Χειμαρρώδης ως συνήθως στη σκηνή ο Σταμάτης Κραουνάκης, ένας σύγχρονος αριστοφανικός καλλιτέχνης. Με την ευφυή πρόζα, τον καταγγελτικό λόγο του, την αθυροστομία και το χιούμορ του. Η παράστασή του όμως «Αριστοφάνης τώρα – το γλέντι της κωμωδίας», που παρουσιάστηκε στη μικρή Επίδαυρο την Παρασκευή και το Σάββατο, δεν… τράβηξε. Ισως και γιατί ο ίδιος προτίμησε να είναι κάπως πιο διακριτικός αυτή τη φορά, δίνοντας μεγαλύτερο χώρο στους μόνιμους τα τελευταία χρόνια συνεργάτες του, τη Σπείρα Σπείρα. Κι έτσι δεν λειτούργησε η φάση.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά έμοιαζαν παράταιροι οι «Σπειραίοι» – αν και αριστοφανικής υφής. Ηρθε και ο απροετοίμαστος και απολύτως αταίριαστος με τη φάση Μανώλης Μητσιάς να κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα. Απροετοίμαστος γιατί δεν ήξερε τα λόγια στα τέσσερα-πέντε τραγούδια του (ένα… αναλόγιο τον ακολουθούσε παντού). Και αταίριαστος ως απολύτως στατικός τραγουδιστής ανάμεσα στα αεικίνητα μέλη της Σπείρας που δεν άφησαν σπιθαμή της σκηνής που να μην οργώσουν. Κάποιες φορές έμοιαζε σαν να τους κοιτάει με απορία. Η φωνή του, φυσικά, ανέγγιχτη. Λαϊκή και γεμάτη.
Οχι πως δεν πέρασε καλά ο κόσμος (περισσότερος το Σάββατο, σχεδόν γεμάτο το θεατράκι). Αλλά ήταν φανερό πως το δίωρο χρειαζόταν περισσότερο… Κραουνάκη. Και λίγη πρόζα παραπάνω. Μια στιγμή μόνο άρχισε τα δικά του ο Σταμάτης, τα πολιτικά, με φωνή παιχνιδιάρικη βγαλμένη θαρρείς από τη «Λιλιπούπολη» και σείστηκε το θέατρο. «Κι έγιναν μαλλιά κουβάρια της Βουλής τα παλικάρια ποιος θα φάει πιο πολύ». Η πρωτότυπη (και ωραία!) μουσική δική του, οι στίχοι της Λίνας Νικολακοπούλου, η μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη. Το σκηνικό αφαιρετικό, τα κοστούμια στο λευκό, «στον τόπο που γεννήθηκαν τα γλέντια και η φιλία, ο έρωτας το θέατρο και η δημοκρατία».
Εχω την αίσθηση πως η Σπείρα Σπείρα τον έκανε τον κύκλο της. Τον καθηλώνει πια τον Κραουνάκη, σαν να τον κρατάει και να μην τον αφήνει να ξεχυθεί, να πάει παρά πέρα…
Δημήτρης Κανελλόπουλος