17/12/12 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μια χούφτα από ψιλά νοήματος

      Pin It

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

Οφείλω να ομολογήσω πως σε αντίθεση με πολλούς άλλους, νιώθω προσωπικά αμηχανία απέναντι στο έργο της πρωτοφανέρωτης σε εμάς Αμερικανίδας συγγραφέα Σάρα Ρουλ (1974). Βλέπω την επιτυχία της συνάντησης του σκηνοθέτη (και μεταφραστή εν προκειμένω) Δημήτρη Τάρλοου με το έργο της «Ευρυδίκη – Ενα μιούζικαλ στον Αδη», κι ωστόσο δυσκολεύομαι να εντοπίσω τη βαρύτητα που θα έδινε στο ανέβασμα του «Πορεία» τη σημασία του γεγονότος.

 

Είναι ίσως που πιστεύω πως πίσω από τη νεοτερικότητα του κειμένου καλύπτονται πολλές αδυναμίες. Πως μερικές εξεζητημένες του λογοτεχνικότητες -κάποιες από τις οποίες μου φαίνονται καθαρές εξυπνάδες- γίνονται σήμερα αποδεκτές, είτε επειδή εντάσσονται στο ανέμελο για τα δραματουργικά ειωθότα κύμα της νέας αμερικανικής γενιάς, είτε γιατί έχουμε πια πειστεί πως μπορεί ο συγγραφέας να ορίζει οτιδήποτε σαν σκηνικό του έργου του και να αφήνει ύστερα σκηνοθέτη και λοιπούς να τρέχουν από πίσω…

 

Επειτα είναι η αδυναμία προσδιορισμού μιας ορισμένης καταγωγής. Υπάρχει η διάχυτη ευρωπαϊκή αύρα –που, εδώ που τα λέμε, ποτέ δεν έλειψε από τον ανήσυχο θέατρο του νέου κόσμου, έστω και ως γόνιμο δάνειο-, δεν λείπει ωστόσο ούτε η τόσο τυπικά αμερικάνικη αυτοψυχανάλυση (στην προκειμένη περίπτωση της σχέσης της Ρουλ με τον πατέρα της), ούτε η επίσης τυπικά αμερικανική δραματουργική σχέση του κειμένου με τον κινηματογράφο.

 

Και έπειτα είναι που αυτή η Ευρυδίκη δεν λέει να σταθεί κάπου. Πέρα από το γενικό «ενδιαφέρον» της (που είναι, έτσι κι αλλιώς, η λέξη-κλειδί εδώ για τα πάντα) σαν ανάπλαση ενός παλιού μύθου, μακριά από την αναμφισβήτητη γοητεία του υπερρεαλιστικού σκηνικού της, μοιάζει να απουσιάζει το κεντρικό επιχείρημα που θα έκανε τα πράγματα ευκολότερα.

 

Είναι ένα μεταμοντέρνο ρομάντζο σχετικά με την αδυναμία του έρωτα να ολοκληρωθεί; Μεταφυσικό έργο, για τη μετάβαση του ανθρώπου σε άλλες διαστάσεις; Φροϊδικό μήπως, για τις σχέσεις πατέρα κόρης; Φεμινιστικό ίσως, για την αντιστροφή των στερεότυπων; Σατιρικό άραγε πόνημα για τη σύγχρονη μυθολογία της Αμερικής; Ή, εν τέλει, ένα δοκίμιο για τη σχέση μουσικής και λόγου, μια ελεγεία στην αιώνια και μάταιη επικοινωνία με τον Θεό; Το πρόβλημα είναι πως η πολλαπλότητα εδώ δεν εμφανίζεται καθέτως αλλά οριζοντίως, κάθε νέα ερμηνεία δεν εμπλουτίζει την προηγούμενη αλλά τη διακόπτει… Φεύγοντας από το θέατρο κουδουνίζει στο κεφάλι μας μια χούφτα από ψιλά νοήματος.

 

Πρέπει νομίζω να είναι μια από τις δυσκολότερες εργασίες που έκανε ποτέ ο Τάρλοου στο θέατρο του. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα γινόταν, αν το κείμενο έπεφτε στα χέρια κάποιου λιγότερο παθιασμένου γνώστη του αμερικανικού θεάτρου.

 

Οταν όλα ισορροπούν μεταξύ αστειότητας και σοβαρότητας, ο Τάρλοου εντόπισε μια έστω βασική συνιστώσα και σταθεροποίησε το έργο εκεί: στην αίσθηση του σκοτεινού ερωτισμού και των άστατων ψυχών που μεταφέρει η τέχνη του βοντβίλ. Μόνο που έλειψε –στην πρώτη σκηνή- η εικόνα της επίπλαστης αθωότητας, του ειρωνικού αντισταθμίσματος για τη μαυρίλα της συνέχειας.

 

Πολλή δουλειά είχαν να κάνουν και οι ηθοποιοί που όφειλαν να βαδίσουν σε ύδατα για να αποδώσουν τον ρευστό κόσμο της Ρουλ. Παίζουν με ένταση, αν και χωρίς σαφή συμπεράσματα: στους κεντρικούς ρόλους η Ευρυδίκη τής Κόρας Καρβούνη, ο πατέρας τού Γιάννη Νταλιάνη, ο Ορφέας τού Λαέρτη Μαλκότση. Και ο «Ενας Απαίσιος Ενδιαφέρων Αντρας» ή «Ο Αρχοντας του Κάτω Κόσμου» του Κώστα Γάκη. Γόνιμη η μουσική αναγωγή της Κατερίνας Πολέμη.

Scroll to top