Η Βρετανία επιχειρεί να δώσει και πάλι σε ιδιώτες τις Lloyds και Royal Bank of Scotland
→Με αυτήν την κίνηση προσπαθεί να περάσει το μήνυμα ότι «τα χειρότερα έχουν παρέλθει» και κυρίως ότι η οικονομία ανακάμπτει
Του Χρήστου Τσιαγκλή
Την έναρξη της διαδικασίας επανιδιωτικοποίησης της Lloyds και της Royal Bank of Scotland (RBS) ανακοίνωσε η Βρετανία, ενώ παράλληλα προχωρούν και οι διεργασίες για τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα της χώρας.
Την ίδια στιγμή αίσθηση έχουν προκαλέσει τα «καρφιά» του απερχόμενου διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, Μέρβιν Κινγκ, προς τις βρετανικές τράπεζες, τις οποίες στηλίτευσε ευθέως για τον τρόπο με τον οποίο διαπλέκονται στη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία ώστε να επηρεάζουν τις αποφάσεις.
Το 2008 και το 2009 η Βρετανία αναγκάστηκε να κρατικοποιήσει τις υπό κατάρρευση Lloyds Banking Group και Royal Bank of Scotland παρέχοντάς τους 46 δισ. λίρες και 20 δισ. λίρες αντίστοιχα. Πέντε χρόνια αργότερα το βρετανικό κράτος κατέχει ακόμα το 81% της RBS και το 39% της Lloyds.
H βρετανική κυβέρνηση θέτει σε εκκίνηση τη διαδικασία επανιδιωτικοποίησης των δύο ιδρυμάτων, ξεκινώντας από την πρόσληψη συμβούλων που θα αναλάβουν την πώληση των μετοχών τους και ζητώντας από τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις προτάσεις τους έως τις 8 Ιουλίου. Με αυτήν την κίνηση προσπαθεί να περάσει το μήνυμα ότι «τα χειρότερα έχουν παρέλθει» και κυρίως ότι η οικονομία ανακάμπτει.
Ωστόσο, αν και οι όροι της πώλησης δεν έχουν αποσαφηνιστεί, η χρονική συγκυρία σίγουρα δεν είναι η καλύτερη, καθώς οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά. Η κυβέρνηση θα βρισκόταν εκτεθειμένη αν επέστρεφε σε ιδιώτες τις δυο τράπεζες που έχουν εξυγιανθεί με χρήματα των Βρετανών φορολογουμένων σε τιμές ζημίας, την ίδια στιγμή που ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Τζορτζ Οζμπορν, ανακοινώνει ένα νέο πακέτο λιτότητας ύψους 13,4 δισ. ευρώ.
Αν οι τιμές των μετοχών ανεβούν σε υψηλότερα επίπεδα μετά την πώληση (κάτι που αναμένεται), η όλη διαδικασία θα ισοδυναμεί με μια έμμεση επιδότηση των τραπεζών με δημόσιο χρήμα.
Μεταρρυθμίσεις
Στο ίδιο πλαίσιο, εντείνονται και οι διεργασίες για τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Στις 19 Ιουνίου η αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή παρέδωσε έκθεση με τις προτάσεις της για την αναμόρφωση του κλάδου. Οπως σχολιάζει ο «Economist», σε αντίθεση με τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες άλλων χωρών οι οποίες προσπάθησαν να ρυθμίσουν το σύστημα λεπτομερώς, οι προτάσεις της επιτροπής επικεντρώνονται γενικώς στην «αλλαγή κουλτούρας» του τραπεζικού τομέα και στη «βελτίωση της συμπεριφοράς» των τραπεζιτών.
Οι προτάσεις περιλαμβάνουν ευρεία γκάμα παρεμβάσεων, όπως η καθιέρωση της «παράτολμης κακοδιαχείρισης τράπεζας» ως ποινικό αδίκημα, η επιβράβευση της «καλής συμπεριφοράς» μέσω των bonus, η κατάργηση των φοροελαφρύνσεων επί των κερδών από τόκους, ενώ, σημειώνοντας ότι ο χώρος είναι «ανδροκρατούμενος», η επιτροπή προτρέπει τις τράπεζες να εξισορροπήσουν την αναλογία ανδρών και γυναικών εργαζόμενων.
Σε αυτό το κλίμα ήρθε να προστεθεί και η αποχαιρετιστήρια κατάθεση-καταπέλτης του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, Μέρβιν Κινγκ, ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής για την οικονομία την περασμένη Τρίτη, ο οποίος κατηγόρησε ευθέως τους Βρετανούς πολιτικούς ότι ασκούν «ανάρμοστες» πιέσεις προς τις ρυθμιστικές αρχές κατά παραγγελία των τραπεζών!
«Είναι σημαντικό οι τράπεζες να μη φεύγουν από τις συνομιλίες με τις εποπτικές αρχές και να αισθάνονται ότι το επόμενο βήμα είναι να καλέσουν τον αριθμό 10 ή ακόμη και τον αριθμό 11 (το γραφείο του πρωθυπουργού και του υπουργού οικονομικών, αντίστοιχα) της Downing Street, για να ασκήσει πίεση στις εποπτικές αρχές, ώστε να υποχωρήσουν.
Υπήρχαν σίγουρα κλήσεις προς τον αριθμό 11, και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις και στον αριθμό 10, για να ασκηθεί πίεση στις εποπτικές αρχές ώστε να τροποποιήσουν τις αποφάσεις τους» είπε.
«Αν υπήρξαν απαράδεκτες πιέσεις, αυτό δεν είναι αποδεκτό» απάντησε ο Τ. Οζμπορν…