25/06/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο άνθρωπος ως φυσικό και κοινωνικό ον

Η θεωρία της εξέλιξης και το σύνολο των επιτευγμάτων των επιστημών της ζωής έχουν μια κρίσιμη οντολογική εμβέλεια: Αποτελούν θεμέλιο ενός σύγχρονου υλισμού, ο οποίος.
      Pin It

Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη «Ανθρώπινη Φύση» για έναν κομμουνισμό του πεπερασμένου (Εκδόσεις Τόπος)

 

Η θεωρία της εξέλιξης και το σύνολο των επιτευγμάτων των επιστημών της ζωής έχουν μια κρίσιμη οντολογική εμβέλεια: Αποτελούν θεμέλιο ενός σύγχρονου υλισμού, ο οποίος δεν είναι θεωρησιακός (…)

Είναι αδύνατο να εξηγήσουμε τις κοινωνικές σχέσεις μόνο με βάση τα βιολογικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου είδους. Σύμφωνα με τον Μαρξ (και τον Αριστοτέλη), ο άνθρωπος είναι με την αυστηρή έννοια «ζώον πολιτικόν». Οχι μόνο κοινωνικό ζώον, αλλά ζώον που γίνεται υποκείμενο μόνο «εν κοινωνία».

 

Ας επιχειρήσουμε λοιπόν να αναδείξουμε τη διαλεκτική ανάμεσα στο βιολογικό και στο κοινωνικό. Δηλαδή με ποιον τρόπο οι λανθάνουσες δυνατότητες υπάρχουν στη βιολογική φύση μας; Με ποιον τρόπο η κοινωνική ζωή τροποποίησε την ανθρώπινη φύση; Και με ποιον τρόπο οι αλλοτριωτικές κοινωνικές σχέσεις των ταξικών κοινωνιών συνέβαλαν ώστε να μετατραπούν σε πραγματικότητα οι πιο αρνητικές δυνατότητες του ανθρώπινου όντος; Με ποιον τρόπο, ταυτόχρονα, εκμηδένισαν ή συρρίκνωσαν τα πιο θετικά στοιχεία της ανθρώπινης ουσίας, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στην πορεία της ιστορίας;

 

Οι επιστήμες της ζωής απέδειξαν την παλαιά φιλοσοφική θέση, κατά την οποία ο άνθρωπος είναι «προϊόν» της εξέλιξης της έμβιας ύλης. Πράγματι, όπως σημειώνει ο Φ. Ζακόμπ, ο χρόνος αντιπροσωπεύει μία εσωτερική παράμετρο στη βιολογία. Η εμφάνιση της ζωής ήταν ένα μοναδικό ή εξαιρετικό συμβάν πάνω στη γη. Εκτοτε κάθε ζωντανός οργανισμός προέρχεται από άλλο έμβιο. Εντούτοις, η συνέχεια δεν αποκλείει την αστάθεια και την εξέλιξη. Η αναπαραγωγή του ταυτόσημου δεν αποκλείει την ανάδυση του διαφορετικού. Το συμπτωματικό, εντέλει, ως ουσιαστικός παράγων της εξέλιξης των ειδών, ακυρώνει κάθε απόπειρα για τελεολογική ερμηνεία του φαινομένου της ζωής139.

 

Ειδικά η επιστήμη απέδειξε τη φιλοσοφική θέση του αρχαίου και του νεότερου υλισμού, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι φυσικό-βιολογικό ον. Αυτή δεν είναι τετριμμένη αλήθεια. Ως επιστημονικό γεγονός, γίνεται δεκτή τουλάχιστον από τους επιστήμονες και αντιφάσκει με την κυρίαρχη ιδεαλιστική αντίληψη για τον άνθρωπο, η απαρχή της οποίας βρίσκεται στον δυϊσμό των Πυθαγορείων, του Πλάτωνα και του Καρτέσιου. Πράγματι, σήμερα γνωρίζουμε ότι η εμφάνιση του είδους άνθρωπος ήταν αποτέλεσμα της μακράς βιολογικής πορείας της φυλογένεσης. Γνωρίζουμε επίσης ότι η ανθρωπογένεση και η νοογένεση προϋποθέτουν τις εγγενείς δυνατότητες των ανώτερων θηλαστικών. Ταυτόχρονα αντιπροσώπευαν την ανάδυση νέων πραγματικοτήτων και νέων ποιοτήτων κοινωνικού χαρακτήρα, οι οποίες δεν είναι αναγώγιμες στο βιολογικό επίπεδο140.

 

Συγκεκριμένα: Η δομή του ανθρώπινου σώματος είναι παρόμοια με εκείνη των ανώτερων θηλαστικών. Το ίδιο ισχύει ειδικότερα για τα ουσιώδη όργανα. Η φυσιολογία, ο μεταβολισμός, οι αλυσίδες των χημικών αντιδράσεων που εξασφαλίζουν το φαινόμενο της ζωής του ανθρώπου, ταυτίζονται ουσιαστικά με εκείνες των ανώτερων θηλαστικών. Αναπνέουμε με οξυγόνο το οποίο μεταφέρει η αιμοσφαιρίνη, όπως στα ζώα. Εχουμε παρόμοια ένζυμα για την πέψη. Παρόμοιες ορμόνες και μηχανισμούς για την ερωτική πράξη. Πέρα από αυτά, το γονιδίωμα του ανθρώπου είναι σχεδόν κατά 98% ίδιο με το γονιδίωμα του χιμπαντζή. Μέρος του γονιδιώματός μας είναι ίδιο με του ποντικού. Ενα μέρος έχουμε κοινό ακόμα και με… το καλαμπόκι! Συμπέρασμα: Ενότητα του ανθρώπου με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Ταυτόχρονα, ποιοτική διαφορά χάρις στην ανάδυση του νέου.

 

Οπως σημειώνει ο αείμνηστος καθηγητής Κ. Σέκερης, παρόλο που έχουμε κατά 99% περίπου ίδιο γονιδίωμα με τους ανώτερους πιθήκους, η μικρή αυτή διαφορά έχει μεγάλη σημασία. Αντιστοιχεί σε 30 εκατομμύρια βάσεις, που διαφοροποιούνται χημικά από το ένα είδος στο άλλο. Ακόμα και σε άτομα που έχουν το ίδιο γονιδίωμα υπάρχουν διαφορές της τάξης των εκατοντάδων χιλιάδων βάσεων, οι οποίες αποτελούν τη βάση της γενετικής μεταβλητότητας και της ατομικότητας141.

 

Συμπέρασμα: Δεν υπάρχει διχοτομία, στο βιολογικό επίπεδο, ανάμεσα στον άνθρωπο και στο υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Αυτό είναι επιστημονικό γεγονός. Κατά συνέπεια, οι σημερινές βιολογικές γνώσεις έχουν κρίσιμη οντολογική σημασία. Θεμελιώνουν μια σύγχρονη μονιστική αντίληψη για την ανθρώπινη φύση, εναντίον των δυϊστικών-ιδεαλιστικών αντιλήψεων οι οποίες κυριαρχούν στην ιστορία. Ο άνθρωπος, φυσικό-βιολογικό ον, χαρακτηρίζεται από τη σταθερότητα της δομής του γενετικού του κώδικα, των βιοχημικών λειτουργιών του οργανισμού, του μεταβολισμού με τη φύση, από τη σταθερότητα της δομής του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος κ.λπ.

 

Ομως, αυτά τα αναλλοίωτα στοιχεία είναι προϊόν της βιολογικής εξέλιξης. Ο ανθρώπινος φλοιός, ιδιαίτερα, είναι σχετικά πρόσφατο «προϊόν» και η δομή και η λειτουργία του σχετίζονται με την κοινωνική ζωή· ιδιαίτερα με την εργασία. Ακόμη περισσότερο: Τα ιστορικά διαμορφωμένα αναλλοίωτα στοιχεία εκφράζονται διαφορετικά σε διαφορετικά περιβάλλοντα, όπως π.χ. συμβαίνει με τις διαφορές γονότυπου και φαινότυπου. Αναλλοίωτο και διαφοροποίηση είναι δύο ενδογενώς συσχετισμένες λειτουργίες της βιολογικής φύσης του ανθρώπου.

 

Γενικότερα, η φυσική έχει θεμελιώσει έναν σύγχρονο επιστημονικό ρεαλισμό, ο οποίος υπερβαίνει τον εποπτικό ρεαλισμό, καθώς και την πενία θετικισμού142. Εντούτοις, οι επιστήμες της ζωής, και ειδικότερα η θεωρία της εξέλιξης, θεμελίωσαν τη μονιστική-υλιστική αντίληψη για τον άνθρωπο, εναντίον του κυρίαρχου δυϊσμού του σώματος και της ψυχής. Η εμφάνιση του ανθρώπινου είδους στη γη αποτέλεσε μια νέα πραγματικότητα. Παρά ταύτα, ανάμεσα στο είδος άνθρωπος και το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο δεν υπάρχει κάποια μη αναγώγιμη αντίθεση – κάποιο οντολογικό άλμα. Η γνώση που συσσωρεύτηκε από τις βιολογικές επιστήμες απέδειξε το αβάσιμο των αντιλήψεων για τη δήθεν αναλλοίωτη ανθρώπινη φύση, καθώς και των ιδεών που θεωρούν τον άνθρωπο αμαρτωλό, σημαδεμένο για πάντα από τη σφραγίδα του προπατορικού αμαρτήματος. Απελευθερωμένη από τη μεταφυσική, η μαρξιστική αντίληψη για την ανθρώπινη φύση νομιμοποιεί μιαν αισιόδοξη θεώρηση του μέλλοντος. Θα επιχειρήσω να συγκεκριμενοποιήσω αυτό τον ισχυρισμό, αποφεύγοντας την αφελή επίσημη αισιοδοξία, αλλά και τον επίσης αφελή πεσιμισμό.

 

Οι πρόοδοι στη βιολογία είχαν ως συνέπεια μια κοπερνίκεια επανάσταση στις επιστήμες της ζωής, στις κοινωνικές επιστήμες και στη φιλοσοφία. Πράγματι, η θεωρία της εξέλιξης και το σύνολο των επιτευγμάτων των επιστημών της ζωής έχουν μια κρίσιμη οντολογική εμβέλεια: Αποτελούν θεμέλιο ενός σύγχρονου υλισμού, ο οποίος δεν είναι θεωρησιακός, δεν είναι εξωτερικός ως προς την επιστήμη, και διαμορφώνεται με τη φιλοσοφική γενίκευση και υπέρβαση των επιτευγμάτων των επιστημών. Ενας σύγχρονος υλισμός είναι πραγματοποιήσιμος χάρη στην ενδογενή ενότητα των επιστημών με τη φιλοσοφία143. Σήμερα μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η ψυχή δεν είναι ουσία, υλική ή μη. Είναι το σύνολο των εσωτερικευμένων σχέσεων του ανθρώπου με τον κόσμο (φύση και κοινωνία), καθώς και των δυνατοτήτων που υπάρχουν χάρη σ’ αυτές τις σχέσεις. Οτι η νόηση, ο λόγος, το «πνεύμα» είναι κοινωνικά φαινόμενα που προϋποθέτουν έναν υλικό φορέα.

 

Ο Πλάτων υπέθεσε ότι η ψυχή αποτελείται από τρία μέρη. Εντούτοις, ο ίδιος επιχείρησε να ανιχνεύσει μια ενότητα στο εσωτερικό της διαφοράς, αντίθετα με τον απλοϊκό δυϊσμό του Καρτέσιου. Η νόηση, το πνεύμα προϋποθέτει τις κοινωνικές σχέσεις. Ταυτόχρονα, είναι δημιουργικό στοιχείο του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ο άγριος, μέσα από τον αγώνα του με τη φύση και μέσω της εργασίας και της ομαδικής-κοινωνικής ζωής, μεταμορφώθηκε σε Homo sapiens. Ποιο θα είναι άραγε το μέλλον αυτού του ιδιόμορφου ζώου, μέσω του οποίου «η ύλη άρχισε να σκέπτεται»; (Μαρξ)

 

139. Fr. Jacob, La logique du vivant, Gallimard, 1970.

 

140. Βλ. σχετικά, Ε. Μπιτσάκη, Η ύλη και το πνεύμα, ό.π., τα τρία τελευταία κεφάλαια.

 

141. Κ. Σέκερη, στο The Human Predicament, II, D. Razis (επιμ.), Athens, 2003, σ. 180.

 

142. E. Bitsakis, «Scientific Realism», Science and Society, 2, 1993, σ. 160. Του ιδίου, Η ύλη και το πνεύμα, ό.π.

 

143. Ε. Μπιτσάκη, Το αειθαλές δέντρο της γνώσεως, ό.π., Εισαγωγή.

Scroll to top