Της Βένας Γεωργακοπούλου
Ακόμα θυμάμαι τη γενική ευφορία όταν ο Γιώργος Κουρουπός ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Μεγάρου Μουσικής. Μεγάλο φαν κλαμπ όλων των ηλικιών αποδείχτηκε ότι έχει αυτός ο χαρισματικός καλλιτέχνης, αλλά και γλυκύτατος άνθρωπος. Δεν πάνε πολλοί μήνες, που ανακοίνωσε και το πρόγραμμα της ερχόμενης σεζόν, με έντονο το στίγμα του, αλλαγές και καινοτομίες. Τα οικονομικά προβλήματα δεν τα έκρυβε. Αλλά το μυαλό και οι ευχές μας εμάς, εκεί, στο αν και πώς θα τα καταφέρει το Μέγαρο να καλύψει το χαμένο έδαφος, να μπει με μεγαλύτερη φόρα στην καθημερινότητά μας.
Και ξαφνικά ήρθε η κατραπακιά. Οτι τα χρέη του είναι δυσβάσταχτα, ότι του μπλόκαραν τους λογαριασμούς του στις τράπεζες, ότι οι εργαζόμενοι δεν πληρώνονται, ότι θα περάσει στο ΤΑΙΠΕΔ και θα πουληθεί σε ιδιώτη. Δεν ήθελα και πολύ να το πιστέψω. Μετά την επέλαση στην ΕΡΤ, σκέφτηκα ότι δεν αποκλείεται ο πολιτισμός να είναι, τελικά, το εύκολο εξιλαστήριο θύμα, η ανώδυνη λύση, που άντε να πικράνει τους κουλτουριάρηδες. Και πόσοι είναι αυτοί, παρακαλώ, στον γενικό πληθυσμό; Τρεις και ο κούκος. Ασε που ψηφίζουν και Αριστερά και τα ποσοστά της Ν. Δημοκρατίας χαμπάρι δεν θα πάρουν. Ενώ, ας πούμε οι δημοτικοί υπάλληλοι που χρηματίζονται, δεν ξεκουνιούνται από τις θεσούλες τους ούτε με βίντζι. Εχουν πολιτικό κόστος αυτοί.
Με μεγάλη μου έκπληξη, όμως, είδα ότι το κλείσιμο ή η συρρίκνωση ή η αλλαγή της φυσιογνωμίας του Μεγάρου δημιούργησε αίσθηση. Εντάξει, δεν κατασκήνωσαν στη Β. Σοφίας οι φιλόμουσοι να φωνάζουν συνθήματα κατά του μνημονίου και υπέρ της αυτοδιαχείρισης. Αλλά μια συγκίνηση κι ένας θυμός υπήρξε, εκδηλώθηκε. Και πολύ το χάρηκα.
Βρε πώς αλλάζουν οι καιροί. Το Μέγαρο δεν έγινε εύκολα αποδεκτό. Ειδικά τότε που ζούσε ο Χρήστος Λαμπράκης σε πολλούς ξίνιζε. Νόμιζαν ότι ανήκει στην αστική τάξη, ότι για να περάσεις τις πόρτες του πρέπει να φοράς τα καλά σου και να είσαι πάνω από εξήντα. Τους την έδιναν οι χορηγοί, λες και υπάρχει τόσο μεγάλος οργανισμός διεθνώς που δεν στηρίζεται σε μαικήνες. Αφέλειες και αηδίες.
Φανατική του Μεγάρου ποτέ δεν ήμουν, αρχίζουν νωρίς οι συναυλίες τους, σε ώρα που συνήθως δουλεύω, είμαι περισσότερο και του θεάτρου. Αλλά ορκίζομαι ότι του χρωστάω πολλά βράδια σωτήρια (της μαύρης μου ψυχής) και τη γαλήνη, που μόνο ένας απόλυτα δημοκρατικός, ελεύθερος, εγκάρδιος χώρος μπορεί να σου προσφέρει. Σαν μια πολιτισμένη αγκαλίτσα το νιώθω. Ασε που επέτρεπε και το κάπνισμα σε εποχές που παντού αλλού είχε κοπεί με το μαχαίρι.
Το έχει αυτό η μουσική, σε κάνει συναισθηματικό, σε μαλακώνει, σου αλλάζει το βήμα, τις ανάσες, το ίδιο σου το πρόσωπο. Βοήθαγε και η ίδια η προσωπικότητα του Λαμπράκη. Παθιασμένος άνθρωπος, δεν ξέρω τι έκανε, τι εξουσία ασκούσε στα υπόλοιπα του βίου του, αλλά στο Μέγαρο ήταν μια διακριτική, χαριτωμένη, ιδιόρρυθμη και μποέμ παρουσία. Και δεν θα ξεχάσω πως πλήρωνε πάντα εισιτήριο και πρόγραμμα γι' αυτόν και τις φίλες του!
Γι΄ αυτό και δένω κόμπο τη χθεσινή ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών, που «στηρίζει και αναγνωρίζει τη συμβολή του Μεγάρου στην πολιτιστική ζωή του τόπου». Και περιμένω από τον Γιάννη Στουρνάρα να μην κάνει ούτε βήμα πίσω.