Της Εφης Μαρίνου
«Προσεχώς. Coming shortly». Oλος ο κόσμος του Γιώργου Βακιρτζή μέσα σ’ ένα άλμπουμ. «Οθέλος», «Διακοπές στη Ρώμη» αλλά και «H Αλίκη στο ναυτικό», πλήθος ταινιών όπως αριστουργηματικά απέδωσε το διαφημιστικό μήνυμά τους ο ζωγράφος στις περίφημες χειροποίητες αφίσες του. Ενα λαϊκό είδος τέχνης που άφησε εποχή. Ζωγραφισμένες εικόνες από το κινηματογραφικό σύμπαν, λαϊκές, δυνατές, απευθυνόμενες σ’ ένα τεράστιο κοινό: οι γιγαντοαφίσες και οι μικρές κινηματογραφικές αφίσες.
Οι αφίσες και τα σχέδιά του για τον κινηματογράφο, αυτά που κοσμούσαν τις προσόψεις των κινηματογραφικών αιθουσών, εμπεριέχονται σε μια πολυτελή έκδοση από τη Συλλογή Starlets, που επιμελήθηκε με περισσή φροντίδα και μεράκι ο εκδότης Χρήστος Μαργαρίτης. Αφορμή για την έκδοση «Προσεχώς. Coming shortly» στάθηκε μια διπλή επέτειος: τα ενενήντα χρόνια από τη γέννηση του Γιώργου Βακιρτζή και τα είκοσι πέντε από τον θάνατό του.
Ο τόμος φιλοξενεί τα σκαριφήματα, τα παραδειγματικά σχεδιάσματα του ζωγράφου για τις τελικές μακέτες των γιγαντοαφισών του: πώς συλλαμβάνει την ιδέα, πώς την εικονοποιεί για πρώτη φορά στο χαρτί, πώς επιλέγει τα βασικά χρώματα, πώς εξερευνά τις γραμματοσειρές που θα συνθέσουν τον τίτλο και τα ονόματα.
Περιλαμβάνει αφίσες μικρών διαστάσεων 50Χ60 εκ. από τη δεκαετία του ’50, που σχεδιάζονταν για την προώθηση ταινιών της ελληνικής παραγωγής, αλλά και του διεθνούς ρεπερτορίου. Επίσης, εμπεριέχονται κάθε είδους σκίτσα του, προσχέδια, σημειώσεις και μακέτες για τον κινηματογράφο, σχέδια για γιγαντοαφίσες προσόψεων κινηματογράφων και σχέδια για λιθογραφικές αφίσες ταινιών για αφισοκόλληση,
Η τέχνη της αφίσας απαιτούσε από τον καλλιτέχνη σκληρή δουλειά, γρήγορες αποφάσεις, πείρα, επαγγελματισμό, προσήλωση, φαντασία, δύναμη, εκφραστικούς πειραματισμούς. Το είδος αρχίζει να σβήνει σιγά σιγά όταν η τηλεόραση εισβάλλει σαρωτικά και η κρίση αρχίζει να ταλανίζει τις κινηματογραφικές αίθουσες.
Αλλά μέχρι τότε η δουλειά του Γιώργου Βακιρτζή καθήλωνε το μάτι πριν αυτό καρφωθεί στο πανί της μεγάλης οθόνης. Ο περαστικός είχε ήδη εισπράξει το τολμηρό μήνυμα, που έστελνε με την αφίσα του για την ταινία.
Η γεμάτη χρώμα και φαντασία εικαστική επικοινωνιακή του παρέμβαση «σκάει» στην γκρίζα Αθήνα ως μεμονωμένο καλλιτεχνικό γεγονός. Η ποιότητα της δουλειάς του έχει τέτοια απήχηση που κάθε Δευτέρα ο κόσμος περιμένει να δει το επόμενο έργο του στους τοίχους της πόλης ή στις μαρκίζες των κινηματογράφων.
Αυτονόμηση από την ταινία
Αλλά από πού εμπνέεται ο Γ. Βακιρτζής; Βασίζεται στο φωτογραφικό υλικό που παραλαμβάνουν τα εργαστήρια από τους διανομείς των ταινιών. Για τη δημιουργία των γιγαντοαφισών το υλικό παραδίνεται συνήθως κάθε Παρασκευή απόγευμα για να ετοιμαστούν και να αναρτηθούν Κυριακή βράδυ.
Οταν οι ταινίες είναι έγχρωμες ο ζωγράφος δεν ακολουθεί πιστά το πρωτότυπο φωτογραφικό υλικό. Το έργο του «αυτονομείται» καλλιτεχνικά, η δουλειά του ξεπερνά το ίδιο το θέμα που αναλαμβάνει βελτιώνοντας, προεκτείνοντας, προτείνοντας.
Τα χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστή στην αφίσα τονίζονται, έτσι ώστε να κάνουν εντύπωση στον περαστικό που περνά μπροστά από τον κινηματογράφο αλλά και από το απέναντι πεζοδρόμιο. Αδρές πινελιές, μη συμβατικά χρώματα για το πρόσωπο (μπλε, πράσινο, καφέ), επιμονή στην απόδοση έκφρασης με κάθε τρόπο. Τα πρώτα χρόνια οι σκηνές καταλαμβάνουν μεγαλύτερη επιφάνεια στις γιγαντοαφίσες του, χωρίς να υπάρχει κεντρικό θέμα. Αργότερα μεταφέρει το βάρος στις κεντρικές βασικές συνθέσεις.
Σχεδιάζει με μολύβι και πενάκι σε μικρές διαστάσεις, πολύ πυκνά και προσθέτει εκεί την κάθε λεπτομέρεια. Η εμπειρία του είναι τέτοια που του επιτρέπει να «βλέπει» το αποτέλεσμα στην τελική του διάσταση. Σχεδιάζει τα κύρια στοιχεία της σύνθεσης (πρόσωπα, φόντο, γράμματα), ενώ οι θέσεις τους πάνω στις μετόπες προσόψεων των αιθουσών σχεδιάζονται σε χαρτί ιχνογραφίας ή ριζόχαρτο.
Ο σταρ πρέπει να καταλαμβάνει κυρίαρχο χώρο στην αφίσα. Η δράση της εικόνας συντίθεται από σκηνές των ταινιών, συνήθως σε δεύτερο πλάνο, και κοντινά πορτρέτα των πρωταγωνιστών. Αλλες φορές, όμως, ένα ή περισσότερα υπερμεγέθη πρόσωπα καλύπτουν ολόκληρη την επιφάνειά τους.
«Ο Βακιρτζής δεν είχε ποτέ πρόβλημα συγκρότησης της «ελληνικότητας» στα έργα του», λέει ο Δημήτρης Αρβανίτης. «Πάντοτε, όπως όλοι οι αυθεντικοί δημιουργοί, είχε προσανατολισμό σε εικόνες διαλόγου. Ολα του τα «εφήμερα» είχαν την ειλικρίνεια της ροής των ιδεών του καιρού του, καλούσαν τους ανθρώπους σ' αυτόν τον διάλογο και στο αστικό τοπίο εμφανίζονταν σαν μια θερμή χειραψία».