17/12/12 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Παράνομος ο Στουρνάρας και όσοι τον υπακoύσουν

Της Κατερίνας Κατή Την τιμή της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, η οποία επλήγη με τη βάναυση ακύρωση του έργου της από την πραξικοπηματική απόφαση Στουρνάρα.
      Pin It

Της Κατερίνας Κατή

 

Την τιμή της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, η οποία επλήγη με τη βάναυση ακύρωση του έργου της από την πραξικοπηματική απόφαση Στουρνάρα να συνεχίσει η ΔΕΗ να χρεώνει και να εισπράττει το χαράτσι παρά την πρόσφατη αντίθετη δικαστική απόφαση, αποφάσισε να προστατεύσει η Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος.

 

Εστω και με καθυστέρηση ημερών, η Ενωση Εισαγγελέων εξέδωσε προχθές ανακοίνωση με την οποία χαρακτηρίζει «απαράδεκτο» το γεγονός «μέλος της Κυβέρνησης να εμφανίζεται ότι ενεργεί παρά το Σύνταγμα και να εντέλλεται ή να παροτρύνει τη διοίκηση ή τρίτους φορείς να μη συμμορφωθούν με εκτελεστές δικαστικές αποφάσεις, παρά τον νόμο και το άρθρο 95 § 5 του Συντάγματος, πράγμα που δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει σε συντεταγμένη, ευνομούμενη Πολιτεία».

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος αναγκάζεται να επισημάνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή η δικαστική απόφαση «παράγει δεσμευτικότητα έναντι πάντων, έχει δε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή ως προς τις καταψηφιστικές διατάξεις της», ενώ αναφέρεται σαφώς και στην ατομική ποινική ευθύνη του υπουργού Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, αλλά και όσων υπακούν στις παράνομες παροτρύνσεις του.

 

Τονίζεται επί λέξει στην επίμαχη ανακοίνωση: «Το Δ.Σ. της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος απαιτείται να υπενθυμίσει, τέλος, ότι είναι αυτονόητη και αναμενόμενη η αναζήτηση ποινικών ευθυνών εκείνων που ενδεχομένως το πράττουν, εφόσον συντρέχουν προς τούτο οι προϋποθέσεις του νόμου».

 

Το περιεχόμενο της ανακοίνωσης υποδέχτηκαν με ανακούφιση πολλοί δικαστές αλλά και εκπρόσωποι του ευρύτερου νομικού κόσμου της χώρας, που όλες αυτές τις ημέρες χαρακτήριζαν επιεικώς απαράδεκτη τη σιωπή των συνδικαλιστικών οργάνων δικαστών και εισαγγελέων.

 

Πάντως, η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, λαλίστατη σε ό,τι αφορά το θέμα των μισθολογικών περικοπών των δικαστών, που το συνδέει μάλιστα και με την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, δεν είχε πάρει θέση, μέχρι χθες τουλάχιστον, στο «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» του Στουρνάρα να γράψει η ΔΕΗ στα παλιά της τα παπούτσια τη δικαστική απόφαση που έκρινε αντισυνταγματική την είσπραξη του λεγόμενου χαρατσιού, μέσω των λογαριασμών της.

 

Σήμερα στον Αρειο Πάγο η αίτηση αναστολής

 

Στο μεταξύ, για σήμερα έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί εν συμβουλίω στον Αρειο Πάγο η αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, για αναστολή της επίμαχης δικαστικής απόφασης. Στην αίτηση υποστηρίζεται ότι θα επέλθει ανεπανόρθωτη βλάβη στα έννομα συμφέροντα του Δημοσίου με την εκτέλεσή της.

 

Το Δημόσιο αναμένεται να ισχυριστεί ότι εάν δεν εισπραχθεί το χαράτσι θα υπάρξει απώλεια εσόδων πάνω από ένα δισ., ελλειμματικός προϋπολογισμός και αδυναμία εκπλήρωσης των υπέρ του δημοσίου συμφέροντος σκοπών του ελληνικού κράτους. Επιπλέον, θα κάνει λόγο για προφανή κίνδυνο ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης του Δημοσίου.

 

Aπ' την πλευρά του πάντως, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθήνας, με την απόφασή του απαγορεύει στη ΔΕΗ να κόβει το ρεύμα σε όσους δεν πληρώνουν το ειδικό τέλος ακινήτων, επικαλούμενο το άρθρο 4 του Συντάγματος. Την υποχρεώνει δε:

 

–* Να δέχεται από τους καταναλωτές μόνο την καταβολή του αντιτίμου ηλεκτροδότησης.

 

–* Να μην ενσωματώνει στους λογαριασμούς ρεύματος το περιβόητο έκτακτο ειδικό τέλος, το οποίο κατά τους δικαστές «δεν συνιστά ανταποδοτικό τέλος, αλλά φόρο».

 

Υπογράμμιζε μάλιστα στο σκεπτικό του το γεγονός ότι «κατόπιν διαδοχικών φορολογικών και εισοδηματικών μέτρων είναι προφανές ότι οι πολίτες έχουν ήδη υποστεί σοβαρότατες οικονομικές απώλειες, οι οποίες, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, επηρεάζουν ουσιωδώς το πραγματικό επίπεδο της φοροδοτικής τους ικανότητας».

 

«Η φοροδοτική ικανότητα», επισημαίνεται, «αποτελεί ιδιότητα του υποκειμένου και συνίσταται, όπως αυτή η ίδια η λεκτική διατύπωση του όρου φανερώνει, στη δυνατότητα του συγκεκριμένου προσώπου να καταβάλλει τον φόρο, χωρίς να θίγεται το ελάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβιώσεώς του.

 

Scroll to top