Ο θεσμός μπορεί να εφαρμοστεί σε αστικές, εμπορικές και εργατικές διαφορές. Χρήση μπορούν να κάνουν και τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, με χαμηλό κόστος
Της Κατερίνας Κατή
Λύση στη χρονοβόρα διαδικασία επίλυσης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά τα οποία προσφεύγουν στα Ειρηνοδικεία και στην πλειονότητά τους παίρνουν δικάσιμο ακόμα και για… το 2022 επιχειρεί να δώσει τροπολογία που προωθούν τα υπουργεία Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης με την οποία θα γίνει υποχρεωτικός ο θεσμός της ειδικής διαμεσολάβησης.
Σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες από το υπουργείο Δικαιοσύνης για την εξωδικαστική επίλυση αστικών και εμπορικών διαφορών, με την υποστήριξη της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τη συνεργασία της Ομάδας Δράσης για την Ελλάδα, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης Νικόλας Κανελλόπουλος υπογράμμισε ότι στόχος είναι να γίνει υποχρεωτικός ο θεσμός της ειδικής διαμεσολάβησης προκειμένου να αποσυμφορηθούν τα Ειρηνοδικεία και να αποδοθεί άμεσα η δικαιοσύνη προς όφελος όλων.
Οι αμοιβές
Οπως ανέφερε, η διαμεσολάβηση –που εφαρμόζεται ήδη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες– μπορεί να εφαρμοστεί σε αστικές, εμπορικές και εργατικές διαφορές και μπορούν να κάνουν χρήση και υπερχρεωμένοι δανειολήπτες, με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος.
Για παράδειγμα, σε μια υπόθεση ύψους 50.000 ευρώ, η αμοιβή του διαμεσολαβητή ανέρχεται στα 200 ευρώ εκ των οποίων τα 50 θα προέρχονται από τον δανειολήπτη και τα υπόλοιπα από το τραπεζικό ίδρυμα. Σε περίπτωση δε που η διαμεσολάβηση αποτύχει και η υπόθεση οδηγηθεί στο Ειρηνοδικείο ο δανειολήπτης δεν χρειάζεται να καταβάλει άλλα χρήματα.
Αν όμως η υπόθεση κλείσει εκτός της δικαστικής αίθουσας, τότε ο διαμεσολαβητής θα αμειφθεί με 150 ευρώ επιπλέον. Αν τα δύο μέρη δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία για την καταβολή αυτής της «εξτρά αμοιβής» του διαμεσολαβητή, τότε από το ποσό αυτό τα 3/4 θα πρέπει να προέρχονται από τον δανειστή και το 1/4 από τον οφειλέτη.
«Ως υπουργείο Δικαιοσύνης δεν θα επιτρέψουμε δικάσιμους του 2020», επισήμανε ο κ. Κανελλόπουλος θέλοντας να καταδείξει και τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κινείται σήμερα η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα αλλά και την ανάγκη εφαρμογής της διαμεσολάβησης ώστε να αποσυμφορηθούν σε μεγάλο βαθμό τα δικαστήρια. «Πρέπει να ξεπεράσουμε την αγαπημένη φράση του Ελληνα “θα σου κάνω μήνυση” και να φτάσουμε στο “έλα να τα βρούμε”», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σημαντικό εργαλείο
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ε.Ε. στην Ελλάδα, Π. Καρβούνης, σημείωσε ότι υπάρχει συνεργασία της Ομάδας Δράσης και της αντιπροσωπείας της Ε.Ε. στη χώρα προκειμένου να γίνει γνωστός ο θεσμός στο ευρύ κοινό και στην επιχειρηματική κοινότητα καθώς αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων.
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κ. Μίχαλος, ανέφερε ότι η προσφυγή σε ανεξάρτητους διαμεσολαβητές δίνει λύσεις και δημιουργεί αίσθηση ασφάλειας στον καταναλωτή, ενθαρρύνει τις διασυνοριακές αγορές και δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες για τις εμπορικές επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη.
«Είναι ανάγκη να καταστεί απόλυτα σαφές προς τις τράπεζες ότι πρόθεση σε πολιτικό επίπεδο είναι να βρίσκονται λύσεις μέσω του θεσμού της διαμεσολάβησης», δήλωσε ο επικεφαλής της Task Force Χορστ Ράιχενμπαχ, που χαρακτήρισε τον θεσμό έναν καλό τρόπο επίλυσης διαφορών μεταξύ των δύο μερών, καθώς είναι μια ευέλικτη διαδικασία που επιτρέπει στα εμπλεκόμενα μέρη να έχουν τον έλεγχο επί του αποτελέσματος.
Στο θέμα αναφέρθηκε και ο Συνήγορος του Καταναλωτή, Ευάγγ. Ζερβέας, τονίζοντας ότι οι αρμόδιες επιτροπές διαμεσολάβησης που θα έπρεπε να λειτουργούν στους δήμους δεν λειτουργούν και όλη η εργασία ασκείται μόνον από τον Συνήγορο.
Τέλος, η πρόεδρος της Ενωσης Καταναλωτών-Ποιότητας Ζωής, Ελένη Αλευρίτου, επισήμανε ότι μέσω της διαδικασίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού επιστράφηκαν 17 εκατομμύρια ευρώ παράνομα εισπραχθέντων ποσών σε καταναλωτές.
Σημειώνεται ότι μέχρι στιγμής στην Ελλάδα υπάρχουν περί τους 300 δικηγόρους που έχουν πιστοποιηθεί ως διαμεσολαβητές.
Ειδικά κέντρα για την εκπαίδευσή τους λειτουργούν σε Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη, ενώ ενδιαφέρον έχουν εκδηλώσει και άλλες πόλεις.