Η επιθετική στρατηγική που ακολουθεί η Τουρκία στη διεκδίκηση της πολιτιστικής της κληρονομιάς από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου πήρε μια νέα, ενδιαφέρουσα και ανήκουστη τροπή: Θα καταφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Πρώτη φορά στην ιστορία του, ο θεσμός αυτός θα κληθεί να εξετάσει μια υπόθεση που αφορά αγάλματα και όχι να αντιστρέψει άδικες δικαστικές αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων.
Η μήνυση θα κατατεθεί στο Στρασβούργο στις 30 Ιανουαρίου από 30 νομικούς, που εκπροσωπούν την πόλη Μπροντρούμ στη νοτιοδυτική Τουρκία, αλλά και το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού. Στρέφεται εναντίον του Βρετανικού Μουσείου και διεκδικεί την επιστροφή των περίφημων γλυπτών που στόλιζαν κάποτε το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ένα από τα Επτά Θαύματα του Κόσμου.
Αν οι Τούρκοι καταφέρουν να παρουσιάσουν γερή νομική υπόθεση και επαναπατρίσουν τελικά τις αρχαιότητες, θα είναι όντως, όπως γράφει η «Γκάρντιαν», μια «πιθανή καταστροφή για τα μεγάλα μουσεία του κόσμου».
Τα νομικά επιχειρήματα που θα χρησιμοποιήσει η τουρκική πλευρά είναι για την ώρα άγνωστα. Θα βοηθήσει κάποιο άρθρο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως αυτό που ορίζει ότι κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο δικαιούται να απολαμβάνει ειρηνικά την ιδιοκτησία του;
Το κλασικό όπλο των Τούρκων και σ’ αυτή τη διεκδίκηση είναι, πάντως, η παράνομη έξοδος των αρχαιοτήτων από τη χώρα. Κάτι που το Βρετανικό Μουσείο αρνείται. Εκπρόσωπός του δήλωσε στην «Γκάρντιαν»: «Τα συγκεκριμένα αρχαία έργα τέχνης αποκτήθηκαν χάρη σε νόμιμα φιρμάνια των οθωμανικών αρχών, που επέτρεψαν τόσο τις ανασκαφές στην περιοχή για την αφαίρεσή τους όσο και την απόκτησή τους από το μουσείο».
Να θυμήσουμε, επίσης, ότι, σύμφωνα με Σύμβαση της UNESCO, οι χώρες δικαιούνται να διεκδικούν μόνο την επιστροφή αρχαιοτήτων που εξήχθησαν παράνομα μετά το 1970.
Η ιστορία με την Αλικαρνασσό έχει ως εξής: το Μαυσωλείο, έργο των Ελλήνων αρχιτεκτόνων Σάτυρου και Πυθέου, ανεγέρθη το 350 π.Χ. για να φυλαχθεί το σώμα του Πέρση σατράπη της Καρίας Μαύσωλου και της γυναίκας του Αρτεμισίας.
Ο μεγαλειώδης τάφος είχε ύψος 45 μέτρα, λευκό χρώμα και περίτεχνο διάκοσμο, που προκάλεσε τον θαυμασμό σε ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο: κυρίως το μαρμάρινο τέθριππο (άρμα με τέσσερα άλογα) και ο ηνίοχός του, που στεκόταν στην κορυφή της πυραμιδικής του στέγης.
Το μνημείο κατέρρευσε από σεισμό τον 13ο αιώνα και μετά άρχισαν οι χριστιανικές αγριότητες. Το 1522 μ.Χ. διατάχθηκε η κατεδάφισή του από τον Μέγα Μάγιστρο του ιπποτικού τάγματος των Ιωαννιτών, ενώ γλυπτά του αλλά και δομικά υλικά χρησιμοποιήθηκαν για στολισμό και ενίσχυση του κάστρου τους, στο Μποντρούμ.
Τα υπόλοιπα καλύφθηκαν από λάσπη και χώμα, περιμένοντας τους Βρετανούς και τα οθωμανικά φιρμάνια του 1846 για να καταλήξουν στο Λονδίνο. Κυριότερα εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου από την Αλικαρνασσό θεωρούνται δύο εξαίσια αγάλματα, ενός άνδρα και μιας γυναίκας. Το πρώτο λανθασμένα είχε θεωρηθεί απεικόνιση του Μαύσωλου.
Ολα τα παραπάνω έχουν άρωμα… Ελγινείων. Γι’ αυτό και η Ελλάδα, που προσπαθεί χρόνια και με ποικίλους τρόπους να ανακτήσει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, ίσως θα έπρεπε να παρακολουθήσει από κοντά την υπόθεση. Το ίδιο ισχύει και για όλα τα μεγάλα μουσεία του κόσμου. Πόσο μάλλον που τον τελευταίο καιρό η Τουρκία έχει κερδίσει μεγάλες νίκες σ’ αυτόν τον «πολιτιστικό πόλεμο» που άνοιξε.
Μέσα στο 2011 της επιστράφηκαν πάνω από 2.000 κλεμμένα έργα τέχνης, ενώ αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα μαχαίρια σχεδόν με κάθε μουσείο της Δύσης: το Λούβρο, της Περγάμου, το Βικτόρια και Αλμπερτ. Μα πάνω απ’ όλα με το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.
Η τουρκική κυβέρνηση, δηλαδή ο πανίσχυρος υπουργός Πολιτισμού Ερτουγκρούλ Γκιουνέι, υποστηρίζει ότι της ανήκουν 18 αντικείμενα από την περίφημη συλλογή του Νόρμπερτ Σίμελ, πυλώνα του μουσείου. Το μουσείο το αρνείται, με αποτέλεσμα να υπόκειται σε μια σειρά εκβιασμών.
Για παράδειγμα, η φετινή του έκθεση βυζαντινής τέχνης έγινε χωρίς καμιά απολύτως συνεισφορά των τουρκικών μουσείων. Και είναι γνωστό ότι στην εποχή μας τέτοιες μεγάλες εκθέσεις, ακόμα και από το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, απαιτούν τη συνεργασία μεταξύ πολλών χωρών.
Επιμ.: Β. Γεωργ.