28/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Αυτό το καλοκαίρι»

      Pin It

Συνεχίζουμε να επενδύουμε στα χαμένα δώρα της εφηβείας μας

 

Της Μαριαλένας Σπυροπούλου*

 

Υπάρχει σε όλους μας ένα καλοκαίρι στη ζωή, που ξαφνικά «ξυπνήσαμε». Συνήθως αυτό το καλοκαίρι γυρνάει εκεί γύρω στα πρώτα χρόνια γύρω ή πριν από την εφηβεία, ανάμεσα στα 12 και στα 15 και ταράσσεται από ερωτικά αλλά και υπαρξιακά ερωτήματα. «Ενα καλοκαίρι» είναι ο ελληνικός τίτλος της ταινίας «Mud» με πρωταγωνιστή τον Μάθιου Μακόναχι και προβάλλεται αυτό το καλοκαίρι στις αίθουσες των θερινών κινηματογράφων. Θέμα του το «ξύπνημα» από τον παιδικό λήθαργο ενός πιτσιρικά, ο οποίος έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπος με τα συναισθήματα της απώλειας, της πίστης, του έρωτα, της συντροφικότητας, της ζωής και του θανάτου.

 

Γιατί, όμως, τα πιο ωραία και οδυνηρά γεγονότα της ζωής συμβαίνουν καλοκαίρι; Γιατί είναι τόσο αναγκαίο αυτό το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση σαν μια απότομη βουτιά στα καταγάλανα αλλά κρύα νερά μιας θάλασσας; Πόση προετοιμασία χρειάζεται ένα σοκ ψυχικό και συναισθηματικό μετάβασης από μια ζωή όπου κάποιοι άλλοι φρόντιζαν για σένα σε μια ζωή όπου νιώθεις ξαφνικά μόνος, αλλά κυρίως ζωντανός;

 

Το καλοκαίρι είναι το τέλειο άλλοθι για τις μεταβάσεις. Σαν την ηρεμία πριν από την καταιγίδα είναι μια περίοδος όπου ενώ την περιμένεις για να μη συμβεί τίποτα, εν τούτοις ζυμώνεις μέσα σου τις επόμενες εξελίξεις ή μετράς το ανάστημά σου. Κάτω από τον καυτό ήλιο και τις ανέμελες βόλτες, η ανθρώπινη ύπαρξη παίρνει ανάσα για το εσωτερικό της μακροβούτι. Ιδίως εκείνο το καλοκαίρι της πρώτης επαφής με αυτό που τελικά θα γίνεις ως άνθρωπος, βιώνεις πρωτόγνωρα συναισθήματα και ανοίγει ένα παράθυρο μέσα σου, ένα παράθυρο που πάντα εκεί βρισκόταν αλλά ποτέ δεν είχες φανταστεί τη θέα του. Ο έρωτας, η διεκδίκηση, η τόλμη, ο πειραματισμός, ο πόνος, η απώλεια, η μοναξιά, η επανάληψη της ρήξης με τον ομφάλιο λώρο της οικογένειας σε ψυχικό και συναισθηματικό επίπεδο, η αναβίωση του τραύματος στα μάτια του άλλου και η έκθεση, αυτή η ανεπανόρθωτη έκθεση απέναντι στην κρίση και την αποδοχή του άλλου, είναι τα χαρακτηριστικά που κάνουν έναν άνθρωπο να μεγαλώσει και να γευτεί τα δώρα αλλά και τις ευθύνες της ενηλικίωσης. Μιας ενηλικίωσης που βιώνεται ως αμετάκλητος δρόμος, μιας ενηλικίωσης που εξελίσσεται και καλωσορίζει αυτή την εξέλιξη ως φυσική και αναμενόμενη.

 

Τι συμβαίνει, όμως, όταν κάποιος δεν νιώθει ικανός να εξελιχθεί; Ή δεν έχει τις ψυχικές ρίζες για να σταθεί στα πόδια του, να αναλάβει τις ευθύνες που απορρέουν από την επιθυμία της σάρκας και του νου;

 

Η ενηλικίωση δεν αφορά μόνο τον άνθρωπο ως ξεχωριστή μονάδα αλλά και την κοινωνία. Και η ελληνική κοινωνία έχει πολλάκις χρησιμοποιήσει τα καλοκαίρια της ως ανάγκη διαφυγής, ως παραίτηση, ως δικαιολογία, ως άφεση αμαρτιών και ως απενοχοποίηση. Τα χρησιμοποίησε για τις απολαύσεις της σάρκας της, αλλά όχι για να «ξυπνήσει», όπως συμβαίνει στην εφηβεία, ίσως τα χρησιμοποίησε για να πέσει βαθύτερα στον λήθαργο. Το καλοκαίρι του 2004 ήταν ένα εφηβικό πανηγύρι. Ηταν ένα ξύπνημα των αισθήσεων, της χαράς, της υπόσχεσης ότι όλα θα πάνε καλύτερα. Πουθενά, όμως, δεν μπόρεσαν να χωρέσουν η αμφισβήτηση, ο πόνος, η απώλεια, η συνέχεια. Φοβισμένη ξόρκιζε καθετί που θα χαλούσε την επίφαση της ευτυχίας. Και δεν κατέληξε ποτέ σε πραγματική ευτυχία.

 

Από την άλλη, τα τελευταία καλοκαίρια της κρίσης θα μπορούσαν να είναι το «ξύπνημα». Μέσα από τον πόνο που επιφέρει το ξερίζωμα των ονείρων, της πλαστής ευδαιμονίας, η εφηβική ελληνική κοινωνία θα μπορούσε να μεγαλώσει σαν τον ήρωα του «Mud». Να αντέξει στον πόνο, να δει να διαλύεται το σπίτι της, να ταυτιστεί, να εξιδανικεύσει και να αποκαθηλώσει το είδωλο και να σταθεί μόνη στα πόδια της. Να ανασυσταθεί όχι μέσα μόνο από εφηβικές ονειρώξεις αλλά κυρίως μέσα από την αίσθηση της αντοχής στον θάνατο και στο γήρας σαν φυσική εξέλιξη μιας κοινωνίας που για να υπάρξει πρέπει να ωριμάσει και να γεράσει. Εμείς μη αντέχοντας να δούμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, γέροι, μόνοι και ανήμποροι εν τέλει, συνεχίζουμε να επενδύουμε στα χαμένα δώρα της εφηβείας μας. Μιας εφηβείας που έχει στεγνώσει από την αδράνεια και ψάχνει τρόπους να κρυφτεί από την κλιμακτήριό της.

 

* Η Μαριαλένα Σπυροπούλου είναι ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια

 

[email protected]

 

 

 

Scroll to top