Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τη θέσπιση Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης. Στόχος, να επωμίζονται μικρότερο βάρος οι φορολογούμενοι και η πραγματική οικονομία
→Γερμανία, Ολλανδία και Φινλανδία δεν επιθυμούν να φορτωθούν με τις εξυγιάνσεις τραπεζών του Νότου και θα απαιτήσουν αυστηρότερους όρους και μεγαλύτερους ελέγχους
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ Του Κώστα Μοσχονά
Τη θέσπιση Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (ΕΜΕ) για την Τραπεζιτική Ενωση πρότεινε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους 28. Ο Μηχανισμός αυτός θα συμπληρώσει τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (ΕΕΜ), ο οποίος, όταν αρχίσει να λειτουργεί στα τέλη του 2014, θα δώσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την αρμοδιότητα να εποπτεύει άμεσα τις τράπεζες στην ευρωζώνη καθώς και σε άλλα κράτη-μέλη που θα αποφασίσουν να συμμετάσχουν στην Τραπεζική Ενωση. Ο αρμόδιος επίτροπος Μισέλ Μπαρνιέ (εσωτερική αγορά) αισιοδοξεί ότι η πρόταση για τη θέσπιση του ΕΜΕ θα υιοθετηθεί από το Συμβούλιο Υπουργών τον Δεκέμβριο 2013 και θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο 2015.
Αναμένονται, όμως, επιφυλάξεις από τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Φινλανδία, οι οποίες δεν επιθυμούν να φορτωθούν με τις εξυγιάνσεις τραπεζών του Νότου και θα απαιτήσουν αυστηρότερους όρους και μεγαλύτερους ελέγχους.
Για τον Γάλλο επίτροπο, ο ΕΜΕ θα διασφαλίσει ότι αν, παρά την αυστηρότερη εποπτεία, μια τράπεζα που υπάγεται στον εν λόγω μηχανισμό αντιμετωπίζει δυσχέρειες, η εξυγίανσή της θα μπορεί να αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικό τρόπο και με ελάχιστο κόστος για τους φορολογουμένους και την πραγματική οικονομία.
«Εχουμε ήδη συμφωνήσει σε μια κοινή ευρωπαϊκή εποπτεία των τραπεζών στην ευρωζώνη και σε άλλα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν. Η σημερινή πρόταση συμπληρώνει την κοινή ευρωπαϊκή εποπτεία με ένα ολοκληρωμένο ενιαίο σύστημα αντιμετώπισης των προβληματικών τραπεζών… Δεν μπορούμε να εξαλείψουμε τον κίνδυνο μελλοντικών τραπεζικών χρεοκοπιών, αλλά με τον ΕΜΕ και το Ταμείο Εξυγίανσης, το βάρος των ζημιών στο μέλλον θα το επωμίζονται οι ίδιες οι τράπεζες και όχι οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι» δήλωσε ο Μισέλ Μπαρνιέ.
Και πρόσθεσε: «Εχουμε ανάγκη από ένα σύστημα που θα επιτρέπει την ταχεία και αποτελεσματική εξυγίανση των τραπεζών με βάση κανόνες που θα δημιουργούν ασφάλεια δικαίου στην αγορά, χωρίς να τίθενται ερωτήματα ως προς τον αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά».
Ο ΕΜΕ θα λειτουργεί ως εξής:
Η ΕΚΤ, ως εποπτική αρχή, θα επισημαίνει πότε μια τράπεζα στην ευρωζώνη ή σε κράτος-μέλος που συμμετέχει στην Τραπεζική Ενωση αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες και πρέπει να εξυγιανθεί.
Ενα Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, αποτελούμενο από εκπροσώπους της ΕΚΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρμόδιων εθνικών αρχών (της χώρας όπου η εν λόγω τράπεζα έχει την έδρα της, καθώς και υποκαταστήματα ή/και θυγατρικές), θα προετοιμάζει την εξυγίανση της τράπεζας.
Το Συμβούλιο αυτό θα έχει ευρείες εξουσίες για την ανάλυση και τον καθορισμό της προσέγγισης που θα ακολουθηθεί για την εξυγίανση της τράπεζας: ποια εργαλεία θα χρησιμοποιηθούν και πώς θα συμμετάσχει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξυγίανσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα συμμετέχουν ενεργά στις εργασίες αυτές.
Με βάση τη σύσταση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης ή με δική της πρωτοβουλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αποφασίζει («θα πατάει το κουμπί» όπως είπε ο Μισέλ Μπαρνιέ) κατά πόσο και πότε πρέπει να τεθεί η τράπεζα υπό καθεστώς εξυγίανσης και θα καθορίζει το πλαίσιο για τη χρήση των εργαλείων και του Ταμείου Εξυγίανσης… Υπό την εποπτεία του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα αναλαμβάνουν την εκτέλεση του σχεδίου εξυγίανσης.
Το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης θα επιβλέπει τη διαδικασία. Θα παρακολουθεί την εκτέλεση σε εθνικό επίπεδο από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης και, σε περίπτωση που μια εθνική αρχή δεν συμμορφώνεται με την απόφασή του, θα μπορεί να απευθύνει άμεσα εκτελεστικές εντολές στις προβληματικές τράπεζες.
Θα συσταθεί Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης Τραπεζών, υπό τον έλεγχο του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, με στόχο τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας μεσοπρόθεσμης χρηματοδότησης κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης της εν λόγω τράπεζας.
Η χρηματοδότηση του Ταμείου
Το Ταμείο θα χρηματοδοτηθεί από συνεισφορές του τραπεζικού τομέα, που θα αντικαταστήσουν τα εθνικά ταμεία εξυγίανσης των κρατών μελών της ευρωζώνης και των λοιπών κρατών-μελών που συμμετέχουν στην Τραπεζική Ενωση, όπως προβλέπεται στην οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών. Το αρχικό κεφάλαιο θα ανέλθει σε 55 δισ. ευρώ.
Ο μέσος όρος συνεισφοράς των τραπεζών θα κυμαίνεται στο 1% των εγγυημένων καταθέσεων του συνόλου των τραπεζών της ευρωζώνης και των χωρών που θα συμμετάσχουν στον Μηχανισμό.