Πώς ξεμπέρδεψε ο ελβετικός χρηματοπιστωτικός κολοσσός UBS από τις ευθύνες του για το κραχ του 2008
Του Μπάμπη Μιχάλη
Με συμφωνίες διευθέτησης «ξεμπερδεύουν» από τις τεράστιες ευθύνες τους για τη φούσκα των τοξικών ομολόγων στεγαστικής πίστης, το κραχ του 2008 και τη μετέπειτα διολίσθηση της παγκόσμιας οικονομίας στη χειρότερη κρίση από τη δεκαετία του ’30 οι μεγάλες τράπεζες του πλανήτη.
Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, η ελβετική UBS ήταν ο τρίτος χρηματοπιστωτικός κολοσσός που ήλθε σε συμβιβασμό ύψους 885 εκατ. δολαρίων με την ομοσπονδιακή αρχή εποπτείας της αγοράς στεγαστικής πίστης των ΗΠΑ (FHFA) για τα διασφαλισμένα σε αμερικανικά στεγαστικά δάνεια ομόλογα -τα γνωστά τοξικά χρεόγραφα ή «σαπάκια»- με τα οποία πλημμύρισε την επενδυτική κοινότητα.
Ο συμβιβασμός
Η FHFA ανακοίνωσε προχθές αργά το βράδυ ότι, βάσει του συμβιβασμού αυτού, η UBS οφείλει να καταβάλει 415 εκατ. δολάρια στις Fannie Mae και 470 εκατ. δολάρια στη Freddie Mac, προκειμένου να διευθετήσει απαιτήσεις που σχετίζονται με τα εν λόγω χρεόγραφα που είχε πουλήσει σ’ αυτές μεταξύ 2004 και 2007. Η Fannie Mae και η Freddie Mac -οι κορυφαίες ημικρατικές ασφαλιστικές εταιρείες στεγαστικής πίστης των ΗΠΑ- κινδύνευσαν στα τέλη του 2008 με χρεοκοπία εξαιτίας αυτών των χρεογράφων, που μετά το κραχ του 2008 δεν είχαν πια καμία αξία. Διασώθηκαν από την πτώχευση χάρη στα χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων, αφού η τότε κυβέρνηση των ΗΠΑ δαπάνησε περίπου 200 δισ. δολάρια γι’ αυτό τον σκοπό.
Η UBS είναι μόνο ένας από τους 18 τραπεζικούς κολοσσούς, στους οποίους η FHFA άσκησε αγωγή το 2011 για παραβίαση της χρηματιστηριακής νομοθεσίας των ΗΠΑ και τη στρεβλή εικόνα που έδιναν στους επενδυτές για την ποιότητα των διασφαλισμένων σε στεγαστικά δάνεια χρεογράφων τους. Σύμμαχό τους σε αυτή την προσπάθεια οι τράπεζες είχαν τους οίκους αξιολόγησης, οι οποίοι κατόπιν συνεννοήσεως βαθμολογούσαν με την υψηλότερη αξιολόγησή τους χρεόγραφα, τα οποία στη συνέχεια δεν άξιζαν σεντ.
Πριν από τη συμφωνία της UBS σε ανάλογη διευθέτηση -για ποσό που δεν ανακοινώθηκε, όμως- ήλθαν με τις αμερικανικές Αρχές η Citigroup και ο χρηματοπιστωτικός βραχίονας της General Electric. Αλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως οι βρετανικές Royal Bank of Scotland (RBS) και Barclays, αλλά και αμερικανικές, όπως η JP Morgan και η Bank of America, ενδεχομένως να αναγκαστούν να προχωρήσουν σε ανάλογες διευθετήσεις. Οι εκτιμήσεις των αναλυτών της Credit Suisse νωρίτερα φέτος ήταν ότι μόνο οι ευρωπαϊκές τράπεζες ενδεχομένως να αναγκαστούν σε συνολικές δαπάνες 11 δισ. δολαρίων, γι’ αυτό τον σκοπό. Οι εν λόγω αναλυτές εκτιμούν ότι η RBS ενδεχομένως να βρεθεί αντιμέτωπη με σχετικές ζημιές 1,6 δισ. δολαρίων, η Barclays 1,1 δισ. δολαρίων και η HSBC 900 εκατ. δολαρίων. Η γερμανική Deutsche Bank, που επίσης εμπλέκεται, έχει ήδη βάλει στην άκρη 2,4 δισ. ευρώ για τυχόν ανάλογες δαπάνες.
Ατιμωρησία
Οι συμβιβασμοί για τις υπερβολές και τα σκάνδαλα του χρηματοπιστωτικού τομέα στις προηγούμενες δεκαετίες δεν βγάζει πάντως πουθενά. Τα ποσά που επιδικάζονται αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στα δισ. δολάρια που οι τράπεζες καταγράφουν σήμερα ως κέρδη τριμήνου. Από την άλλη πλευρά, οι διευθετήσεις αφήνουν ατιμώρητα τα φυσικά πρόσωπα που έστησαν τις κομπίνες και είναι υπεύθυνοι για τα βάσανα εκατομμυρίων ανθρώπων στον πλανήτη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένας επικεφαλής μεγάλης τράπεζας της Wall Street δεν έχει καταδικαστεί έως σήμερα, περίπου 5 χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers.