11/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το «Κτίσμα» του Κάφκα στο Φεστιβάλ Αθηνών

Με παντιέρα τη μοναξιά μπορεί να γίνεις τέρας

      Pin It

Η σκηνοθέτρια Βίκυ Γεωργιάδου πήρε ένα όχι τόσο γνωστό κείμενο του μεγάλου συγγραφέα, που δεν σώζεται ολοκληρωμένο. Με μοναδική ερμηνεύτρια τη Μαρία Καλλιμάνη έκανε μια παράσταση που αναφέρεται στην απομόνωση του ανθρώπου, που δεν είναι ευτυχία και γαλήνη, αλλά φόβος και μανία καταδίωξης

 

Της Εφης Μαρίνου

 

«Διαρρύθμισα το κτίσμα και δείχνει πετυχημένο. Από έξω δεν φαίνεται παρά μια μεγάλη τρύπα, η οποία όμως στην πραγματικότητα δεν οδηγεί πουθενά, ήδη μετά από λίγα βήματα συναντά κανείς φυσικό, αδιαπέραστο πέτρωμα».

 

Το «Κτίσμα» του Φραντς Κάφκα παρουσιάζεται απόψε και αύριο στο Φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260), σε σκηνοθεσία Βίκυς Γεωργιάδου.

 

Ενα μυστηριώδες ον κατασκευάζει το υπόγειο κτίσμα του, την κορωνίδα όλων των κτισμάτων, την απόρθητη μυστική κρύπτη. Τώρα χωρίς περισπασμούς, ήσυχο ότι τίποτα δεν θα προσβάλει τόσο ισχυρή οχύρωση, απολαμβάνει τη μοναξιά, τη σιωπή. Το κτίσμα, συνολικής έκτασης ενός χιλιομέτρου, διαθέτει διαδρόμους, πλατείες, στοές που οδηγούν σε λαβύρινθους. Το Πλάσμα εργάστηκε σκληρά για τον τόπο της εξορίας του, είναι περήφανο. Μέσα στο λαγούμι ζει πλήρες, νιώθοντας ότι επιτέλους εξασφάλισε αυτάρκεια, ευτυχία, γαλήνη, απόλυτο έλεγχο. Πραγματοποιεί εξόδους για προμήθειες, μέχρι που κάποτε ακούει ένα σύριγμα που προειδοποιεί ότι κάποιος έρχεται με απειλητικές διαθέσεις περικυκλώνοντας την ύπαρξη, την ψυχή, το μυαλό του. Το Πλάσμα, ανίκανο να προσδιορίσει την προέλευση, θορυβείται, αναστατώνεται. Από πού προέρχεται ο ήχος; Από δίπλα, από έξω, από μέσα;

 

Αρχικά νομίζει ότι είναι πομπές μυρμηγκιών –η παραμικρή κίνηση ακούγεται σε κάθε άκρο του κτίσματος-, ζωύφια ή ένα σμήνος ζωυφίων, μέχρι να καταλάβει ότι πρόκειται για ένα άλλο Πλάσμα, ένα ζώο τεραστίων διαστάσεων που σκάβει μανιωδώς και το πλησιάζει ολοταχώς. Το φρούριο γίνεται παγίδα εγκλεισμού και επιτήρησής του.

 

Διαφυγή δεν υπάρχει. Κι αν τα πρώτα χρόνια μπορούσε να δραπετεύσει («μου περνάει η ιδέα να γυρίσω πίσω στην παλιά θλιβερή ζωή μου»), τώρα πια είναι αργά. Επίσης δεν διαθέτει τη δύναμη της νιότης να δημιουργήσει, να βελτιώσει την οχύρωση. Κρίνει μάλιστα αυστηρά τον τρόπο κατασκευής του αρχιτεκτονήματος: «Θα έπρεπε προπάντων να είχα προνοήσει ώστε μεμονωμένα τμήματα του κτίσματος, και μάλιστα όσο το δυνατόν περισσότερα μεμονωμένα τμήματα, να μπορούσαν σε περίπτωση εισβολής, μέσω αναχωμάτων που θα έπρεπε να είναι πραγματοποιήσιμα εντός ελαχίστου χρόνου, να απομονώνονται από τα λιγότερο προσβεβλημένα τμήματα και μάλιστα να απομονώνονται με τέτοια συσσώρευση χώματος και τόσο αποτελεσματικά, που ο εισβολέας να μην υποψιάζεται καν πως από πίσω βρίσκεται το κυρίως κτίσμα»…

 

Στο πρώτο μέρος του έργου παρακολουθούμε μια λεπτομερέστατη περιγραφή της κατασκευής του κτίσματος και του τρόπου διαβίωσης μέσα σ’ αυτό. Το δεύτερο μέρος καταλαμβάνεται από την εμμονική παρακολούθηση του ήχου αλλά το κείμενο σταματά όταν το Πλάσμα βρίσκεται με τον εχθρό προ των πυλών. Δεν θα μάθουμε πώς θα διαχειριστεί τον πόλεμο, αν και πώς θα διαπραγματευτεί την παράδοσή του, τι θα συμβεί τελικά.

 

Ποιος είναι ο εισβολέας που πλησιάζει το Πλάσμα; Η μοιραία συνάντησή σου με τον μόχθο του «άλλου», που επίσης κατασκεύαζε το έργο του όσο εσύ ήσουν απορροφημένος στο χτίσιμο του δικού σου; Η ειρωνική απάντηση της τόσο ποθητής μοναξιάς; Η ίδια η ατελέσφορη, αγχώδης και μανιακή σχέση του Κάφκα με τη λογοτεχνία ή ακόμα η προσωπική του κατάθλιψη; Ο βαθύτερος εαυτός μας που καμιά τρύπα, όσο στεγανή κι αν είναι, δεν μπορεί να αφήσει απέξω; Μήπως το ίδιο το Πλάσμα έχει επεκταθεί σε ξένο «οικόπεδο» και τώρα ο ιδιοκτήτης σκάβει προς το μέρος του; Κάποιοι συνδέουν το πολυπλόκαμο κτίσμα με τον ίδιο τον οργανισμό του συγγραφέα, την ανάγκη του να προστατεύσει την κλονισμένη του υγεία.

 

«Το έργο δεν είναι ευρέως γνωστό», λέει η Βίκυ Γεωργιάδου, «δεν σώζεται ολοκληρωμένο. Διακόπτεται ξαφνικά σ’ ένα κρίσιμο σημείο, σε θερμοκρασία ανόδου. Το Πλάσμα μπροστά στον εισβολέα καταβάλλεται από τον φόβο της ύπαρξης, ενός στρατού μικροσκοπικών εχθρών ή ενός θηριώδους εχθρού από τα έγκατα της γης που έρχεται να καταπατήσει την ιδιοκτησία του. Η καθαρότητα της σκέψης ενδίδει στον παραλογισμό και τη μανία καταδίωξης, η μεθοδικότητα αφανίζεται μέσα στη σπασμωδικότητα, η αξιοπρέπεια μέσα στη βαρβαρότητα και τη φρενίτιδα του αδηφάγου μίσους και η αυτοπεποίθηση μέσα στον τρόμο. Ο Κάφκα αγαπούσε την ιδέα της μοναξιάς, όμως δεν έμενε μόνος. Η επιθυμία του γι’ αυτήν ήταν μέσω της συνύπαρξης. Οταν κάνεις παντιέρα την ανάγκη της μοναξιάς, από φόβο ή ανασφάλεια, τότε αυτή παίρνει το πάνω χέρι και μπορεί να γίνεις τέρας».

 

Στην παράσταση το Πλάσμα είναι γυναίκα (Μαρία Καλλιμάνη), παραπέμποντας σ’ ένα είδος μπεκετικής «Γουίνι». Η ιδέα του σκηνικού βασίστηκε στο αλφάδι των χτιστών. Πάνω σε πατάρι ένα ανάποδο Γάμα διαμορφώνει το σύστημα στοών που ορίζονται από μεγάλα μπουκάλια νερού μισογεμάτα.

 

«Ο Κάφκα έχει έναν καταπληκτικό τρόπο να δημιουργεί “άλλοθι”» λέει η σκηνοθέτρια. «Η σκέψη του Πλάσματος είναι πλήρης, ακριβής στη σύνθεσή της. Ο συγγραφέας παίζει με εκείνη τη βραχύβια μνήμη που επιτρέπει να επινοούμε παρανοήσεις για να αισθανθούμε καλύτερα. Ξέρει καλά την περιπλοκότητα του μυαλού, παίζει μαζί του, υπονομεύει την ίδια την ύπαρξη. Τοποθετεί τα πρόσωπα στο χείλος του γκρεμού. Με αίτημα την ασφάλεια μέσα σ’ έναν ρευστό κόσμο, δημιουργεί καρικατούρες. Περίπλοκος αλλά καθόλου χαοτικός, ακολουθεί τόσο εμμονικά μια σκέψη που απελευθερώνει και τη δική μας. Είναι όπως οι γραμμές του τρένου. Αν αφεθείς στην ακρίβεια των συλλογισμών του, οι εικόνες, οι συνειρμοί που θα προκύψουν, είναι εκατοντάδες. Η φαντασία στα έργα του απελευθερώνεται μέσα από την απόλυτη ακρίβεια».

INFO: Φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260, Κτίριο Ε). «Το κτίσμα» του Φραντς Κάφκα. Μετάφραση – σκηνοθεσία: Βίκυ Γεωργιάδου. Δραματουργική επεξεργασία: Βίκυ Γεωργιάδου – Μαρία Καλλιμάνη. Σκηνικά – κοστούμια: Heike Schuppelius. Μουσική – ηχητικός σχεδιασμός: Κώστας Ανδρέου. 11, 12 Ιουλίου.

Scroll to top