Pin It

Του Τάσου Παππά

 

Μία εβδομάδα μετά τον θάνατο του Παναγή Τσαλδάρη (16 Μαΐου 1936) η «Καθημερινή» δημοσίευσε το άρθρο που είχε γράψει ο ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος την τελευταία μέρα της ζωής του. Ηταν ημιτελές, αλλά είχε το βάρος πολιτικής υποθήκης. Ανάμεσα στ’ άλλα έγραφε: «Υπάρχει από την μίαν πλευράν η μεγάλη πλειονότης του ελληνικού λαού η οποία, εμμένουσα εις τας μακραίωνας εθνικάς παραδόσεις και πιστεύουσα εις τα σύμβολα της πατρίδος, της θρησκείας, της οικογένειας και της ηθικής… Από την άλλην πλευράν υπάρχει η μειονότης, η έχουσα ως σημαίαν την κοινωνικήν ανατροπήν, το ποδοπάτημα των ιερών της φυλής συμβόλων, την διάλυσιν της οικογένειας, την κατάλυσιν της θρησκείας, συγχέουσα την πρόοδον προς την έκλυσιν, την αποχαλίνωσιν και τη διαφθοράν» (το απόσπασμα αλιεύσαμε από το βιβλίο της Εφης Γαζή «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια. Η ιστορία ενός συνθήματος», εκδόσεις Πόλις).

 

Αυτή ήταν η καθεστωτική συντηρητική ιδεολογία από τη μεταξική περίοδο μέχρι και τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Το σχήμα ατόνησε τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης γιατί είχε ποικιλοτρόπως δυσφημηστεί από τους ανελλήνιστους χουντικούς, επανήλθε για λίγο την περίοδο του Αβέρωφ, εξοστρακίστηκε την εποχή του Κ. Μητσοτάκη και του Κ. Καραμανλή, αλλά η νέα ηγεσία της παράταξης επιχειρεί να το αναστήσει, κάπως εκμοντερνισμένο.

 

Αν αλλάξετε τη συντακτική δομή του άρθρου του Π. Τσαλδάρη, πετάξετε τα αχρείαστα «νι», τροποποιήσετε λίγο τις ηθικολογικού τύπου αναφορές, προσθέσετε τη λέξη ασφάλεια και τοποθετήσετε τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της μειονότητας που έχει ως σημαία την κοινωνική ανατροπή και ρέπει προς την αποχαλίνωση, θα έχετε μπροστά σας το ιδεολογικό στίγμα των δύο ομιλιών του πρωθυπουργού στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το περιεχόμενο του συνθήματος «Νέα Ελλάδα», που πομπωδώς εξήγγειλε από το βήμα του συνεδρίου ο Αντ. Σαμαράς, φαντάζει τόσο παλιό, όσο παλιά, δοκιμασμένη και σε τελική ανάλυση διχαστική είναι η συνταγή του διαχωρισμού των Ελλήνων σε πατριώτες και απάτριδες, σε σώφρονες και λαϊκιστές, σε ρεαλιστές και δημαγωγούς, σε υπεύθυνους και ανεύθυνους.

 

Επιλέγοντας την πόλωση στη βάση αυτού του συνθήματος, ο επικεφαλής της Ν.Δ. επιδιώκει να προσελκύσει το προσωπικό και τους ψηφοφόρους της συντηρητικής παράταξης που στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις προτίμησαν άλλα κόμματα (Χρυσή Αυγή, Ανεξάρτητοι Ελληνες). Η αντοχή των δύο εκ δεξιών συσσωματώσεων του δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στην υλοποίηση του σχεδίου του για την ανασύνταξη της σύνολης συντηρητικής παράταξης. Δεν θα μπορούσε να το πετύχει υιοθετώντας πλευρές του πολιτικού φιλελευθερισμού και λόγω προσωπικής ιδεολογικής συγκρότησης και επειδή το ρεύμα αυτό στην παρούσα φάση είναι σε υποχώρηση. Ετσι κατέφυγε στο γνωστό τρίπτυχο, στην πιο σύγχρονη εκδοχή του. Στο θέμα αυτό η Δεξιά παίζει σε ευνοϊκό γήπεδο εξαιτίας της αμηχανίας της Αριστεράς.

 

Για παράδειγμα, επικαλείται τον όρο «πατρίδα», μοιράζοντας διαπιστευτήρια πατριωτισμού, η παράταξη που έχει συνδέσει την πορεία της με τις μεγάλες εθνικές καταστροφές (1897, 1922, Κύπρος 1974), η παράταξη που δέχτηκε να ξεπλυθεί στο εσωτερικό της ο δωσιλογικός υπόκοσμος της Κατοχής, η παράταξη που έβγαλε από τα σπλάχνα της τους επίορκους αξιωματικούς και τους εξωνημένους πολιτικούς που κατέλυσαν τον κοινοβουλευτισμό και το 1936 και το 1967.

 

Επικαλείται τη θρησκεία η παράταξη που με την πολιτική της, σε όλη τη διαδρομή της, συστηματικά προστάτευε τα συμφέροντα των πλουσίων, κόντρα στις παραινέσεις και τις διδαχές του ιδρυτή του χριστιανισμού. Με το ένα χέρι μοίραζε προκλητικά άνισα τον κοινωνικό πλούτο, με το άλλο έκανε μεγάλους σταυρούς για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες της. Παραβίαζε χωρίς περιττούς ενδοιασμούς και ψυχοφθόρες τύψεις τουλάχιστον τις οχτώ από τις δέκα εντολές, ισοφαρίζοντας τις πομπές της με φιλανθρωπίες και υποκριτική ευσέβεια. Η Αριστερά, στο όνομα ενός εργαλειακού διεθνισμού και του μαχητικού αθεϊσμού της, άφησε τον χώρο ελεύθερο στη Δεξιά, γιατί συνέδεε ανοήτως τον πατριωτισμό με τον εθνικισμό και την ευλάβεια με τη θρησκοληψία.

 

Το ίδιο λάθος πάει να κάνει και στο ζήτημα της ασφάλειας. Πιστεύει ότι με αντιρατσιστικές τοποθετήσεις, αναφορές στην πολυπολιτισμικότητα και στην ανάγκη ειρηνικής συνύπαρξης, με καταγγελίες κατά της αστυνομικής βίας εκπληρώνει το διεθνιστικό καθήκον της. Η ακαδημαϊκή προσέγγιση και οι φιλολογικού τύπου αναλύσεις ικανοποιούν τα μορφωμένα στρώματα που ζον σε «ασφαλείς» περιοχές, δεν δίνουν όμως λύσεις στους ανθρώπους που καθημερινώς έρχονται αντιμέτωποι με το πρόβλημα και εύκολα μπορεί να χειραγωγηθούν από τον μισαλλόδοξο και ρατσισιτικό λόγο των νεοφασιστών. Δεν είναι τυχαίο ότι η Χρυσή Αυγή αποσπά μεγάλα ποσοστά στην Αττική (στις λαϊκές συνοικίες, στις περιοχές του κέντρου και στο υπόλοιπο της περιφέρειας), εκεί δηλαδή που συγκεντρώνεται ο κύριος όγκος των μεταναστών.

 

[email protected]

Scroll to top