Ο ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία του προς το συνέδριο αναζητεί τρόπους να υπερβεί τις δομικές παθογένειες του παρελθόντος
Του Φώτη Παπούλια
Η πορεία προς το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ουσιαστικά θα πρέπει να απαντά σε δύο ερωτήματα. Πρώτο, τι είδους κόμμα θα είναι ο «νέος σχηματισμός εξουσίας» της Αριστεράς και, δεύτερο, με ποιον τρόπο θα υπερβεί τις παθογένειες που χαρακτηρίζουν το μέχρι σήμερα οργανωτικό της μοντέλο.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει αντιληφθεί ότι η δημιουργία μιας νέας και μεγάλης παράταξης της Αριστεράς, πληθυντικής, μη φοβικής και εξωστρεφούς, απαιτεί την ύπαρξη ενός διαφορετικού κομματικού πλαισίου από εκείνο στο οποίο η ελληνική Αριστερά μέχρι χθες αισθανόταν ασφαλής.
Αλλαγή σελίδας
Στενοί συνεργάτες του εκτιμούν ότι «πρακτικές του παρελθόντος που δημιουργούσαν μέσα στο κόμμα μερικές φορές παραλυτικές καταστάσεις δεν μπορούν να βρουν έδαφος στο κόμμα της νέας εποχής». Πρακτικά αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ο νέος φορέας θα πρέπει να ξεχάσει τους «μηχανισμούς» και τις λειτουργίες τους και να μετατραπεί από κόμμα στελεχών σε κόμμα μελών – με όποιους κινδύνους και αν αυτό εγκυμονεί.
Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο για ένα κόμμα που έχει διαπαιδαγωγήσει τόσο το στελεχικό δυναμικό του όσο και τους ψηφοφόρους του στη λογική της μικρής αλλά τίμιας και ηθικής Αριστεράς, και επέτρεπε στο όνομα της πολυφωνίας να υπάρχει και η… πολυγλωσσία.
Αν και ο προσυνεδριακός διάλογος βρίσκεται στα σκαριά, κείμενα που ήδη δημοσιεύτηκαν στην «ΑΥΓΗ» (24/5) δίνουν ένα πρώτο στίγμα στο πού θα κινηθούν οι συζητήσεις. Στο κομματικό μοντέλο αναφέρεται η Ελένη Πορτάλιου, υποστηρίζοντας ότι «δεν θα θέλαμε να δούμε τις διαδικασίες επανίδρυσης του μαζικού, δημοκρατικού κόμματος της Αριστεράς που αναλαμβάνει την ιστορική ευθύνη της κυβερνητικής ανατροπής… ως ένα άψυχο επεισόδιο για να τακτοποιηθούν εκκρεμότητες από το παρελθόν και να ρυθμιστούν ισορροπίες στη νέα εποχή». Και επισημαίνει: «Τα ρεύματα ιδεών είναι αυτονόητα όπως και οι τάσεις… Αν ένα κόμμα συντίθεται από παγιωμένες τάσεις που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την πλειοψηφία, τότε η αμεροληψία, η δημοκρατία των μελών, η συνομιλία και η ελευθερία της σκέψης και της απόφασης τελούν υπό αίρεση». Προτείνει δε «ένα κόμμα που δομείται σε δημοκρατικά επίπεδα αλλά δεν μετατρέπει τα επίπεδα αυτά σε ιεραρχίες που καταλύουν την ισότητα των μελών».
Η πραγματικότητα
Με την προτροπή ότι «δεν πρέπει η πορεία προς το συνέδριο να αφήσει περιθώρια για ιδεολογικές και πολιτικές αναδιπλώσεις και περιχαρακώσεις μακριά από τις πραγματικότητες της εποχής μας…» παρεμβαίνει ο Π. Τριγάζης.
Στις σχέσεις κόμματος – κινημάτων αναφέρεται ο Μ. Τσιμιτάκης: «Η στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να συμπορευθεί με τα κινήματα αντί να τα χειραγωγήσει και η ικανότητά του να τα μεταφράζει στο πολιτικό πεδίο, αποτέλεσε μια καθοριστική προωθητική δύναμη που τον έφερε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης… αυτό πρέπει να προστατεύσει και να αναπτύξει με κάθε τρόπο με τις πολιτικές του αποφάσεις».
Στην αδυναμία της κοινωνικής δράσης «να λάβει χαρακτηριστικά παλλαϊκού κινήματος ανατροπής» αναφέρεται ο Ηλ. Χαϊδάς και ισχυρίζεται: «Είμαστε υποχρεωμένοι για να πετύχουμε να δουλεύουμε με όρους κοινωνίας… να ανοίξουμε πεδία δραστηριοποίησης των ριζοσπαστικοποιούμενων κοινωνικών δυνάμεων, να ανιχνεύσουμε δρόμους πολιτικοποίησης και ένταξης στο ανατρεπτικό ριζοσπαστικό κίνημα».
Την απορία «αν με τη διατήρηση των συνιστωσών υπονοείται η δυνατότητα 100 μελών του ΣΥΡΙΖΑ επειδή διαθέτουν μια κομματική σφραγίδα να βάζουν βέτο ή να εμποδίζουν τη συναπόφαση 20.000 μελών, τότε δεν είμαι σίγουρος τι σχέση έχει όλο αυτό με τη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ», εκφράζει ο Μ. Παναγιωτάκης.
Ως λύση των εκφυλιστικών συνεδριακών φαινομένων ο Τ. Παπαζαχαρίας προτείνει: «Η εκλογή του ανώτερου καθοδηγητικού οργάνου του κόμματος να γίνεται από τις περιφερειακές συνδιασκέψεις αναλογικά σε αντιπροσώπους, με βάση την κομματική δύναμη της κάθε περιφέρειας… Αποφεύγονται οι λίστες, και το εκλογικό σώμα έχει καλύτερη εικόνα για κάθε υποψήφιο».
Ο Π. Σκουρολιάκος σημειώνει: «Σας θυμίζω πως τον κόσμο που ήρθε τον βολέψαμε όπως–όπως στο άβολο σαλονάκι της παλιάς μας κατοικίας… Είναι προφανές ότι ο κόσμος στο σαλονάκι δεν θα περιμένει για πολύ… Δεν ζητάμε να αλλάξει κανένας γούστα, απλώς να σεβαστούμε το κοινό μας σπίτι, μιας και ο κόσμος γι' αυτό έρχεται, να συνεννοηθούμε σε έναν κοινό τόπο».