Αξιολογούν ως χειρότερη την παρεχόμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη του Οργανισμού, σε σχέση με την κατάσταση προ σύστασής του
Της Ντάνι Βέργου
Δεν συνωστίζεται κανείς στην πόρτα του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας. Είναι ξεκάθαρο αυτό. Οσοι είναι μέσα θέλουν να βγουν επειγόντως και όσοι είναι έξω θέλουν να μην μπουν ποτέ. Ο ΕΟΠΥΥ και η αποασφάλιση θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της νέας μελέτης της ΓΣΕΒΕΕ.
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες μιλούν για τη «χειρότερη παρεχόμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη», την οποία επιπλέον πληρώνουν από την τσέπη τους.
Η συγκρότηση του ΕΟΠΥΥ, ενός ενιαίου φορέα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που θα διασφάλιζε, 30 χρόνια μετά την πρώτη του εξαγγελία, την ισότιμη πρόσβαση των πολιτών σε μια αναβαθμισμένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, απέχει πολύ από τις αρχικές προσδοκίες. Αυτή η εξέλιξη αποτυπώνεται στην έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ -σε πανελλαδικό δείγμα 1.200 ατόμων- που καταγράφει το επίπεδο ικανοποίησης των ασφαλισμένων (800) και συνταξιούχων (400) του ΟΑΕΕ από τις παρεχόμενες υπηρεσίες του ΕΟΠΥΥ.
Εξι στους δέκα ασφαλισμένους (58,1%) αξιολογούν ως χειρότερη την παρεχόμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη του Οργανισμού, σε σχέση με την κατάσταση προ συστάσεως ΕΟΠΥΥ. Τρεις στους δέκα (32,1%) δηλώνουν ότι πάντα πληρώνουν από την τσέπη τους για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη τα τελευταία 1-2 χρόνια, ενώ συνολικά πάνω από τους 6 στους 10 ερωτηθέντες (65,1%) απαντούν ότι έχει χρειαστεί να επιβαρυνθούν οικονομικά.
Περίπου οι μισοί ασφαλισμένοι (54,1%) απαντούν ότι εάν δεν είχαν πρόσβαση στην περίθαλψη λόγω έλλειψης ασφαλιστικής ενημερότητας, θα αναγκάζονταν να πληρώσουν για τις ιατροφαρμακευτικές παροχές, ενώ μόλις τρεις στους δέκα (33,9%) θα είχαν τη δυνατότητα να καλύψουν τις ανάγκες τους μέσω ιδιωτικής ασφάλισης υγείας.
Οι συνταξιούχοι του ΕΟΠΥΥ έχουν κι αυτοί παράπονα. Μόλις δύο στους δέκα (18,3%) αξιολογούν θετικά το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών. Ενας στους δύο (48,3%) κρίνει ως ανεπαρκή την παροχή υπηρεσιών. Οι μισοί (53,6%) επιβαρύνθηκαν οικονομικά για την εξασφάλιση της αναγκαίας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ασφαλισμένων (93,3%) και των συνταξιούχων (92%) κρίνει αναγκαία τη δημιουργία Κοινωνικού Ιατρείου και Φαρμακείου για τους ανασφάλιστους επαγγελματοβιοτέχνες και εμπόρους, αίτημα στο οποίο η ΓΣΕΒΕΕ απαντά ότι «σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται και δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ρόλο και την ευθύνη του ΕΟΠΥΥ στην άσκηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας».
Ο «εξορθολογισμός» και το «νοικοκύρεμα» των οικονομικών της υγείας έχουν οδηγήσει στην «απαξίωση της ιατρικής περίθαλψης των ασφαλισμένων», σύμφωνα με τη μελέτη. «Στη μικρή διάρκεια λειτουργίας του ΕΟΠΥΥ βλέπουμε να διαλύονται ακόμη και αυτές οι ανεπαρκείς δομές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και την κρίσιμη ώρα, που η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης καθιστά τη δημόσια και δωρεάν περίθαλψη επιτακτικότερη, οι δημόσιες δομές αποδιαρθρώνονται και συρρικνώνονται δραματικά», επισημαίνεται. Εννιάμισι εκατομμύρια ασφαλισμένοι στριμώχνονται κάτω από την ομπρέλα του ΕΟΠΥΥ σε ένα σύστημα με λιγότερους γιατρούς, μειωμένες παροχές, μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση των ασθενών και έναν ελλειμματικό στην πράξη προϋπολογισμό.
Από τα 6,73 δισ. ευρώ που είχαν προϋπολογιστεί ως έσοδα για το 2012, μπήκαν τελικά στα ταμεία του Οργανισμού 5,655 δισ. ευρώ, εξέλιξη που οφείλεται κατά κύριο, αν όχι αποκλειστικό, λόγο στη δραματική υστέρηση εισφορών που από 4,634 δισ. που είχαν προϋπολογιστεί, εισπράχθηκαν τελικά 2,237 δισ. Την ίδια ώρα οι δαπάνες του Οργανισμού για το 2012 ξεπερνούσαν τα 7 δισ. ευρώ.
Απώλεια εσόδων
Για το 2013 η δαπάνη προϋπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 7-7,5 δισ. ευρώ και σε αντίστοιχο επίπεδο κινούνται και τα προϋπολογισμένα έσοδα, λόγω της υποχρέωσης προς την τρόικα για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Σε καμία ωστόσο περίπτωση αυτό το σενάριο δεν μπορεί να έχει ρεαλιστική βάση και αυτήν ακριβώς τη θέση –περί ανεφάρμοστου και «αντικοινωνικού» προϋπολογισμού– διατυπώνει μέχρι σήμερα η ΓΣΕΒΕΕ σε όλους τους τόνους. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι τα έσοδα του Οργανισμού μπορούν να ξεπεράσουν το επίπεδο του 2012, ενώ και η δαπάνη σε ορισμένες κατηγορίες εμφανίζει περαιτέρω αυξητική τάση.
Η απώλεια εσόδων -επισημαίνεται- από τη συρρίκνωση της εργασίας δεν μπορεί να οδηγεί σε αναζήτηση ισοδύναμων μέσω συρρίκνωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών. Είναι επιβεβλημένη η αναπλήρωση των όποιων χρηματοδοτικών διαρροών μέσω αύξησης της κρατικής χρηματοδότησης.