Του Φώτη Παπούλια
Στην τελική ευθεία για το 19ο συνέδριό του, το οποίο θα πραγματοποιηθεί 11-14 Απριλίου 2013, έχει πλέον μπει το ΚΚΕ, αφού έδωσε στη δημοσιότητα με τον χθεσινό «Ριζοσπάστη» το κείμενο θέσεων.
Ο προσυνεδριακός διάλογος δεν θα περιοριστεί μόνο στα μέλη του κόμματος, αλλά φιλοδοξία του Περισσού είναι να πάρουν μέρος όσο το δυνατόν περισσότεροι «φίλοι, αγωνιστές, αγωνίστριες, ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες απόψεις, που κατανοούν ότι, δίχως ισχυρό και με επιστημονικά επεξεργασμένες θέσεις ΚΚΕ, δεν είναι δυνατή η ανάκαμψη του εργατικού και λαϊκού κινήματος».
Στο κεφάλαιο «Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα» σημειώνεται: «Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησε από τα αστικά κόμματα αλλά και τις ρεφορμιστικές οπορτουνιστικές δυνάμεις με επικεφαλής τον ΣΥΡΙΖΑ συστηματική προσπάθεια παραπληροφόρησης, συσκότισης, προκειμένου να συγκαλυφθούν οι πραγματικές αιτίες και οι παράγοντες της κρίσης. Στόχος να παρεμποδιστεί και το μικρό ακόμα βήμα προς τη χειραφέτηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος». Οσο δε αφορά τον ελληνικό καπιταλισμό η θέση είναι ξεκάθαρη: «Επιδιώκοντας να βελτιώσει τη θέση του στην Ε.Ε. έχει ως στρατηγικούς στόχους την ανάδειξη της Ελλάδας σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, συνεκμετάλλευση ενεργειακών κοιτασμάτων, και ορισμένων κλάδων της βιομηχανίας με εξαγωγικό προσανατολισμό».
Αναφορικά με τις πολιτικές εξελίξεις, αφού διατυπώνεται η εκτίμηση ότι «η πολιτική κρίση επέφερε ρωγμές στο υπάρχον αστικό πολιτικό σύστημα», σημειώνεται πως «η αστική διακυβέρνηση προσαρμόστηκε στη νέα μορφή, αυτή της συνεργασίας αστικών κομμάτων παρά τις αντιθέσεις τους (κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου, κυβέρνηση Αντ. Σαμαρά). Δρομολογήθηκε η αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος, στοιχείο της οποίας είναι και η αναστήλωση της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας που εκφράστηκε με την απότομη εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος στηρίζεται από ένα μεγάλο αριθμό στελεχών του μηχανισμού του ΠΑΣΟΚ και συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών του».
Για τους δύο πόλους που δημιουργούνται επισημαίνεται: «Ο ένας της Κεντροδεξιάς με άξονα τη Ν.Δ. και ο άλλος της Κεντροαριστεράς με άξονα τον ΣΥΡΙΖΑ (…) αποτελεί ένα σχετικά ρεαλιστικό σενάριο για την αστική τάξη… ο ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται σε σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία πιο συντηρητική σε σύγκριση με τη σοσιαλδημοκρατία της μεταπολιτευτικής περιόδου (…). Στον ΣΥΡΙΖΑ αναζητούν και βρίσκουν πολιτική στέγη τμήματα της εργατικής και κυβερνητικής συνεργασίας (…). Η ιδιαιτερότητά του είναι ότι απαρτίζεται και από οπορτουνιστικές δυνάμεις που αποσχίσθηκαν από το κομμουνιστικό κίνημα (…). Η στρατηγική του είναι καθαρά σοσιαλδημοκρατική, φιλομονοπωλιακή (…) δεν αποκλείεται αν υποκαταστήσει την ηττημένη σοσιαλδημοκρατία, να διαμορφωθεί από φυγόκεντρες δυνάμεις του και ορισμένες εξωκοινοβουλευτικές ένα νέο ανάχωμα της λεγόμενης αριστερής ή κομμουνιστικής ανανέωσης».
Ιδιαίτερη αναφορά επιφυλάσσεται στη Χρυσή Αυγή, η οποία «είναι εθνικοσοσιαλιστική ναζιστική φασιστική οργάνωση. Ο εθνικοσοσιαλισμός στο επίπεδο της ιδεολογίας αποτελεί συγχώνευση του εθνικισμού με μικροαστικές «σοσιαλιστικές» αντιλήψεις (…). Αποτελεί τμήμα και κόμμα του αστικού πολιτικού συστήματος (…). Οχημα για να διεισδύσουν στα εργατικά λαϊκά στρώματα αντιδραστικές ιδέες».
Για το ζήτημα των πλατειών και των κινημάτων σημειώνεται: «Το λεγόμενο «κίνημα των αγανακτισμένων» και των «πλατειών» στηρίχθηκε, ενθαρρύνθηκε -αν δεν σχεδιάστηκε κιόλας- από μηχανισμούς της αστικής τάξης, με στόχο τη χειραγώγηση, την πρόληψη ριζοσπαστικοποίησης, με καναλιζάρισμα τμημάτων της εργατικής αριστοκρατίας και ένα μέρος εργατών ανέργων». Και καταλήγει: «Στις γραμμές του συνασπίστηκε ο δεξιός και αριστερός οπορτουνισμός, κυριάρχησαν συνθήματα της μικροαστικής δημοκρατίας με στόχο το χτύπημα του κινήματος με ταξικό προσανατολισμό».
Οσον αφορά την εκτίμηση για τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 τονίζεται πως «εκτός από τις σύνθετες αντικειμενικές και ώς ένα βαθμό πρωτόγνωρες συνθήκες ανέδειξαν και τις μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στη δουλειά του Κόμματος και πριν απ' όλα της Κεντρικής Επιτροπής… Δεν συγκέντρωσε την προσοχή της στο γεγονός ότι για πρώτη φορά μπροστά στον δοκιμαζόμενο λαό έμπαινε ζήτημα να επιλέξει ανάμεσα σε μια κυβέρνηση στη βάση της Ν.Δ. ή του ΠΑΣΟΚ από τη μια ή μια κυβέρνηση της λεγόμενης «αριστερής συνεργασίας». Και εν κατακλείδι «η άρνηση συμμετοχής του Κόμματος σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για το εργατικό και λαϊκό κίνημα».
Για το κομβικό ζήτημα των συμμαχιών η θέση είναι σαφής: «Η λαϊκή συμμαχία εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, η δύναμή της βρίσκεται στον πρωτοπόρο ρόλο του ΚΚΕ… Το ΚΚΕ δεν μπορεί να κάνει συνεργασία με αυτές τις πολιτικές δυνάμεις (απόσχιση από Κ.Κ. ή με ρίζα σε παλαιότερες αποσχίσεις) (…). το ΚΚΕ διατηρεί την αυτοτέλειά του και στις αστικές εκλογές, όμως στα ψηφοδέλτιά του είναι δυνατόν να συμμετέχουν και συνεργαζόμενοι».
Πώς όμως θα απαλλαγεί ο ελληνικός λαός από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης; «Ο στρατηγικός στόχος του ΚΚΕ είναι η κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση ως ανώριμη βαθμίδα της κομμουνιστικής κοινωνίας. Η επαναστατική αλλαγή στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική».