18/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Πιο γόνιμοι και πιο πολλοί

      Pin It

→ΕΚΘΕΣΗ ΟΗΕ Με τα 82,1 εκατ. ανθρώ-πους που προστέθηκαν το 2012, ο παγκόσμιος πληθυσμός έφτασε τα 7,2 δισ. και αναμένεται στο τέλος του αιώνα να είμαστε 10,9 δισ. Φαίνεται πως οι εκπλήξεις στη γονιμότητα προμηνύουν ένα πολυπληθές μέλλον

 

Του Τάσου Σαραντή

 

Ο παγκόσμιος πληθυσμός έφθασε τα 7,2 δισ. στα μέσα του 2013, σύμφωνα με τους δημογράφους των Ηνωμένων Εθνών, με την παρούσα και την προβλεπόμενη μελλοντική αύξησή του να συντελείται, εν μέρει, από την απροσδόκητα υψηλή γονιμότητα σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες.

 

Με βάση τις τρέχουσες τάσεις στις παγκόσμιες γεννήσεις, τους θανάτους και τα ποσοστά μετανάστευσης, τα Ηνωμένα Εθνη προβλέπουν μια σειρά σεναρίων για το μέλλον, με τα τρία κυριότερα από αυτά να υποδηλώνουν ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα κυμαίνεται μεταξύ 6,8 δισ. και 16,6 δισ. στο τέλος αυτού του αιώνα.

 

Σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία, 82,1 εκατομμύρια άνθρωποι προστέθηκαν στον παγκόσμιο πληθυσμό το 2012. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 1994. Με τα νέα δεδομένα ανατρέπεται μια διαδεδομένη προσδοκία, σύμφωνα με την οποία η αύξηση του πληθυσμού θα σταματήσει «από μόνη της» κάποια στιγμή στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα. Αντίθετα, με βάση το νέο σενάριο για τη μέση γονιμότητα, το πιο πιθανό είναι ότι ο πλανήτης θα μπορούσε να κερδίσει περισσότερα από 10 εκατομμύρια άτομα το έτος 2100 και να κλείσει ο αιώνας με 10,9 δισ. ανθρώπους να κατοικούν τον πλανήτη μας. Οι νέες προβλέψεις δείχνουν έναν παγκόσμιο πληθυσμό της τάξης των 9,6 δισ. έως το 2050, περίπου 700 εκατομμύρια άνθρωποι περισσότεροι από τα 8,9 δισ. που είχε προβλέψει το Τμήμα Πληθυσμού του ΟΗΕ για το 2050, μόλις 10 χρόνια πριν.

 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται με ρυθμό 1,15% ετησίως και -παρά τη μεγαλύτερη από την αναμενόμενη γονιμότητα σε πολλές χώρες- ο ρυθμός αύξησης συνεχίζει να επιβραδύνεται. Τα περισσότερα ανθρώπινα όντα (60%) ζουν στην Ασία, με την Αφρική να αποτελεί τη δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή, ακολουθούμενη από την Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, τη Βόρεια Αμερική και την Ωκεανία. Περίπου το 96% της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού συντελείται στις αναπτυσσόμενες χώρες, με την Ασία να κατέχει το 54% της αύξησης.

 

Παρά το γεγονός ότι η μεγαλύτερη έκπληξη στη σχετική έκθεση του ΟΗΕ προήλθε από τις προβλέψεις της ταχύτερης μελλοντικής αύξησης του πληθυσμού από ό,τι αναμενόταν, οι αριθμοί αυτοί έχουν πραγματικά τις ρίζες τους σε μια δεύτερη έκπληξη που αφορά το παρόν: οι γυναίκες σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν περισσότερα παιδιά απ’ όσα προέβλεπαν μέχρι σήμερα οι δημογράφοι των Ηνωμένων Εθνών. Πράγματι, οι επιστήμονες του ΟΗΕ αναφέρουν ότι υπήρξε αύξηση κατά 5% σε σχέση με τις εκτιμήσεις τους για την τρέχουσα γονιμότητα σε 15 χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η Νιγηρία, ο Νίγηρας, η Αιθιοπία και το Κονγκό -όπου το μέγεθος της οικογένειας είναι ήδη μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο.

 

Αν και οι αιτίες για τη μεγαλύτερη από την αναμενόμενη γονιμότητα σε πολλές χώρες δεν είναι πλήρως κατανοητές, συσχετίζονται με την πρόσφατη απροθυμία των κυβερνήσεων να στηρίξουν κατά προτεραιότητα τα ταμεία και τις υπηρεσίες οικογενειακού προγραμματισμού σε ορισμένες από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου. Οι δαπάνες για τις υπηρεσίες οικογενειακού προγραμματισμού στις αναπτυσσόμενες χώρες από τις κυβερνήσεις, τις πλουσιότερες χώρες και τους διακυβερνητικούς οργανισμούς έχουν μείνει στάσιμες τα τελευταία χρόνια και ανέρχονται σε περίπου 4 δισ. δολάρια ετησίως. Ουσιαστικά, πρόκειται για σχεδόν το μισό από το ποσό που απαιτείται για τις κατ’ εκτίμηση 222 εκατομμύρια γυναίκες που είναι σεξουαλικά ενεργές και δεν θέλουν να μείνουν έγκυες, αλλά δεν χρησιμοποιούν αντισύλληψη. Περίπου δύο στις πέντε εγκυμοσύνες σε όλο τον κόσμο είναι ανεπιθύμητες, τόσο στις βιομηχανικές όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες, και πάνω από μία στις πέντε γεννήσεις παγκοσμίως είναι αποτέλεσμα αυτών των κυήσεων.

 

Το πιο θετικό στοιχείο στις νέες προβλέψεις του Τμήματος Πληθυσμού του ΟΗΕ είναι ότι κάθε χώρα στον κόσμο αντιμετωπίζει επί του παρόντος αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά την περίοδο 2010-2015 σε σχέση με τη χρονική περίοδο 2000-2010. Και αυτή η τάση της συνεχούς βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής αναμένεται να συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα, αφού όλα τα νέα σενάρια συμφωνούν ότι το προσδόκιμο ζωής θα ανέλθει κατά μέσο όρο στα 82 χρόνια, σε σχέση με τα 70 χρόνια που είναι σήμερα. Ωστόσο, αυτή η ρόδινη αξιολόγηση για τη μακροζωία δεν λαμβάνει υπόψη τις μεταβαλλόμενες συνθήκες του περιβάλλοντος σε όλο τον κόσμο, αφού τόσο οι δημογράφοι των Ηνωμένων Εθνών, όπως και άλλοι που παράγουν μεγάλες δημογραφικές προβολές, δεν λαμβάνουν ως παράγοντα που επηρεάζει το προσδόκιμο ζωής την κλιματική αλλαγή ή άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

Scroll to top