίγκελ» υποστηρίζει ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε θέλει να βοηθήσει –μέσω της Γερμανικής Τράπεζας Επενδύσεων- να δοθούν χαμηλότοκα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα.
Το δημοσίευμα αναφέρεται στην πρόσφατη συνάντηση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών με τον Πορτογάλο ομόλογό του Γκασπάρ και κάνει λόγο για έναν «διαφορετικό» Σόιμπλε, ο οποίος, έχοντας μέχρι τώρα την εικόνα του αυστηρού «κομισάριου της λιτότητας», αρχίζει να παίζει τον ρόλο του «πολιτικού που τάσσεται υπέρ της ανάπτυξης», δηλώνοντας ότι «η γερμανική κυβέρνηση είναι πάντοτε πρόθυμη να βοηθήσει».
Το ρεπορτάζ επισημαίνει ότι οι υψηλοί δείκτες της ανεργίας στη Νότια Ευρώπη κινητοποιούν τη γερμανική κυβέρνηση: «Εάν δεν δράσουμε τώρα, τότε ο Νότος της Ευρώπης κινδυνεύει να χάσει μία ολόκληρη γενιά», λέγεται από το περιβάλλον Σόιμπλε. «Προκειμένου να δοθεί διέξοδος στο “κακό” της ανεργίας, Μέρκελ και Σόιμπλε εμφανίζονται τώρα διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν σταθερές θέσεις τής μέχρι τώρα φιλοσοφίας τους περί διάσωσης».
Eπιστολή στο Ρέσλερ
«Την περασμένη Τρίτη ο κ. Σόιμπλε ζήτησε με επιστολή του προς τον υπουργό Οικονομίας Ρέσλερ την ανάληψη κοινής δράσης. “Είμαι της γνώμης ότι θα πρέπει να παράσχουμε επιπλέον βοήθεια σε διμερές επίπεδο εκ μέρους της Γερμανίας”, έγραφε στην επιστολή. Από τη βοήθεια αυτή θα μπορεί να περιμένει “μια στήριξη που θα λειτουργήσει εμφανώς ταχύτερα και θα έχει αισθητά και ψυχολογικά αποτελέσματα σε εύλογο χρονικό διάστημα”. Ο Σόιμπλε χρειάζεται τη στήριξη του Ρέσλερ, γιατί τα δύο υπουργεία είναι από κοινού υπεύθυνα για την κρατική τράπεζα επενδύσεων KfW. H τράπεζα θα κληθεί να διαδραματίσει ρόλο-κλειδί στο σχέδιο ανάπτυξης που επεξεργάζονται εμπειρογνώμονες των δύο υπουργείων κατ’ αρχάς για την Ισπανία».
Οπως σημειώνεται, το εν λόγω σχέδιο θα μπορούσε να λειτουργήσει μέσω της παροχής δανείων της γερμανικής KfW στο ισπανικό αδελφό ίδρυμα, την τράπεζα ICO, η οποία με τη σειρά της θα παρείχε δάνεια σε εγχώριες επιχειρήσεις. Ετσι, ισπανικές εταιρείες θα επωφελούνται από τα χαμηλά επιτόκια στη Γερμανία. Και το ρεπορτάζ συνεχίζει: «Οι συμφωνίες με την Ισπανία μπορούν να χρησιμεύσουν ως πρότυπο και για την Πορτογαλία, ίσως και για την Ελλάδα. Σε ποιο ύψος θα κυμανθεί η βοήθεια προς τις χώρες δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί», ενώ, όπως επισημαίνουν, την επόμενη εβδομάδα ο κ. Σόιμπλε πρόκειται να ενημερώσει σχετικά την επιτροπή προϋπολογισμού του γερμανικού κοινοβουλίου.
Σε άλλο σημείο επισημαίνεται ότι, στην ίδια επιστολή προς τον υπουργό Οικονομίας, o Σόιμπλε αναφέρει ότι «θεωρεί πως η κατάσταση σε ορισμένες χώρες-μέλη της Ε.Ε. μπορεί να συγκριθεί με την κατάσταση της Γερμανίας» κατά τη δύσκολη περίοδο της ανοικοδόμησης της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Ο «εκ των έσω» φάκελος
«Το γεγονός ότι η καγκελάριος και ο υπουργός Οικονομικών ξαφνικά εμφανίζονται πρόθυμοι να αναλάβουν δράση», αναφέρεται, συνδέεται και με έναν «εκ των έσω» φάκελο της καγκελαρίας από τα μέσα Μαΐου.
Οπως επισημαίνει το ρεπορτάζ, η γερμανική κυβέρνηση ανέθεσε στα υπουργεία να συντάξουν έναν απολογισμό του ευρωπαϊκού συμφώνου ανάπτυξης που αποφασίστηκε πέρυσι. «Ο απολογισμός αυτός θα αποδείκνυε πόσο καλά λειτουργεί η γερμανική στρατηγική διάσωσης», σημειώνεται, με την επισήμανση ότι, ωστόσο, τα πορίσματα ήταν εντελώς διαφορετικά και δη αρνητικά.
«Πάντως, τα πορίσματα προέκυπταν θετικότερα για τις μεταρρυθμίσεις σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Ωστόσο, κι αυτή ήταν η ψύχραιμη διαπίστωση των (Γερμανών) υπαλλήλων, παντού οι αλλαγές χρειάζονταν χρόνο, ωσότου “φτάσουν” στην πραγματική οικονομία. Με αφορμή την καταστροφική οικονομική κατάσταση σε πολλές χώρες, απηύθυναν μια επείγουσα προειδοποίηση: “Μια περαιτέρω πρόκληση για την επιτυχία του συμφώνου συνίσταται στο να παράσχει ικανή συμβολή ούτως ώστε να ξεπεραστούν επείγοντα βραχυπρόθεσμα προβλήματα. Εν συντομία: το σύμφωνο ανάπτυξης θα πρέπει “το ταχύτερο δυνατό να φτάσει στους πολίτες”».